″Θα βγω”, μου είπε την τελευταία φορά που μιλήσαμε, πριν από 20 μέρες. Ηταν στο Ερρίκος Ντυνάν και στην φωνή της άκουγα όλη την προσπάθεια που έκανε για να πείσει και μένα και τον εαυτό της. ” Θα βγω, ξαδέλφη. Στείλε μου κίνητρα!”
Της έστειλα θάλασσες και ήλιους, φώτα και χρώματα, όλα αυτά που αγαπούσε και λαχταρούσε.
Aλλά η Ρίκα δεν βγήκε. Μπήκε στην Εντατική κι επί τέσσερις βδομάδες έδινε την ύστατη μάχη με τον καρκίνο - τη μάχη που έχασε γύρω στις 10 το πρωί της 7ης Αυγούστου 2018.
Η Ρίκα ήταν η μοναχοκόρη του δημοσιογράφου Οδυσσέα Ζούλα και της Βαρβάρας Δράκου. Η μητέρα μου και ο Οδυσσέας ήταν πρώτα ξαδέλφια κι ένα μεσημέρι, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, οι γονείς μου τους κάλεσαν σε τραπέζι. Ο πατέρας μου ήταν κι εκείνος δημοσιογράφος και μεταξύ των καλύτερων φίλων του ήταν και ο Γιάννης Διακογιάννης, ο οποίος επίσης εκλήθη σ′ εκείνο το μοιραίο τραπέζι.
Ο έρωτας μεταξύ της Βαρβάρας και του Διακογιάννη ήταν κεραυνοβόλος. Όπως μου είχε πει η Ρίκα, ο Οδυσσέας κατάλαβε από την πρώτη στιγμή τι είχε συμβεί.
”Σε έχασα, Βαρβάρα μου...” είπε τότε στην συζύγό του και, πράγματι, το διαζύγιο δεν άργησε να βγει.
Ετσι μπήκε στην ζωή της Ρίκας ο Γιάννης Διακογιάννης κι έτσι το Ζούλα έγινε Βαγιάνη. Από την Βαρβάρα και τον Γιάννη.
Η Βαρβάρα έμεινε με τον Διακογιάννη μέχρι που τους χώρισε ο θάνατός της, το 2016 - από καρκίνο κι αυτός.
Ο Οδυσσέας Ζούλας είχε πεθάνει από το 1992 κι ένα χρόνο πριν από την απώλεια της μητέρας της, η Ρίκα διεγνώσθη με καρκίνο του πνεύμονα. Από τότε μέχρι και την τελευταία στιγμή, τον αντιμετώπισε με τα πιο ισχυρά όπλα της: χιούμορ, αυτοσαρκασμό και αισιοδοξία.
Όλα αυτά τα έχασε σήμερα και η ελληνική δημοσιογραφία. Η Ρίκα Βαγιάνη σπούδασε μεν στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και άρχισε την καριέρα της ως ηθοποιός, αλλά η δημοσιογραφία ήταν που την κέρδισε τελικά. Δούλεψε σκληρά και επί χρόνια σε περιοδικά, εφημερίδες, ραδιόφωνα και κανάλια και το 2009 συναντηθήκαμε στο Protagon.
Μέλος της ιδρυτικής ομάδας, η Ρίκα ήταν ήταν για μένα - και για χιλιάδες αναγνώστες - η καλύτερη πένα εκείνης της παρέας. Ο συνδυασμός του χιούμορ και της οξυδέρκειας στο γράψιμό της ήταν σπάνιος - και μοναδικός.
Διάλεγε πάντα την αιρετική οπτική γωνία και σε υποχρέωνε να σκεφτεις διαφορετικά - μόλις σταματούσες να γελάς. Δεν δίσταζε να εκφράσει την ”δύσκολη” γνώμη (δεν της άρεσαν ποτέ τα εύκολα της Ρίκας) την οποία υποστήριζε πάντα με επιχειρήματα, που οδηγούσαν κάθε συζήτηση εκεί όπου οι περισσότεροι δεν τολμούσαν να πάνε.
Η Ρίκα τολμούσε - κι ας φοβόταν. Προχωρούσε - κι ας ήταν ο δρόμος γεμάτος παγίδες. Μαχόταν - κι ας ήταν η μάχη χαμένη από την αρχή.
Και τώρα που έφυγε, δεν αφήνει πίσω της σκοτάδι. Αφήνει Φως.
Μόνο Φως, Νίκο και Οδυσσέα. Μόνο Φως.