Η προεδρία Μπάιντεν μέσα από τον σπασμένο καθρέφτη

Από τις 20 Ιανουαρίου, ο πρόεδρος Μπάϊντεν θα αντιμετωπίσει ένα νέο, σχεδόν, πλανήτη σε σχέση με το 2016.
ANGELA WEISS via Getty Images

Ο Τζο Μπάϊντεν και η Κάμαλα Χάρις πέτυχαν μια καθαρή νίκη. Τόσο στο επίπεδο των ψήφων του εκλεκτορικού κολλεγίου (που εκλέγει τον πρόεδρο) όσο και στο επίπεδο της ψήφου των πολιτών (που ορίζει και τις καταρχήν δεσμευτικές για το εκλεκτορικό κολλέγιο πλειοψηφίες των επιμέρους πολιτειών). Παράλληλα, όμως, ο Τραμπ ενίσχυσε τις δυνάμεις του στο επίπεδο της ψήφου των πολιτών σε σχέση με το 2016. Ο «Τραμπισμός» παραμένει ζωντανός και μαχητικός.

Παρατηρώντας τις αντιδράσεις πολιτών αλλά και – υποτίθεται – ειδικών (συναδέλφων, πολιτικών, δημοσιογράφων), διερωτώμαι αν έχει υπάρξει στην πρόσφατη αμερικανική ιστορία εκλογή που να έχει σε τέτοιο βαθμό συναρπάσει, πολώσει και θολώσει τις απόψεις στις ΗΠΑ αλλά και τον πλανήτη γενικά.

“Η εκλογή που ολοκληρώνεται αυτές τις ημέρες θα μείνει στην ιστορία όχι μόνο ως εκλογή της πόλωσης αλλά και – κυρίως – ως εκλογή της μεγάλης δημοκρατικής συμμετοχής και της ενεργητικής πολιτικής ταύτισης.”

Ζούσα στις ΗΠΑ στο διάστημα της προηγούμενης προεδρικής προεκλογικής εκστρατείας το 2016, όταν ο Τραμπ κατόρθωσε να συμπαρασύρει ένα αρχικά διστακτικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σε μια οριακή αλλά αναμφισβήτητη νίκη. Ο υπεύθυνος τρόπος αποδοχής της ήττας από την Κλίντον (η οποία προηγείτο στο επίπεδο της ψήφου των πολιτών) και η μετάβαση της περιόδου μεταξύ των εκλογών του Νοεμβρίου 2016 και της ορκωμοσίας στις 20 Ιανουαρίου 2017 ενίσχυσαν τα θεμέλια της νομιμοποίησης του αμερικανικού ομοσπονδιακού συστήματος.

Ο συνεχής πόλεμος που δέχτηκε στη συνέχεια ο πρόεδρος Τραμπ από τις ηγετικές ομάδες και τη δημοσιότητα της ανατολικής ακτής σε συνδυασμό με το σχεδόν αποκλειστικά πολωτικό στιλ της πολιτικής του, ενθάρρυναν την παγίωση και επέκταση της λαϊκής ψήφου για τον Τραμπ σε ένα κομμάτι της αμερικανικής κοινωνίας. Η πραγματικότητα είναι ότι στο διάστημα που μεσολάβησε, οι πιστοί υποστηρικτές του Τραμπ αυξήθηκαν σε αριθμούς και ενισχύθηκαν σε πείσμα. Από σχεδόν 63 εκατομμύρια ψήφους το 2016, ο Τραμπ (με τον ίδιο υποψήφιο αντιπρόεδρο) έφτασε τους σχεδόν 71 εκατομμύρια το 2020. Το 2016, ο Τραμπ κέρδισε τον υψηλότερο αριθμό ατομικών ψήφων όλων των εποχών για έναν Ρεπουμπλικανό υποψήφιο.

“Δεν ήταν όλα τα ζητήματα που ανέδειξε στην ατζέντα η περίοδος Τραμπ λανθασμένα ή επιβλαβή για τις ΗΠΑ. Ήταν όμως σχεδόν όλα προβληματικά για τον υπόλοιπο πλανήτη αλλά και για τις σχέσεις των ΗΠΑ με τον δυτικό κόσμο.”

Το 2020, ο Τραμπ ξεπέρασε το προηγούμενο ρεκόρ αλλά ο Μπάϊντεν κατόρθωσε να κερδίσει τον υψηλότερο αριθμό όλων των εποχών για έναν προεδρικό υποψήφιο ανεξαρτήτως κόμματος: 75 εκατομμύρια πολίτες επέλεξαν τον υποψήφιο των Δημοκρατικών. Το 2008 ο χαρισματικός Ομπάμα είχε αγγίξει τα 70 εκατομμύρια, θέτοντας τότε τον πήχυ σε ύψος ρεκόρ. Οι αυξημένοι αριθμοί το 2020 (75 και 71 εκατομμύρια αντίστοιχα για Μπάϊντεν και Τραμπ) υποδεικνύουν ότι η εκλογή που ολοκληρώνεται αυτές τις ημέρες θα μείνει στην ιστορία όχι μόνο ως εκλογή της πόλωσης αλλά και – κυρίως – ως εκλογή της μεγάλης δημοκρατικής συμμετοχής και της ενεργητικής πολιτικής ταύτισης.

Παρότι κάποιες δικαστικές μάχες θα συνεχιστούν, δεν υπάρχει σοβαρή πιθανότητα ανατροπής των σημερινών δεδομένων. Όταν τα επόμενα διαδικαστικά αλλά και απαραίτητα βήματα ολοκληρωθούν, ο Τζο Μπάϊντεν και η Κάμαλα Χάρις θα αναλάβουν μια νέα προεδρία των Δημοκρατικών που θα συνδυάζει μεγάλη εμπειρία στα εσωτερικά και τα διεθνή (Μπάϊντεν) και την πρώτη στην ιστορία γυναικεία παρουσία στην αντιπροεδρία με μια επιτυχημένη γερουσιαστή από την ισχυρή πολιτεία της Καλιφόρνια (Χάρις).

Τα επόμενα βήματα έχουν όμως τη θεσμική σημασία τους: Στις 14 Δεκεμβρίου ψηφίζει επίσημα το εκλεκτορικό κολλέγιο, στις 6 Ιανουαρίου το Κογκρέσο σε κοινή συνεδρίαση Βουλής και Γερουσίας ανακηρύσσει τον επόμενο πρόεδρο και στις 20 Ιανουαρίου ο νέος πρόεδρος ορκίζεται και αναλαμβάνει.

Παρένθεση - πρελούδιο σε μια μελλοντική αποτίμηση του Τραμπ

ASSOCIATED PRESS

Μια μελλοντική αποτίμηση της προεδρίας Τραμπ θα πρέπει, καταρχήν, να διακρίνει μεταξύ του πολιτικού στιλ και των δημόσιων πολιτικών. Θα πρέπει επίσης, στη συνέχεια, να επιχειρήσει την ακόμη δυσχερέστερη διάκριση μεταξύ των εξουσιαστικών πρακτικών και των προτιμήσεων του Τραμπ και του στενού περιβάλλοντός του και των πολιτικών που ασκούνταν από το πλουραλιστικά διαρθρωμένο σύστημα λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο όμως αναγκαστικά των συντεταγμένων της προεδρίας του.

Ακριβώς επειδή η διάκριση μεταξύ πολιτικού στιλ και εφαρμοζόμενης πολιτικής αλλά και εκείνη μεταξύ προσωπικών προτιμήσεων ενός προέδρου και του αμερικανικού συστήματος λήψης αποφάσεων είναι διακρίσεις δύσκολες αναλυτικά και αμφιλεγόμενες πολιτικά, οι αποτιμήσεις της περιόδου Τραμπ τείνουν να διχάζουν με τρόπο σχεδόν πρωτοφανή. Δεν ήταν όλα τα ζητήματα που ανέδειξε στην ατζέντα η περίοδος Τραμπ λανθασμένα ή επιβλαβή για τις ΗΠΑ. Σε επόμενη ευκαιρία θα εστιαστούμε την εσωτερική ατζέντα. Ήταν όμως σχεδόν όλα προβληματικά για τον υπόλοιπο πλανήτη αλλά και για τις σχέσεις των ΗΠΑ με τον δυτικό κόσμο.

Το συχνά χυδαίο πολιτικό στιλ του Τραμπ έφτασε στην αποκορύφωσή του στην ευαίσθητη εκλογική και μετεκλογική περίοδο, αφαιρώντας από τους περισσότερο αντικειμενικούς παρατηρητές την ευκαιρία μιας ισορροπημένης αποτίμησης. Δυναμιτίζοντας τα θεμέλια της εκλογικής νομιμοποίησης του αμερικανικού ομοσπονδιακού συστήματος, ο Τραμπ εξέθεσε μερικά υπαρκτά και πολλά φανταστικά προβλήματα της εκλογικής διαδικασίας σε μια διεθνή κοινή γνώμη που φάνηκε ότι διψούσε για «ειδήσεις» που θα μείωναν το κύρος της ατλαντικής υπερδύναμης. Οι δικαστικές προσφυγές είναι κάτι που έχει γίνει στο παρελθόν (π.χ. το 2000) και θα επαναληφθεί πιθανότατα και στο μέλλον. Οι δηλώσεις, όμως, του προέδρου για «εκλογική απάτη» χωρίς σοβαρή τεκμηρίωση αποτέλεσαν μια πρωτοφανή και πολυσήμαντη υπονόμευση του ομοσπονδιακού πολτικού συστήματος εκ των έσω και μάλιστα από την κορυφή.

Ο Μπάϊντεν και οι διεθνείς σχέσεις

8 Νοεμβρίου 2020 - Στο βάθος Μνημείο Ουάσινγκτον και το Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Στη φωτογραφία αριστερά δεσπόζει το μνημείο των πεσόντων πεζοναυτών ή μνημείο Ιβο Τζίμα.
8 Νοεμβρίου 2020 - Στο βάθος Μνημείο Ουάσινγκτον και το Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Στη φωτογραφία αριστερά δεσπόζει το μνημείο των πεσόντων πεζοναυτών ή μνημείο Ιβο Τζίμα.
ASSOCIATED PRESS

Από τις 20 Ιανουαρίου, ο πρόεδρος Μπάϊντεν θα αντιμετωπίσει ένα νέο, σχεδόν, πλανήτη σε σχέση με το 2016. Οι κίνδυνοι ταυτόχρονης περαιτέρω κατάρρευσης προσφοράς και ζήτησης σε παγκόμια κλίμακα λόγω της πανδημίας σε συνδυασμό με τις αλλαγές σε περιφερειακές και παγκόσμιες γεωπολιτικές ισοπρροπίες των τελευταίων ετών συνθέτουν ένα εξαιρετικά δύσκολο σκηνικό. Είναι όμως ένας πλανήτης που εξακολουθεί να περιμένει μια υπεύθυνη αμερικανική παρουσία και πολιτικές.

Εξαρχής η προεδρία Μπάϊντεν θα δώσει ένα νέο στίγμα με ορισμένα εμβληματικά πεδία, όπως είναι η επάνοδος στη συμφωνία για την κλιματική αλλαγή. Άμεσες κινήσεις που θα σηματοδοτούν ένα βαθμό επιστροφής στην πολυμέρεια θα υπάρξουν γενικότερα, αφού άλλωστε αναμένονται παντού και σχεδόν από από όλους. Αλλά το ζήτημα είναι η μεσοπρόθεσμη και η μακροπρόθεσμη διάσταση. Εκεί τα πράγματα είναι περισσότερο σύνθετα.

Είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει ένα βελτιωμένο κλίμα με του συμμάχους, κλίμα που θα ενθαρρύνει πολλες και σημαντικές επιμέρους βελτιώσεις στις ευρωατλαντικές σχέσεις. Ένα μέρος της ζημιάς που αναμφίβολα έχει υπάρξει στος ευρωατλαντικές σχέσεις θα επιδιορθωθεί. Αλλά οι τάσεις απομάκρυνσης των ΗΠΑ από τον παλαιότερο ρόλο τους, τάσεις που ανιχνεύονται ήδη στην περίοδο Ομπάμα, θα συνεχιστούν. Η τάση ειδικότερα που για πρώτη φορά λαμβάνει τέτοιες διαστάσεις μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, δηλαδή η απομάκρυνση τόσο των ΗΠΑ όσο και της Βρετανίας από την Ευρώπη δεν θα ανακοπεί αλλά θα μετριαστεί και θα τύχει νέας διαχείρισης.

“Τα θετικά της αλλαγής για την Ελλάδα είναι πολλά. Είναι πράγματι πολύ σημαντικό να κοπεί ο ομφάλιος λώρος που δυστυχώς συνέδεε τις οικογένειες Τραμπ και Ερντογάν σε επίπεδο ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων. ..Το στοίχημα από το 2021 θα είναι να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο η διμερής στρατηγική συνεργασία μας με τις ΗΠΑ...”

Στη Μέση Ανατολή

Η νέα διοίκηση θα πρέπει να προχωρήσει με εξαιρετική προσοχή. Η περίοδος Τραμπ συνέπεσε αλλά και σε ένα βαθμό βοήθησε να ωριμάσουν ορισμένες κρίσιμες εξελίξεις στην Μέση Ανατολή και τον αραβικό κόσμο. Από αυτή τη συγκεκριμένη άποψη, η επιστροφή σε ορισμένα στοιχεία της περιόδου Ομπάμα θα ήταν ατυχής.

Το Ισραήλ πρέπει να εξακολουθήσει να ενισχύεται στην φάση προσέγγισης με κρίσιμα στοιχεία του αραβικού κόσμου (Ιορδανία, Εμιράτα, στο βάθος Σαουδική Αραβία).

Το Ιράν δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με γρήγορες αποφάσεις και η κινηματική διάσταση του επικίνδυνου ισλαμισμού που οδηγεί στον τζιχαντισμό θα πρέπει να τύχει σκληρής και όχι διαλλακτικής αντιμετώπισης.

Παράλληλα με τον διάλογο και τη σε βάθος συζήτηση με τα πάμπολλα υπεύθυνα στοιχεία στον αραβικό και γενικότερα τον ισλαμικό κόσμο.

Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι δίκτυα όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα αλλά και κράτη όπως η Τουρκία, το Κατάρ, το Πακιστάν δεν πρέπει να αφεθούν να ποδηγετήσουν (άμεσα ή έμμεσα) το νέο κύμα κινηματικής διεθνικής τρομοκρατίας που έχουμε μπροστά μας.

Γενικότερα, πάντως, μια επανάληψη της προσέγγισης Ομπάμα είναι ούτως ή άλλως απίθανη σε σχέση με τον αραβικό κόσμο και ειδικότερα την Μέση Ανατολή, λόγω και των νέων συνθηκών και στοιχείων που έχουν στο μεταξύ αναδυθεί.

Ελληνοτουρκικά

Ως προς τα ελληνοτουρκικά σε σχέση με τις ΗΠΑ, σε αυτό το περιορισμένο πλαίσιο πρέπει καταρχήν να επισημανθεί ότι τίποτε δεν είναι άσπρο – μαύρο, παρότι ορισμένοι θα επιμένουν να παρερμηνεύουν τον κόσμο μέσα από ένα τέτοιο εύκολο, βολικό αλλά και επικίνδυνο πρίσμα. Τα θετικά της αλλαγής για την Ελλάδα είναι πολλά. Είναι πράγματι πολύ σημαντικό να κοπεί ο ομφάλιος λώρος που δυστυχώς συνέδεε τις οικογένειες Τραμπ και Ερντογάν σε επίπεδο ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων. Επίσης, ο ίδιος ο Μπάϊντεν έχει βαθιά γνώση της περιοχής γενικά και των ελληνοτουρκικών σχέσεων ειδικότερα. Είναι παράλληλα δεδομένη η ανεκτίμητη βοήθεια του Μπάϊντεν ως αντιπροέδρου επί Ομπάμα στη διατήρηση της Ελλάδας στο ευρώ μέσω συστηματικής στήριξης των ΗΠΑ απέναντι στα γεράκια της ευρωζώνης.

Από την άλλη πλευρά, πολλά εξειδικευμένα στελέχη των Δημοκρατικών αποδίδουν μεγάλη σημασία στη διατήρηση της Τουρκίας σε ένα πολυμερές ευρωατλαντικό πλαίσιο συμμαχίας. Το στοίχημα από το 2021 θα είναι να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο η διμερής στρατηγική συνεργασία μας με τις ΗΠΑ ώστε να μην αλλοιωθεί ο χαρακτήρας της στο ευρύτερο πλαίσιο των προσπαθειών διατήρησης μιας ούτως ή άλλως εξασθενημένης πολυμέρειας.

Ευρωατλαντικές σχέσεις

Στο πλαίσιο αυτό, θα είναι κρίσιμο να αντιληφθεί η Ουάσιγκτον ότι πέρα από τις εξαιρετικές σχέσεις μεταξύ Ομπάμα – Μέρκελ στο παρελθόν, στην Ευρώπη σήμερα κάτι κινείται και αυτό είναι η στρατηγική προσπάθεια της Γαλλίας στην κατεύθυνση της οικοδόμησης μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας στην ασφάλεια και την άμυνα, σε συνεργασία πάντα με τις ΗΠΑ. Με τη Βρετανία κυριολεκτικά στην μέση του Ατλαντικού μετά το Brexit και την ήττα του Τραμπ, θα είναι σημαντικό για τις ευρωατλαντικές σχέσεις εάν οι ΗΠΑ προσεγγίσουν τη νέα γαλλική προσπάθεια με μια νέα, θετική και δημιουργική διάθεση.

Η περίοδος Τραμπ είχε ευρέως ερμηνευθεί ως πρόκληση για μεγαλύτερο και περισσότερο συνεκτικό ρόλο της Ευρώπης. Από την πλευρά της Ευρώπης, το στοίχημα εν πολλοίς απέτυχε. Η νέα αμερικανική προεδρία είναι ευκαιρία για μια δημιουργική επανεξέταση που πεδίου, πέρα από τα τετριμμένα που έχει ήδη αρχίσει να αναμασά μια δημοσιότητα εθισμένη στους κοινούς τόπους των αναλύσεων της ανατολικής ακτής.

Δημοφιλή