Με τον Αλέξη Τσίπρα εγκαινιάζεται, στις 12 σήμερα το μεσημέρι, ο κύκλος της ενημέρωσης των πολιτικών αρχηγών για το ταξίδι του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον και τον χάρτη των εξελίξεων και των πρωτοβουλιών γύρω από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Στην πραγματικότητα, εγκαινιάζεται κάτι πολύ περισσότερο: Μια κρίσιμη παρτίδα που θα παιχτεί με μορφή «σιμουλτανέ» στην πολιτική σκακιέρα μέσα στις επόμενες 20 (το πολύ) ημέρες.
Δεν χρειάζεται ούτε ιδιαίτερη εμπειρία ούτε ιδιαίτερη πληροφόρηση για να καταλάβει κανείς πως ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ούτε οι πέντε συνομιλητές του, θα σκέφτονται μόνον τον Τραμπ και τον Ερντογάν στην διάρκεια των σημερινών συναντήσεων. Και πως η συζήτηση δεν θα αφορά μόνον στον Τραμπ και τον Ερντογάν.
Όλοι τους καταλαβαίνουν, φυσικά, ότι οι εξελίξεις στα λεγόμενα «εθνικά» θέματα είναι εξαιρετικά σημαντικές κρίσιμες. Αλλά η στάση, η θέση, το ύφος των πολιτικών αρχηγών είναι αδύνατον να αποσυνδεθεί τελείως από αυτά που έρχονται μέσα στις επόμενες ημέρες. Την ψήφιση νέου εκλογικού νόμου και, αμέσως μετά, την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας.
Είχαμε ήδη ένα πρώτο δείγμα γραφής: Ο ΣΥΡΙΖΑ σχολίασε την συνάντηση Μητσοτάκη – Τραμπ με ύφος και γλώσσα εξαιρετικά σκληρή, μάλλον ασύμβατη με τα πραγματικά δεδομένα αυτού του δύσκολου ραντεβού στα τυφλά και εντελώς διαφοροποιημένη από τον συναινετικό, ρεαλιστικό τόνο των θέσεων που διατυπώνει από την αρχή αυτού του νέου γύρου κρίσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Προφανώς, η αλλαγή ύφους δεν είναι άσχετη με «την βοή των πλησιαζόντων (πολιτικών) γεγονότων».
Η επιλογή νέου εκλογικού νόμου και η εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας θα είναι, στην πραγματικότητα, το τελευταίο πολιτικό ραντεβού μέχρι την ώρα της κάλπης (όποτε κι αν η κάλπη στηθεί). Ο τρόπος που θα το διαχειριστεί εκείνος που παίζει με τα λευκά και έχει την πρωτοβουλία, δηλαδή ο πρωθυπουργός, ο τρόπος που θα αντιδράσουν εκείνοι που παίζουν με τα μαύρα στις πολλαπλές σκακιέρες, δηλαδή οι αρχηγοί της αντιπολίτευσης, έχει αυτονόητα τεράστια σημασία.
Θα καθορίσει τις νέες πλειοψηφίες- την πλειοψηφία του εκλογικού νόμου και την προεδρική πλειοψηφία. Θα καθορίσει ως έναν βαθμό και το πολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο θα στηθεί (και θα κριθεί) η κάλπη των επόμενων εθνικών εκλογών. Θα καθορίσει, ίσως, κάτι πολύ περισσότερο: Τη νέα γεωμετρία των πολιτικών δυνάμεων, τις συμμαχίες, τις στοιχίσεις και την οριστική (όσο οριστικά μπορεί να είναι τα πράγματα στην πολιτική) διάταξή τους. Είναι σαν, με μια δόση υπερβολής) η επόμενη τετραετία να κρίνεται μέσα σε 20 ημέρες.
Είναι λογικό, λοιπόν, οι πολιτικοί αρχηγοί, συζητώντας σήμερα περί Τραμπ, Ερντογάν και των πρωτοβουλιών που αναμένονται, να έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους (και στην άκρη της γλώσσας τους) τα σημαντικά πολιτικά ραντεβού των επομένων ημερών.
Μα είναι επίσης, λογικό, να περιμένουμε από αυτούς να ξεχωρίσουν την ήρα από το στάρι, τις κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα από την θεμελιώδη ανάγκη συνεννόησης(αν όχι συναίνεσης) στο πεδίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Όλα δείχνουν, άλλωστε, ότι - και ως αποτέλεσμα του ταξιδιού στην Ουάσιγκτον και μιας αναμενόμενης αμερικανικής πρωτοβουλίας - περνάμε από μια περίοδο ακινησίας σε μια περίοδο κινητικότητας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπου πολλά από όσα απωθούσαμε στο μέλλον πιθανόν να μας προκύψουν ως επίδικα και επείγοντα. Κι είναι προφανές ότι μια ελάχιστη συνεννόηση ως προς τον χειρισμό τους είναι κάτι περισσότερο από αναγκαία.