Η συζήτηση για το ευρωπαϊκό μέλλον και οι ευρωπαϊκές εκλογές

Η ισχυροποίηση του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, η αναγέννηση του εγχειρήματος της ένωσης της Ευρώπης, απαιτεί δύσκολες αποφάσεις.
.
.
Ronald Wittek via AP

Στην προηγούμενη 10ετία, οι Ευρωπαίοι Πολίτες προσέφυγαν δυο φορές στην ευρωπαϊκή κάλπη, το 2014 και το 2019, για την εκλογή των εκπροσώπων τους στο δημοκρατικό βήμα της Ευρώπης, στο μοναδικό άμεσα και καθολικά εκλεγμένο θεσμικό όργανο της ΕΕ. Το 2024, πάλι οι Πολίτες της Ευρώπης, θα κληθούν για να αποφασίσουν πως επιθυμούν να είναι διαμορφωμένο το νέο πολιτικό περιβάλλον στο Ημικύκλιο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Θα αποφασίσουν για τις νέες πολιτικές προτεραιότητες στο κοινοτικό θεσμικό πολιτικό σύστημα, σε μια περίοδο που οι ευρωφοβικές, δημαγωγικές, λαϊκιστικές δυνάμεις, εξακολουθούν να αποτελούν απειλή για την δημοκρατική, ενοποιητική διαδικασία.

Κατά την διάρκεια των προηγούμενων 10ετιών, στην παγκόσμια πολιτική, οικονομική και κοινωνική σκηνή, εκδηλώθηκαν κρίσεις, φαινόμενα αναταραχής και αβεβαιότητας, άλλαξαν πολλά στην ΕΕ, συνέβησαν πολλά περισσότερα στον κόσμο. Και όλα αυτά, μας επιτρέπουν σήμερα να αποτυπώνουμε την κατάσταση του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος, την κατάσταση των χωρών μας.

Στην 10ετία που προηγήθηκε και σε αυτή που έχει ήδη ξεκινήσει, καταλυτικά γεγονότα άλλαξαν την ίδια την ΕΕ. Μια ΕΕ που η κρίση την βρήκε απροετοίμαστη, καθώς η θεσμική της συγκρότηση και επάρκεια, κλονίστηκαν από την ένταση και την διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Μια ΕΕ που δεν είχε προβλέψει να διαμορφώσει μηχανισμούς αντιμετώπισης κρίσεων, αφήνοντας έναν ελλειμματικό από την φύση του διακυβερνητισμό των εθνικών αρχών, να εγκλωβίζει ολόκληρη την ΕΕ.

Η ΕΕ όμως απέδειξε αποφασιστική προσαρμοστικότητα, διαμορφώνοντας με καθυστέρηση μια ενιαία αντιμετώπιση στην οικονομική κρίση, θωρακίζοντας τον πυρήνα της ενωσιακής αρχιτεκτονικής, το ενιαίο νόμισμα. Όμως η υπάρχουσα ταυτότητα του ενοποιητικού σχεδίου, ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής, αποτελεί τροχοπέδη στην ενίσχυση των θεμελιακών στοιχείων της ελπιδοφόρας, εξελικτικής πορείας της Ευρώπης.

Στην πορεία προς τις ευρωπαϊκές εκλογές του 2024, η Ευρώπη πρέπει να αποφύγει την επιστροφή στις λογικές και στις πρακτικές του εθνικού προστατευτισμού, της εσωστρέφειας. Στην ΕΕ δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στην λογική των εθνικών περιοριστικών αναφορών, καθώς μια τέτοια εξέλιξη θα συνιστά την επιστροφή σε ένα παρελθόν με καταστροφικές συνέπειες. Θα ενισχύσει τις δυνάμεις του εθνικισμού, της εθνικής περιχαράκωσης, των τάσεων της ακροδεξιάς και της ακροαριστεράς που μάχονται την ευρωπαϊκή ενοποίηση και την δημοκρατία και πλέον είναι εμφανές τι εκπροσωπούν.

Τα πολιτικά κόμματα, σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο, καλούνται να απαντήσουν σε μια σειρά ερωτήματα για το ευρωπαϊκό μέλλον, για την κατεύθυνση που πρέπει να πάρουν οι πολιτικές της εμβάθυνσης και της διεύρυνσης, πως μπορεί να μεταρρυθμισθεί ο πυρήνας της ΕΕ, ζητήματα αιχμής όπως ένας μελλοντικός προϋπολογισμός της ευρωζώνης.

Η αναγκαιότητα για τους «27» είναι να αναγνωρίσουν τον πλούτο του ιστορικού επιτεύγματος της ευρωπαϊκής ενοποίησης, τις αξίες εκείνες που κατέστησαν αυτήν την εθελούσια δημοκρατική απόφαση για κοινή πορεία, ως κάτι μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία.

Το ενοποιητικό σχέδιο, η ανανέωση του, είναι εκείνο το πεδίο που μπορεί να αφυπνίσει τις φιλοευρωπαϊκές δημοκρατικές δυνάμεις, απέναντι στην λαϊκιστική, δημαγωγική έξαρση. Και η Ευρώπη πρέπει να αφυπνισθεί τώρα, όπως αφυπνίσθηκε με την πρόταση Σουμάν για την υπερεθνική, ομοσπονδιακή ολοκλήρωση της, που ακόμα παραμένει ημιτελής. Ημιτελής γιατί δεν διαμορφώνεται ένα αναγκαίο μίγμα ενωσιακής απάντησης και δράσης, με τα ελλείμματα στην πολιτική διάσταση, στην διπλωματία και στην άμυνα να είναι εμφανή.

Η ισχυροποίηση του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, η αναγέννηση του εγχειρήματος της ένωσης της Ευρώπης, απαιτεί δύσκολες αποφάσεις. Είναι αυτό που τόνιζε τον περασμένο Μάιο από το Άαχεν η καγκελάριος Μέρκελ προς τον Γάλλο Πρόεδρο Μακρόν «είναι ανάγκη η Ευρώπη να πάρει την τύχη της στα χέρια της, αυτό είναι το έργο του μέλλοντος». Και πάνω σε αυτό το σημείο, εμφανίζονται διαχωριστικές γραμμές από λογικές εθνικολαϊκισμού, που όπως στην περίπτωση της Πολωνίας, εκφράζουν έναν απολυταρχικό μοντέλο άσκησης πολιτικής, που παραβιάζει το κράτος δικαίου, την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, θέτει σε αμφισβήτηση την ίδια την αξία του κοινοτικού δικαίου.

Και τώρα, απέναντι σε αυτή την σχηματοποίηση των ευρωπαϊκών εξελίξεων, έχοντας παράλληλα τον υβριδικό, εκβιαστικό πόλεμο κατά των ευρωπαϊκών εδαφών, η ΕΕ πρέπει να δει που υπάρχει έλλειμμα προόδου τόσο πάνω στις θεσμικές, πολιτικές της δομές, την μεταρρύθμιση προς την κατεύθυνση της εμβάθυνσης αντί της επιλογής λογικών χαμηλού βεληνεκούς, όπως το σύστημα διαχείρισης ασύλου.

***

* Ο Κος Γιώργος Α. Ζερβάκης, είναι εκπρόσωπος των Ευρωπαίων Φεντεραλιστών Κρήτης.

Δημοφιλή