Μια Καλή Χρονιά για την ελληνική εξωτερική πολιτική θα είναι μια αποτελεσματική χρονιά. Η χώρα μας σύντομα θα χρειαστεί ξανά να διεκδικήσει τα ίδια της τα κεκτημένα μιας και στην περίφημη και πολύχρονη ελληνοτουρκική έριδα, πέραν από το 1821, μόνο στους Βαλκανικούς Πολέμους υπήρξε αναθεωρητική εις βάρος της Τουρκίας και κατάφερε σε δύο φάσεις, να γκρεμίσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Έκτοτε, η Τουρκία είναι αναθεωρητική σε βάρος της Ελλάδας. Στις διαπραγματεύσεις και στους διαλόγους που προηγούνται αυτών, επιλύονται διαφορές μέσα από συναλλαγές. Στις διαπραγματεύσεις δεν συζητούνται μονομερείς διεκδικήσεις. Παρόλα αυτά, η τουρκική ικανότητα να συζητάει όλα όσα επινοεί ως ζητήματα, μας έχει πείσει οτι οφείλουμε να έχουμε ενοχές εάν αρνηθούμε να συζητήσουμε. Η ανάγκη της χώρας μας να μοιάζει σε δυτικές χώρες, είναι επιλεκτική και σε κάθε περίπτωση, η κάθε επιλογή για μιμητισμό γίνεται σε λάθος τομέα και με λάθος τρόπο. Εδώ είναι η ″διαλλακτικότητα″ και έτσι ο στόχος της Ελλάδας, είναι κυρίως να μη γίνει η χώρα που θα δεχτεί το blame game της μη λύσης, παρά η αναζήτηση λύσεων που θα καταστήσουν σαφές στην Τουρκία ότι η Ελλάδα διαπραγματεύεται διαφορές και όχι διεκδικήσεις της εκάστοτε εθνικιστικής πολιτικής ελίτ της Τουρκίας. Εμείς, επινοήσαμε τους ″δύο ρεαλισμούς″. Ποιός θα επικρατήσει το 2021;
Οι κακές σκέψεις
Οι κακές σκέψεις οδηγούν σε κακές πράξεις. Ο γράφων δεν πιστεύει οτι υπάρχουν άνθρωποι που είναι ″προδότες″ και ελλιπώς ενδιαφερόμενοι για την πατρίδα τους. Έχουμε υποτιμήσει πάρα πολύ την έλλειψη Λογικής που δημιουργήθηκε σε αυτήν τη χώρα πολλούς αιώνες πριν. Αρκετοί άνθρωποι τείνουν να πιστεύουν στις προθέσεις ή στην συλλήβδην βελτίωση όλων των πραγμάτων και πως η πλήρως ανάλυση της πραγματικότητας, είναι κουραστική και απαισιόδοξη. Ένας από τους καλύτερους καθηγητές που είχα ποτέ, μου είπε κάποτε στα πλαίσια του μαθήματος της Θεωρίας και Μεθοδολογίας των Διεθνών Σχέσεων (το μόνο μάθημα ίσως που διακρίνει τους επιστήμονες από τους ″μάντεις″) ότι ο ρεαλισμός είναι Κοσμοθεωρία και όλα τα υπόλοιπα χρήσιμες ″μόδες″ που τον επιβεβαιώνουν με διαφορετικό τρόπο. Ενικός αριθμός. Ένας ρεαλισμός. Στην Ελλάδα, υποτίθεται αναπτύχθηκαν δύο.
Σύμφωνα με αυτήν την προκλητική για το νου (και για πολλά ακόμη πράγματα) θεωρία, τα εθνικά θέματα στην Ελλάδα αντιμετωπίζονται με έναν ρεαλισμό ο οποίος είναι αυτός που βασίλεψε στην Ελλάδα από το 1996 και μετά και μας οδήγησε στο να αποδεχθούμε οτι έχουμε εδαφικές διαφορές με την Τουρκία ώστε να την βλέπουμε να κάνει απόπειρες εισβολής σε Έβρο και Αιγαίο, και ο άλλος ρεαλισμός, είναι αυτός που έχει ασπαστεί η πλευρά όλων όσων διαφωνούν με τους παραπάνω. Ο Φρειδερίκος Νίτσε κάποτε έγραψε πως ″Ποτέ η αλήθεια δεν κρεμάστηκε από το χέρι ενός αδιαλλάκτου″. Στην πραγματικότητα, αν κάποιος διαβάσει προσεκτικά τα παραδείγματα της ιστορίας, κανείς από τους δύο δεν είναι ″ρεαλισμός″. Το εκκρεμές της χώρας μας κάνει συνεχώς την ίδια και επικίνδυνη ταλάντωση. Από το πώς θα βαφτίσουμε ″διαλλακτικότητα και ψυχραιμία″ την τακτική του κατευνασμού και έτσι να έχουμε έναν ρεαλισμό ο οποίος είναι αυτός της παραίτησης, μέχρι το να κάνουμε σχεδιασμούς για μια νέα εκστρατεία στα βάθη της Ανατολίας. Κι όμως, η πρακτική και των δύο ρεαλισμών οδήγησε στην ήττα δύο διαφορετικές χώρες. Τη Μεγάλη Βρετανία στην αρχή του Β‘.Π.Π και τη Γερμανία στο τέλος του Β’Π.Π. Ο πόλεμος σημαίνει αποτυχία του σχεδιασμού. Όχι επιτυχία.
Ο αυθεντικός ρεαλισμός και η ελληνική πρόκληση
Ο ένας και μοναδικός ρεαλισμός είναι ουσιαστικά αυτό που έχει περιγράψει ο George Friedman στο ″100 χρόνια μετά″. ″Προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο, ελπίζοντας για το καλύτερο″. Η ουσία της κακοποιημένης αποτροπής, είναι αυτή. Μια χώρα οφείλει να κοιτά τους κινδύνους που έχει να αντιμετωπίσει. Μελετά επίσης τις ευκαιρίες που τους δίνει η θέση στην οποία βρίσκεται, το πώς μπορεί να σταθεί στον κόσμο. Τίποτε από αυτά δεν έγινε στην Ελλάδα της ″σύγκρουσης των ρεαλισμών″. Ακόμη και σήμερα, συγκρούονται δύο κατά φαντασίαν σχολές σκέψης, οι οποίες δεν προσέφεραν στην Ελλάδα αναχαίτιση κινδύνων, σταθερότητα και ευημερία. Κάθε παράδειγμα που στεκόταν στον έναν και αυθεντικό ρεαλισμό, αυτοαναιρούνταν κατά την απόπειρα εφαρμογής του γιατί στο τέλος, προσπαθούσε να εφαρμοστεί με μιμητισμό. Ανάμεσα από την παρθενογέννηση και το ″δε χρειάζεται να ξανακάνουμε εφεύρεση τον τροχό″, μπορούμε να προσαρμόζουμε τους τροχούς που θα ταιριάζουν στο δικό μας όχημα.
Βάσει όλων των παραπάνω, το πιο δύσκολο που θα χρειαστεί η Ελλάδα να κάνει εντός του 2021 δεν είναι μια απλή απόκρουση της τουρκικής επιθετικότητας. Αυτό αν και είναι αβέβαιο, δεν είναι το πιο δύσκολο που καλείται να αντιμετωπίσει. Το δυσκολότερο είναι να εναγκαλιστεί με τον αυθεντικό ρεαλισμό ο οποίος δε θα κακοποιεί a la carte τον Θουκυδίδη τον οποίον στην κλίνη του Προκρούστη, παίρνει τα μέτρα εκείνου που τον επικαλείται. Ο ρεαλισμός δεν είναι τίποτε παραπάνω από την φωτογραφική μηχανή η οποία απεικονίζει αυτό που βλέπει ο φακός εκείνη τη στιγμή. Είναι κάτι που εξελίσσεται. Πολλές φωτογραφίες μπορούμε να δούμε, άπειρες. Όμως πάντα ο αριθμός των χρωμάτων παραμένει σταθερός. Με άλλα λόγια, η Τουρκία σταθερά θα επιθυμεί να επιβουλεύεται την ίδια την ύπαρξη της Ελλάδας, ακόμη και αν η Ελλάδα ταπεινωνόταν δίνοντας γην και ύδωρ. Αν εναγκαλιστούμε με τον αυθεντικό ρεαλισμό, θα κατανοήσουμε ότι τα προβλήματα έχουν διαφορετικούς βαθμούς επιλυσιμότητας. Υπάρχει επιλυσιμότητα για κάποια προβλήματα και μη επιλυσιμότητα για κάποια άλλα. Οι θιασώτες των ″δύο ρεαλισμών″ που έχουν σχέσεις με την Εσπερία, γνωρίζουν πως όταν κάτι δεν έχει λύση, δεν είναι πρόβλημα. Είναι κατάσταση. Ο διαχωρισμός του πού μπορούμε να παρέμβουμε και που δεν μπορούμε, δεν αποτελεί μόνο τον πυρήνα του αυθεντικού ρεαλισμού. Συνιστά την ωριμότητα την ίδια. Δεν μπορεί κανείς να είναι πάνω από την ίδια την πραγματικότητα η οποία είναι ″σχετική″ μόνο για όσους δεν επιθυμούν να αποδεχτούν.
Τέλος, ο αυθεντικός ρεαλισμός απαντά σε απλά ερωτήματα τα οποία έχουν να κάνουν με το ″πώς, πού, γιατί, ποιός και πότε″. Υπάρχουν χρονικές περίοδοι που βολεύουν μια χώρα να λύσει ένα πρόβλημα γιατί πολύ απλά, η ισχύς της ευνοεί μια Α περίοδο. Από την άλλη, υπάρχουν χρονικές περίοδοι που δεν είναι ευνοϊκές για να λυθούν σημαντικά ζητήματα, λόγω έλλειψης ισχύος ή λόγω καλής μελέτης του μέλλοντος το οποίο δείχνει οτι θα έλθουν καλύτερες ευκαιρίες. Τα ελληνοτουρκικά συνιστούν μια κατάσταση και αν μετατρέψουμε τις διεκδικήσεις της Τουρκίας σε ″πρόβλημα″ τότε θα έχουμε λύση. Λύση επί της βάσης των τουρκικών διεκδικήσεων. Επίλυση μάλιστα που θα γίνει η σανίδα σωτηρίας μιας κυβέρνησης στην Τουρκία η οποία έχει υιοθετήσει μια πολιτική που μας φέρνει στο νου εποχές από τις οποίες ο κόσμος δε θέλει να ξαναζήσει. Ο Ερντογάν, θέλει ένα έπαθλο για να πάει σε πρόωρες εκλογές καθώς η Τουρκία μέρα με τη μέρα αιμορραγεί. Η χώρα μας δεν απειλεί να καταστρέψει την Τουρκία, δε θα ήταν καν προς το συμφέρον της κάτι τέτοιο. Αλλά δε θα τη σώσει κιόλας. Η Ελλάδα δε θέλει και δεν πρέπει να θέλει πόλεμο. Η Τουρκία δε θα τολμήσει να κάνει πόλεμο. Γιατί λοιπόν να δώσουμε στην Τουρκία κάτι σε διαπραγματεύσεις που δεν μπορεί να το διεκδικήσει με τη βία; Έτσι μιλά ο ένας και αυθεντικός ρεαλισμός.