Έχω αναφερθεί και σε άλλες δημοσιεύσεις μου στην Αγία Σοφία και την Βασιλεύουσα λαμβάνοντας αφορμή από τις συχνές αναφορές του Ερντογάν στην μετατροπή της πρώτης σε τζαμί σε συνέχεια των προσπαθειών του να την εντάξει στο διαρκώς διευρυνόμενο καλάθι των ελληνοτουρκικών διαφορών.
Σίγουρα πολλαπλές είναι οι στοχεύσεις του Σουλτάνου με την ανακίνηση αυτού του θέματος αλλά σίγουρα δεν αποτελεί βασική στόχευση του πολιτικού του προγράμματος. Μάλλον σχετικά περιορισμένη και η απήχηση των συγκεκριμένων εθνικιστικών και θρησκευτικών κορωνών στην κλονιζόμενη εκλογική του βάση. Παρά ταύτα, ο ίδιος και οι εκπρόσωποι του κόμματος του δεν παραλείπουν να δηλώνουν την ιερή υποχρέωση τους να δρομολογήσουν την επαναλειτουργία του σημαντικότατου αυτού «λαφύρου» ως μουσουλμανικού τεμένους. Γνωρίζουν τις συμβολικές αντιδράσεις που θα προκαλέσει μια τέτοια ενέργεια τους στον ευρύτερο δυτικό κόσμο και δεν επιθυμούν να προσθέσουν μια ακόμη αχρείαστη ρήξη μαζί του.
Θεωρούν όμως, σε συνέχεια της πάγιας τακτικής τους, ότι προσθέτουν ένα ακόμη θέμα, με δυνατότητα ανέξοδης υπαναχώρησης, έναντι της Ελλάδος αλλά και της Δύσης. Θα τολμούσα να παραλληλίσω το θέμα με το πάγιο ελληνικό αίτημα της επαναλειτουργίας της ιερατικής Σχολής της Χάλκης. Αίτημα που συνεχώς εξετάζεται ευμενώς (!) από την Τουρκία, χωρίς εδώ και δεκαετίες να υπάρχει μια ευνοϊκή κατάληξη, ενώ έχει καταντήσει να τίθεται στο τραπέζι των διμερών διαπραγματεύσεων ως ισοδύναμο αντάλλαγμα έναντι ανείπωτων τουρκικών διεκδικήσεων. Σε αυτό το «καλάθι» των πιθανών ανισομερών τουρκικών παραχωρήσεων επιδιώκει ο Ερντογάν να εντάξει και το καθεστώς της Αγίας Σοφίας. Η Ελλάδα δεν πρέπει να παρασυρθεί σε αυτό το «ανατολίτικο παζάρι». Το καθεστώς της Αγίας Σοφίας δεν αφορά τα δύο κράτη. Ξεπερνάει ακόμη και τα όρια των σχέσεων Τουρκίας-χριστιανικής Δύσεως και αποτελεί υποχρέωση της πρώτης έναντι του συνόλου των κρατών που συγκροτούν τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών και τα εξειδικευμένα όργανα του.
Οι τουρκικοί όμως «λεονταρισμοί» αποκαλύπτουν και την βαθύτατη ριζωμένη -στο σχετικά νεοσύστατο τουρκικό κράτος- ανησυχία μιας ξαφνικής τραγικής ανατροπής και κατάρρευσης, έναντι των πολλών ιστορικών αντιπάλων και εκκρεμοτήτων. Ανησυχία δικαιολογημένη καθώς το σύνολο των μνημείων και της ιστορίας που κατακλύζουν την επικράτεια της δεν έχουν τουρκική σφραγίδα και μιλάνε για άλλους λαούς με τρισχιλιετή παρουσία και διαχρονικούς πολιτισμούς. Σήμερα αυτήν την πραγματικότητα την καταδεικνύουν τα πολυάριθμα μνημεία, αύριο όμως δεν είναι απίθανο, εργαστηριακές μέθοδοι να αποκαλύπτουν σημαντικά στοιχεία της ανθρώπινης καταγωγής, υποκινώντας αναζητήσεις και ωθώντας σε επανεξέταση βασικών επιλογών.
Ενίοτε δε, η αποκαλυπτόμενη φυλετική καταγωγή υπερισχύει δογμάτων και πεποιθήσεων που σήμερα εμφανίζονται σε έξαρση στην γειτονική χώρα. Η σύγχρονη ιστορία έχει αποδείξει ότι κοινωνίες -σε συγκεκριμένες περιστάσεις- παρουσιάζουν φαινόμενα ομφαλοσκόπησης και αναζήτησης και μάλλον η τουρκική δεν θα αποτελέσει εξαίρεση. Δεν μιλάμε φυσικά για το αύριο ή μεθαύριο, μιλάμε για ορισμένες πιθανότητες σε ένα σχετικά μακρινό μέλλον για το οποίο όμως πρέπει να προετοιμαζόμαστε από σήμερα. Οι πιθανότητες αυτές σίγουρα θα αυξηθούν αν κατάλληλα, μετά μεγίστης προσοχής, προωθούμε από σήμερα τα σπέρματα μιας ανάλογης αμφιβολίας, καθοδηγούμενοι και από τις -ορθές όπως αποδείχτηκε-επισημάνσεις του Kennan περί των ενδογενών συνθηκών κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης. Για να μην υπάρξει παρεξήγηση, μιλάω για το «μεθαύριο» και όχι για το «σήμερα» και «αύριο» που εξασφαλίζεται μόνο με την ενίσχυση όλων των συντελεστών ισχύος, τη συνοχή και την αποφασιστικότητα σύσσωμου του έθνους.
Όσο για τα ανίερα όνειρα και επιδιώξεις του Σουλτάνου για την Αγία Σοφία, η καλύτερη ελληνική απάντηση είναι η διεθνοποίηση του θέματος και η αποφυγή ένταξης του σε διμερείς συζητήσεις. Ταυτόχρονα οι ακραίοι τουρκικοί κύκλοι πρέπει να αντιληφθούν ότι ακόμη και συθέμελη η Αγία Σοφία να κατακρημνιστεί στον Βόσπορο, η σκιά της θα σκεπάζει την Βασιλεύουσα και οι ενδόμυχοι φόβοι, θρύλοι και εφιάλτες των καταπατητών θα είναι πάντα ζωντανοί. Παράλληλα όμως και κατάλληλα, με πλήρη πάντα σεβασμό προς το ακροατήριο (τουρκικό αλλά και διεθνές), πρέπει να μεταδίδεται συνεχώς το μήνυμα της δισχιλιοστούς ελληνικής παρουσίας και πολιτιστικής υπεροχής στην Μικρά Ασία και Κωνσταντινούπολη και η ελληνική επιδίωξη της λειτουργίας της Αγίας Σοφίας ως συνδετικού κρίκου της αναγκαστικής ειρηνικής συνύπαρξης των δύο λαών.