«Ξέρεις πόσο ζυγίζω Οδυσσέα; Ζυγίζω όσο οι στάχτες όλων των πεθαμένων φίλων μου που φύγανε σαν καπνός.» Η φράση ανήκει στον Χουάν Λαρέα, ήρωα και μετωνυμία του (γιου επιζήσαντα) Χ. Σεμπρούν. Ο χρόνος αφήγησης είναι η μεταπολεμική Ευρώπη κι αυτό που ζυγίζεται με τον τότε και τον παρόντα χρόνο είναι το βάρος του υλικά ανύπαρκτου σε μια γη που μετρά το «χρυσό», της ρίζας που «δένει» στη γη ο καπνός, της ανάγκης για μια συνολικά άλλη πορεία μιας ηπείρου που σε αυτόν τον «ανάλαφρο» καπνό απώλεσε το βάρος της υπόστασης της. Ή μάλλον την δυνατότητά της να διαπραγματευτεί (όμοια με κάθε ίσως γωνιά του πλανήτη σε άλλη κλίμακα),το Σκοτάδι της, όπως θυμίσαμε μια φορά άλλη. Σκοτάδι που περνώντας από θρησκευτικές, έμφυλες, ταξικές και ρατσιστικές σφαγές, απονέμοντας το ρόλο του θύτη και του θύματος σε χιλιάδες πρόσωπα και μεταπλάθοντας τα πολλαπλά προσωπεία της εξουσίας, αποκρυσταλλωνόμενο εκείνη την δεκαετία του 30 σε ναζισμό.
Οι Γερμανοί ζούσαν ως Εθνική Μειονότητα κυρίως στη Σουδητία, μια περιοχή στα δυτικά σύνορα της Τσεχοσλοβακίας με τη Γερμανία. Μια χώρα που είχε ιδρυθεί στ’ απόνερα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου μετά την κατάρρευση της Αυστροουγγαρίας. Το 1931 ίδρυσαν το Λαϊκό Κόμμα των Γερμανών με επικεφαλής τον Konrad Henlein που απαίτησε να τεθεί η Σουδητία υπό γερμανικό έλεγχο. Η κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας ήταν απρόθυμη να αναγνωρίσει το κόμμα για διάφορους λόγους. Εάν η περιοχή παραχωρούνταν στους Γερμανούς θα έχανε ένα σημαντικό κομμάτι εθνικής γης, πλούσιο μάλιστα σε φυσικούς πόρους όπως ο λιγνίτης και ο άνθρακας. Είχαν ακόμη λόγο να ανησυχούν ότι άλλες εθνικότητες ή θρησκευτικές μειονότητες, όπως οι Εβραίοι και οι αθίγγανοι που ζούσαν στην Τσεχοσλοβακία θα ήθελαν να μεταφερθούν στο εσωτερικό της χώρας δημιουργώντας ένα κύμα προσφύγων. Τέλος, η περιοχή ήταν μια ζωτικής σημασίας αμυντική ζώνη: τα σύνορα της Σουδητίας με τη Γερμανία ήταν επενδεδυμένα με οχυρώσεις που σε περίπτωση παραχώρησης θα άφηναν γυμνή όλη την περιοχή στ’ ανατολικά της Γερμανίας.
Ο Χίτλερ, αν δεν το εντέλεσε το ίδιο το κόμμα του μετά την συνάντηση στην Αυστρία τον Μάη του 1938, ενθάρρυνε με ενθουσιασμό το Λαϊκό Κόμμα των Γερμανών του Σουδετού προφορικά και οικονομικά και κατήγγειλε παραβιάσεις δικαιωμάτων «Γερμανών πολιτών». Το μοτίβο, άλλωστε, στις ομιλίες του Χίτλερ ήταν η ιδέα ότι όλοι οι Γερμανοί έπρεπε να ζουν μέσα σε ένα ενιαίο Ράιχ. Το 1938 διέταξε τους στρατηγούς του να καταρτίσουν σχέδια για την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία. Ήταν ουσιαστικά η έναρξη μιας μεγάλης σφαγής που θα έφτανε, σαν κύμα, και μέχρι τα σπίτια μας. Και πραγματοποιήθηκε από την 1η ως την 10 Οκτώβρη εκείνης της χρονιάς.
Κατ’ εντολήν του οι Γερμανοί Σουδίτες άρχισαν να προκαλούν αναταραχή στη Sudetenland. Δεν τους μάστιζε, άλλωστε, η ανεργία; Αυτό θα έδειχνε στην υπόλοιπη Ευρώπη ότι η τσεχική κυβέρνηση ήταν ανίκανη να διατηρήσει «την τάξη». Ο Χίτλερ θα χρησιμοποιούσε αυτό το χάος ως δικαιολογία για να εισβάλλει στη Σουδητία. Ήταν ένα ριψοκίνδυνο σχέδιο. Ο τσεχικός στρατός ήταν ισχυρός και επαγγελματικός και οι ισχυρές οχυρώσεις της Τσεχίας στα σύνορα έδωσαν στον αμυνόμενο στρατό ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Η γερμανική Luftwaffe δεν θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά την τακτική του Blitzkrieg στο απότομο και δασώδες έδαφος από τη Γερμανία ως στη Σουδητία.
Η Τσεχοσλοβακία, ωστόσο, δεν μπορούσε να υπολογίζει σε καμία διεθνή υποστήριξη απέναντι σε μια γερμανική εισβολή. Ποιος νοιαζόταν για μια ”άλλη χώρα”; Η Γαλλία είχε βέβαια υποσχεθεί στις Συνθήκες του Λοκάρνο να βοηθήσει στην υπεράσπιση της Τσεχοσλοβακίας σε περίπτωση εισβολής, αλλά ο Χίτλερ προέβλεψε ότι οι Γάλλοι δεν θα έκαναν τίποτα - στο κάτω-κάτω, μόλις που είχαν κλείσει το βλέφαρο στην εκ νέου στρατιωτικοποίηση της Ρηνανίας, που ήταν στην αυλή τους. Αν αδιαφορούσαν ο Χίτλερ θα τους άφηνε ήσυχους. Η ΕΣΣΔ είχε επίσης εγγυηθεί τη βοήθειά της στην Τσεχοσλοβακία, αλλά βρισκόταν στη μέση μιας περιόδου εσωτερικής αναταραχής λόγω Σταλινισμού και ήταν απίθανο να τηρήσει αυτή την υπόσχεση.
Η Βρετανία αποφάσισε και πάλι να ακολουθήσει το δόγμα του κατευνασμού. Η καταστροφή που προκάλεσε η γερμανική Luftwaffe στην Γκέρνικα στην Ισπανία ως επίδειξη δύναμης τρομοκρατούσε, άλλωστε, τους διεθνείς παίκτες. Ποιος θελει φασαρίες στα πόδια του όταν τα παπούτσια του βρέχονται από αίμα αλλονών; Άσε που στην Ισπανία ο Χίτλερ είχε χτυπήσει κομμουνιστές και αναρχικούς. Η στρατιωτική δύναμη της Βρετανίας - το ναυτικό της - δεν θα μπορούσε να παίξει κανένα ρόλο σε μια σύγκρουση στην κλειστή Τσεχοσλοβακία, ενώ η βρετανική αεροπορία δεν ήταν καθόλου ισχυρή. Οι στρατιωτικοί αρχηγοί του Τσάμπερλεν τρόμαξαν ακόμη περισσότερο τον πρωθυπουργό όταν του είπαν ότι πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι θα μπορούσαν να σκοτωθούν από βομβαρδισμούς σε μόλις 60 ημέρες. Ο θάνατος σε τέτοια κλίμακα θα απαιτούσε ομαδικούς τάφους. Κανείς δεν ήθελε άλλον πόλεμο. Και όλοι δούλευαν γι’ αυτόν.
Οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο του 1938. Η πρώτη από τις τρεις συναντήσεις έλαβε χώρα στο Bertesgaden, κοντά στο Μόναχο. Ο Χίτλερ ζήτησε να παραδοθεί η Σουδητία στη Γερμανία. Ο Τσάμπερλεν συμφώνησε, χωρίς διαβούλευση με τους Τσέχους, ότι περιοχές που περιείχαν περισσότερο από 50 τοις εκατό εθνικά Γερμανούς θα μπορούσαν να καταληφθούν από τον στρατό του Ράιχ. Αφού ο Τσάμπερλεν συμφώνησε το ζήτημα με τον Γάλλο πρωθυπουργό, οι Βρετανοί και οι Γάλλοι προσπάθησαν να πείσουν την Τσεχοσλοβακία να συμφωνήσει σε αυτή τη λύση. Μετά από μία αναμενόμενη αρχική αντίσταση συνθηκολόγησε.
Στις 22 Σεπτεμβρίου, ο Chamberlain πέταξε στο Bad Godesberg για να συναντήσει τον Χίτλερ για να επεξεργαστεί τις τελευταίες λεπτομέρειες του σχεδίου. Ο Χίτλερ εξέπληξε τον Τσάμπερλεν θέτοντας νέες απαιτήσεις. Ήθελε τα γερμανικά στρατεύματα να καταλάβουν τη Σουδητία. Απαίτησε επίσης να επιστραφούν στην Πολωνία και την Ουγγαρία τα εδάφη που περιείχαν την πλειοψηφία των Πολωνών και των Μαγυάρων. Αυτό ουσιαστικά θα διέλυε την Τσεχοσλοβακία.
Κατόπιν εισήγησης του Μουσολίνι, πραγματοποιήθηκε μια διάσκεψη για την επίλυση της κρίσης που διογκωνόταν. Συμμετείχαν η Γερμανία, η Βρετανία, η Γαλλία και η Ιταλία. Η Τσεχοσλοβακία αποκλείστηκε από την συζήτηση αν κι αφορούσε το δικό της κορμί, όπως και η Σοβιετική Ένωση, προς μεγάλη οργή του ηγέτη της, Ιωσήφ Στάλιν. Η Σουδητία θα δινόταν άμεσα στη Γερμανία. Μια διεθνής επιτροπή θα διοριζόταν για να αποφασίσει τι θα συνέβαινε στις άλλες αμφισβητούμενες περιοχές. Οι κυβερνήσεις της Βρετανίας και της Γαλλίας κατέστησαν σαφές στην Τσεχοσλοβακία ότι εάν απέρριπτε τη συμφωνία, θα αφηνόταν μόνη της απέναντι στη ναζιστική μηχανή που θα έπαυε, έτσι, ”να πεινάει”.
Η Συμφωνία του Μονάχου υπογράφηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 1938. Πανηγυρίστηκε ως ”το τέλος του πολέμου”, ενώ σήμερα η φράση «Συμφωνία του Μονάχου» χρησιμοποιείται ειρωνικά για να καταδείξει την αποτυχία της Διεθνούς κοινότητας να σταματήσει τον επεκτατισμό. Πάσα ομοιότητα σήμερα, στο έδαφος της με τον φανερό επεκτατισμό της Ρωσίας του Πούτιν και τον κρυφό του ΝΑΤΟ, ή στην Μέση Ανατολή με την γενοκτονία ενός λαού που συμβάλλει στον Ισλαμοφασισμό απέναντι στην αδιάφορη διεθνή κοινότητα, θα είναι «τυχαία»…
Την 1η Οκτωβρίου 1938, οι Τσέχοι συνοριοφύλακες εγκατέλειψαν τη θέση τους. Ως τις 10 Οκτώβρη η κατάληψη είχε τελειώσει. Όμως ο πόλεμος άρχιζε. «Ξέρεις πόσο ζυγίζω Οδυσσέα; Ζυγίζω όσο οι στάχτες όλων των πεθαμένων φίλων μου που φύγανε σαν καπνός.»