Χίλια πεντακόσια χρόνια μετά την κατανάλωση του πρώτου μπουκαλιού σαμπάνιας στον κόσμο, θα πίστευε κανείς ότι η βιομηχανία των 6 δισ. δολαρίων ετησίως δεν έχει πολλά περιθώρια βελτίωσης.
Κι όμως, η νέα τάση ωρίμανσης της σαμπάνιας, στα βαθιά και κρύα νερά της Βαλτικής, φαίνεται ότι θα φέρει την μεγαλύτερη επανάσταση στο είδος, μετά την ανακάλυψή του.
Όπως σοφά σχολιάζει ο Guardian «πολλές από τις καλύτερες καινοτομίες του κόσμου, ξεκίνησαν τυχαία. Έτσι κι αυτή, έχει αφετηρία το 2010, όταν μια ομάδα δυτών στο αρχιπέλαγος Åland της Φινλανδίας εντόπισε το ναυάγιο ενός πλοίου που βυθίστηκε το 1852».
Το πλοίο όμως έκρυβε έναν σπάνιο θησαυρό. 145 μπουκάλια σαμπάνιας που είχαν μείνει στα παγωμένα νερά της θάλασσας, 160 πόδια κάτω από την επιφάνεια της. Το πιο συναρπαστικό όμως ήταν ότι τα μπουκάλια ήταν ακόμα γεμάτα και η γεύση της σαμπάνιας ήταν μοναδική!
Παρότι όλες οι ετικέτες είχαν σβηστεί μετά από 171 χρόνια στο νερό, οι ειδικοί του κρασιού εξέτασαν την εσωτερική επιφάνεια των φελλών και βρήκαν εικόνες επωνυμίας που τους επέτρεψαν να αναγνωρίσουν την προέλευσή τους. Διαπίστωσαν λοιπόν ότι πρόκειται για την επωνυμία Juglar, η οποία εξαφανίστηκε το 1829 όταν ο αμπελώνας εξαγοράστηκε από Memmie Jacquesson.
Το 1810, ο Ναπολέων Α′ επισκέφτηκε τα κελάρια του Juglar και απένειμε χρυσό μετάλλιο στον Félix Juglar καθώς και στην οικογένεια Jacquesson, για την ομορφιά και τον πλούτο των κελαριών τους.
Πάνω από 190.000 δολάρια το μπουκάλι
Δύο χρόνια μετά την ανακάλυψη του ναυαγίου, 11 από τα μπουκάλια δημοπρατήθηκαν για 156.000 δολάρια σε μια πώληση στο Mariehamn, στο αρχιπέλαγος Åland μεταξύ Φινλανδίας και Σουηδίας, όπου βρέθηκε το ναυάγιο του πλοίου Föglö.
Ένα από τα 47 μπουκάλια Veuve Clicquot, που βρέθηκε στο ναυάγιο και θεωρήθηκε ότι ήταν κορυφαία παρτίδα, πουλήθηκε για 15.000 ευρώ. Ποσό ελάχιστο καθώς λίγα χρόνια αργότερα, όταν ειδικοί επεξεργάστηκαν με λεπτομέρεια την ποιότητα της σαμπάνιας η αξία του εκτοξεύτηκε στα 190.000 δολάρια το ένα.
Ο Philippe Jeandet, καθηγητής βιοχημείας τροφίμων στο Πανεπιστήμιο του Reims, στην καρδιά της περιοχής που ωριμάζει η γαλλική σαμπάνια, έλαβε δείγματα από τρία από τα μπουκάλια για να πραγματοποιήσει «χημική και αισθητηριακή ανάλυση» του κρασιού.
Η έκθεσή του, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences, έλεγε ότι «μετά από 170 χρόνια παλαίωσης στη βαθιά θάλασσα σε σχεδόν τέλειες συνθήκες, αυτά τα μπουκάλια σαμπάνιας «ξύπνησαν» για να μας πουν ένα κεφάλαιο στην ιστορία της οινοποιίας».
Δεκάδες άλλοι ειδικοί γευσιγνώστες και σομελιέ αποθέωσαν τη γεύση της σαμπάνιας ως μια γευστική εμπειρία που δεν έχουν ζήσει ποτέ στη ζωή τους.
Ο Dominique Demarville, ο τότε chef de caves της Veuve Clicquot, δοκίμασε τη σαμπάνια τρεις φορές, ανιχνεύοντας ώριμα φρούτα, τρούφες και μέλι λέγοντας ότι ήτανμεταξύτων καλύτερων σαμπανιών του κόσμου.
«Δεν έχω δοκιμάσει τέτοια σαμπάνια στη ζωή μου. Το άρωμα της έμεινε στο στόμα μου για τρεις ή τέσσερις ώρες αφού το δοκίμασα.» είπε.
Η Veuve Clicquot «βυθίζει» μπουκάλια για 40 χρόνια
Η Veuve Clicquot, που ανήκει στον όμιλο πολυτελών ειδών LVMH του Γάλλου δισεκατομμυριούχου Bernard Arnault, ενθουσιάστηκε τόσο πολύ με την ποιότητα της σαμπάνιας που προσπαθεί να δημιουργήσει τις ίδιες συνθήκες βυθίζοντας δεκάδες μπουκάλια στο ίδιο σημείο στο αρχιπέλαγος του Åland όπου θα μείνουν εκεί για 40 χρόνια.
Ο οίκος σαμπάνιας πιστεύει ότι η βαθιά θάλασσα θα είναι το τέλειο περιβάλλον για να «ξεκουραστεί» η σαμπάνια, η οποία παραδοσιακά ωριμάζει σε παλιά κελάρια κιμωλίας κάτω από τη Ρεμς.
«Με τη χαμηλή αλατότητά της (20 φορές χαμηλότερη από αυτή του Ατλαντικού Ωκεανού) και τη σταθερή θερμοκρασία των 4°C, η Βαλτική Θάλασσα προσφέρει το καλύτερο περιβάλλον γήρανσης», δήλωσε ο Veuve.
Η μοναδική γεύση εστιάζεται στις φυσαλίδες, σύμφωνα με τον Demarville. «Ενώ δεν παρατηρήθηκαν φυσαλίδες κατά την έκχυση της σαμπάνιας, άφηνε ένα ελαφρύ μυρμήγκιασμα κατά τη δοκιμή», ανέφερε η επιστημονική ανάλυση της σαμπάνιας.
Ο Jean-Marc Gallot, διευθύνων σύμβουλος της Veuve Clicquot, δήλωσε ότι αυτό το εξαιρετικό έργο αφιερωμένο στην τέχνη της γήρανσης αντικατοπτρίζει το πνεύμα της καινοτομίας και του θράσους που πάντα χαρακτήριζε το Maison Veuve Clicquot. Μας αρέσει να ξεπερνάμε τα όρια, όπως έκανε η Madame Clicquot στην εποχή της» τόνισε.
Στα ύψη η ζήτηση για «οικόπεδα» ωρίμανσης
Δεν είναι μόνο ο Veuve που πειραματίζεται με σαμπάνια στα βάθυ της θάλασσας. Η Lucy Edwards, ειδικός στη σαμπάνια και ιδρυτής του βιομηχανικού περιοδικού Champagne Everyday, είπε ότι η υποθαλάσσια αποθήκευση «είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη περιοχή ανάπτυξης της σαμπάνιας, με τους περισσότερους από τους μεγάλους παραγωγούς, ακόμη και τους μικρούς οίκους να τη δοκιμάζουν».
Κι ενώ η Veuve ρίχνει τα μπουκάλια της στη Βαλτική, ο Edwards έχει δημιουργήσει τη μεγαλύτερη υποθαλάσσια βιομηχανία αποθήκευσης, στα ανοικτά των ακτών της Βρετάνης.
Η ζήτηση για τέτοια σαμπάνια έχει αυξηθεί τόσο γρήγορα που μια γαλλική εταιρεία υπεράκτιων εξερευνήσεων που εργαζόταν στο παρελθόν για πετρελαϊκούς κολοσσούς, ξεκίνησε ένα νέο τμήμα, το Amphoris, αφιερωμένο στην υποθαλάσσια αποθήκευση κρασιού.
«Η δουλειά μας βασίζεται στην εύρεση μιας αξιόπιστης και ασφαλούς τοποθεσίας βύθισης φιαλών που έχουν επιλεγεί προσεκτικά για τα μοναδικά χαρακτηριστικά τους, προσφέροντας τις καλύτερες συνθήκες για να λειτουργήσει ένα τέλειο «υποβρύχιο κελάρι»: απόλυτο σκοτάδι, σταθερή θερμοκρασία, απόλυτη ασφάλεια.»
Οι οινοπαραγωγοί όμως ανησυχούν για περιστατικά κλοπής του ακριβού κρασιού τους από δύτες διαβεβαιώνονται ότι «οι υποβρύχιες τοποθεσίες του βρίσκονται σε βάθη πέρα από τα όρια της ανθρώπινης ελεύθερης κατάδυσης».
Σύμφωνα με τον Έντουαρντς «χρειάζονται παρθένες συνθήκες για να παλαιώσεις την καλύτερη σαμπάνια. Παλαιότερα πίστευαν ότι στις σήραγγες κάτω από τη Ρεμς, ήταν οι καλύτερες συνθήκες αλλά τώρα θεωρούν ότι η υποθαλάσσια ωρίμαση είναι ακόμα καλύτερη. Εκεί, στο απόλυτο σκοτάδι, με μια σταθερή θερμοκρασία, και την πίεση του νερού να είναι κοντά σε αυτήν μέσα στο μπουκάλι – γίνονται οι καλύτερες φυσαλίδες».