Η ρίζα του προβλήματος της Μεταπολίτευσης είναι ότι η πτώση της χούντας τον Ιούλιο του 1974 ταυτόχρονα με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, προκάλεσε ενθουσιασμό που επισκίασε τον θρήνο γιά την εθνική τραγωδία, παραπλάνησε τις συνειδήσεις, συσκότισε την πραγματικότητα και αδρανοποίησε τα αντανακλαστικά που λογικά θα έπρεπε να προκαλέσει μία εθνική καταστροφή.
Απόδειξη ο επαίσχυντος ετήσιος εορτασμός την 24η Ιουλίου στο προεδρικό μέγαρο, που κανονικά θα έπρεπε να είναι ημέρα σιωπής και πένθους γιά την απώλεια εθνικού εδάφους και τόσων ανθρώπων, την ώρα που υπήρχαν 3000 νεκροί, 1619 αγνοούμενοι, 120.000 πρόσφυγες και η βόρεια Κύπρος υπό κατοχήν. Έτσι, αντί ο Ελληνισμός να ανασυγκροτηθεί στρατιωτικά, ψυχικά και γεωπολιτικά, όπως το 1922 που οδήγησε στο 1940, έγινε το αντίθετο.
Από το 1974 και μετά η λανθασμένη πρόσληψη της πραγματικότητας οδήγησε σε σταδιακή εξασθένιση, με απαξίωση της εθνικής ιστορίας και του πατριωτισμού, σταδιακή μείωση της στρατιωτικής θητείας σχεδόν μέχρις εξαλείψεως, εξωτερική πολιτική βασισμένη σε φοβικά σύνδρομα και κατευνασμό και γενικά παρακμιακή αντιμετώπιση του μέλλοντος. Αντί μετά το 1974 να επιδιώξουμε να γίνουμε ένα ισχυρό και επίφοβο κράτος, όλα αυτά τα βαφτίσαμε εθνικισμό, δεχθήκαμε ότι το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του, αφήσαμε τους Τούρκους να παραβιάζουν συστηματικά τον θαλάσσιο και εναέριο χώρο μας και να αμφισβητούν την κυριαρχία μας και διολισθήσαμε στην φινλανδοποίηση. Άμοιρη ευθυνών δεν είναι φυσικά η πολιτική και πνευματική ηγεσία της χώρας, αλλά ούτε και ο ελληνικός λαός που δέχθηκε με μεγάλη ευκολία τις αυταπάτες του.