«Με τη δύναμη της ΒΟΥΛΗΣΗΣ ο άνθρωπος αλλάζει τον εαυτό του.
Με τη δύναμη της ΑΓΑΠΗΣ αλλάζει τους άλλους.
Με τη δύναμη της ΣΚΕΨΗΣ αλλάζει τον κόσμο». (Ταγκόρ)
Η καθιέρωση της Παγκόσμιας Ημέρας Φιλοσοφίας – κάθε χρόνο την Τρίτη Πέμπτη του Νοεμβρίου – υποδηλώνει την διαχρονική αξία της φιλοσοφίας σε όλα τα επίπεδα της ανθρώπινης ζωής αλλά και της κοινωνικής γενικότερα (πολιτική, ιδεολογία…).
Ειδικότερα η αφιέρωση μιας ξεχωριστής Ημέρας για τη φιλοσοφία δεν μειώνει την ανάγκη να «φιλοσοφούμε» καθημερινά, αφού τα «γιατί» και τα «πώς» στη ζωή μας είναι πολλά και αναπάντητα. Αναγκαία, όμως, προϋπόθεση για το φιλοσοφικό στοχασμό είναι η Σκέψη. Εξάλλου το σκεπτικό της UNESCO αυτό ήταν: «για την ανάπτυξη της κριτικής και ανεξάρτητης σκέψης με γνώμονα την καλύτερη κατανόηση του κόσμου».
Η ανάγκη για φιλοσοφική σκέψη
Αυτονόητη, λοιπόν, θεωρείται η σχέση Φιλοσοφίας και Σκέψης και δύσκολα μπορεί να ορίσει κάποιος την προτεραιότητα της μιας έναντι της άλλης. «Δεν θα ήταν λάθος να πούμε ότι φιλοσοφία είναι η σκέψη πάνω στην ίδια τη σκέψη και τις δυνατότητές της».
Η εποχή μας καθιστά τη φιλοσοφική σκέψη αναγκαία όσο ποτέ γιατί κυριαρχεί ένας επικίνδυνος εφησυχασμός εξαιτίας της οίησης που αφειδώς «χαρίζει» στον ανυποψίαστο πολίτη η επιστήμη και η αυταπάτη της άποψης πως τα περισσότερα ερωτήματα έχουν απαντηθεί.
Σε μια κοινωνία, λοιπόν, κατ’ επίφαση πολυφωνική, που κυριαρχεί ο στερεότυπος και συνθηματικός λόγος, πληθαίνουν οι κίνδυνοι πλήρους συμμόρφωσης του ατόμου στα καθιερωμένα συστήματα προτύπων και αξιών, χωρίς αυτό να έχει την ικανότητα αντίστασης στους μηχανισμούς μαζικής χειραγώγησης. Η κριτική συνείδηση απειλείται όλο και περισσότερο από το ασταμάτητο σφυροκόπημα των Μ.Μ.Ε. και ο κομφορμισμός τείνει να εξαφανίσει κάθε προσπάθεια του ανθρώπου για αυτονομία και ελευθερία.
Απέναντι σ’ όλα τα εκφυλιστικά φαινόμενα της κοινωνίας μας, η καθαρή και πρωτότυπη σκέψη προβάλλει ως βασική προϋπόθεση για αντίδραση στην επιχειρούμενη πνευματική και πολιτική ποδηγέτηση του πολίτη. Η σκέψη, ως επιβεβαιωτικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης και ύπαρξης, εξακολουθεί να δικαιώνει το Καρτεσιανό «Cogito, ergo sum».
Η μαζική κουλτούρα, έκφραση της μαζικής κοινωνίας, προβάλλοντας την ποσότητα σε βάρος της ποιότητας, το μηχανοποιημένο σε βάρος του αυθεντικού και του γνήσιου, πέτυχε τον εφησυχασμό και την εξουδετέρωση των αντιδράσεων του σύγχρονου ανθρώπου. Η αδρανοποίηση της κριτικής σκέψης και η μεταμόρφωσή της σε «δύναμη» συναίνεσης οδήγησε το άτομο σε μια κατάσταση γενικευμένης παθητικότητας, στον πλήρη εξατομικισμό, εις βάρος της κοινωνικής συνείδησης, και, τέλος, σε μια διευρυμένη αποδοχή των κοινωνικών δεδομένων, τα οποία αντιμετωπίζει ως μοιραία και αναπόφευκτα.
Πληροφορίες και Σκέψη
Κυρίαρχη θέση στη γέννηση και διαμόρφωση της σκέψης κατείχε πάντα το είδος και το πλήθος των πληροφοριών καθώς και ο τρόπος (ή τα μέσα) με τον οποίο παρέχονταν αυτές στον άνθρωπο – δέκτη. Η γνώση έρχεται ως άμεσο επακόλουθο της πληροφόρησης. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όμως που η πληροφόρηση δεν οδηγεί υποχρεωτικά στη γνώση (η σύγχρονη λ.χ. υπερ-πληροφόρηση των Μ.Μ.Ε. και ιδιαίτερα της τηλεόρασης).
Το άτομο, ανάλογα με το είδος της πληροφόρησης και την έκταση των γνώσεών του, διαμορφώνει και την αντίστοιχη σκέψη. Ο άνθρωπος αρχίζει να σκέφτεται κατά τον ένα ή άλλο τρόπο για τον εαυτό του, τη φύση και τον κόσμο, ανάλογα με τη γνώση που έχει για όλα αυτά. οι πράξεις και οι ενέργειές του, και γενικά η όλη του συμπεριφορά, είναι αντανάκλαση της σκέψη και των πεπεοιθήσεών του. Η σκέψη δεν προσδιορίζει μόνο τις πράξεις του ατόμου αλλά και τις ανάγκες και επιθυμίες του. Ένα άτομο με διαφορετική σκέψη από ένα άλλο ενδεχομένως να έχει και διαφορετικές ανάγκες και επιθυμίες, πέρα από αυτές που το χαρακτηρίζουν και το διαφοροποιούν ως είδος από τα άλλα έμβια όντα του ζωικού βασιλείου (πείνα, δίψα…). Θεωρώντας τη σκέψη και τις πράξεις – ενέργειες του ανθρώπου ως τις βασικότερες συνιστώσες της προσωπικότητάς του, εύκολα αντιλαμβανόμαστε τη μεγάλη αξία της σκέψης και ιδιαίτερα της πρωτότυπης και δημιουργικής σκέψης.
Αυτός που ελέγχει το δίκτυο πληροφοριών στο σύγχρονο κόσμο έχει τη δυνατότητα να ελέγχει τη σκέψη και των επόμενων γενεών. Ο αγώνας του ανθρώπου για έλεγχο των πληροφοριών είναι αγώνας για την ελευθερία του. Ο σημερινός άνθρωπος απειλείται περισσότερο από την απουσία δικής του σκέψης και πολύ λιγότερο από την έλλειψη ελευθερίας έκφρασης.
«Το δικαίωμα να εκφράζουμε τις σκέψεις μας έχει κάποια σημασία μόνο στην περίπτωση που μπορούμε να έχουμε δικές μας σκέψεις».
(Έριχ Φρομ «Ο φόβος μπροστά στην ελευθερία»)
«Αντισταθείτε στην έτοιμη σκέψη…»
Η προσωπική και πρωτότυπη σκέψη αποθαρρύνεται και αντ’ αυτής προβάλλεται η «ετοιμοπαράδοτη» σκέψη των ειδικών. Απέναντι σ’ αυτή τη σκέψη, που αφυδατώνει τον κριτικό στοχασμό και οδηγεί το άτομο στο περιθώριο των εξελίξεων, πρέπει να αντιδράσουμε διεκδικώντας το δικαίωμα να παραμείνουμε σκεπτόμενοι άνθρωποι.
«Αντισταθείτε στην έτοιμη σκέψη, στο βόλεμα του νου∙ και όταν φωνάζω «αντισταθείτε» πρώτα και κύρια στη σκέψη σας απευθύνομαι. Γιατί εκεί μας απειλεί το σύστημα πιο πολύ παρά με τη φυλακή», (Νίκος Δήμου).
Η σύγχρονη κοινωνία, προσανατολισμένη μονόπλευρα στην ηθικής της μαζικής κατανάλωσης, αποστρέφεται την αυθεντική σκέψη και επιζητεί την ισορροπία της μέσα από τα «ιδεολογήματα» της μυθοποιημένης τεχνολογίας. Ο ανορθολογισμός, η πίστη, το δόγμα, κι ένα διάχυτο αίσθημα φοβίας και ανασφάλειας για το μέλλον, έχουν οδηγήσει το σύγχρονο άτομο σε μια κατάσταση απόγνωσης και παραίτησης απ’ αυτό που κατ’ εξοχήν χαρακτηρίζει το ανθρώπινο είδος, τη ΣΚΕΨΗ και το ΛΟΓΟ.
Η κυριαρχία της τεχνολογίας και του τεχνοκρατικού πνεύματος στη ζωή του ανθρώπου έχει άμεσες επιπτώσεις και στη λειτουργία της ΣΚΕΨΗΣ. Η επέκταση της λογικής της τεχνητής μηχανής σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης ζωής παράγει τη μηχανιστική και κατακερματισμένη σκέψη η οποία παίρνει μία μηχανική αιτιότητα και περιορίζει το πραγματικό σε ό,τι είναι μετρήσιμο. Και εδώ «ο φόβος δεν είναι μήπως οι μηχανές αρχίσουν να σκέπτονται όπως ο άνθρωπος αλλά μήπως ο άνθρωπος αρχίσει να σκέπτεται σαν τις μηχανές». Και αν αυτό γίνει μία πραγματικότητα, τότε θα πρέπει να μιλάμε για τον άνθρωπο – ρομπότ, χωρίς αισθήματα και προσωπικές ιδιαιτερότητες.
Η σκέψη ενός τέτοιου ανθρώπου δεν ομοιάζει σε τίποτα με την πρωτότυπη και αυθεντική σκέψη του κάθε ατόμου χωριστά, αλλά είναι μια σκέψη μηχανική, τυποποιημένη, προγραμματισμένη και στην τελευταία της λεπτομέρεια. Και εδώ είναι το θετικό ή αρνητικό στοιχείο αυτής της σκέψης του ανθρώπου – ρομπότ: ότι μπορεί να προγραμματιστεί, μπορεί να προβλεφθεί και στο τέλος μπορεί να ελεγχθεί και να μην αποτελεί κίνδυνο γι’ αυτούς που την προγραμματίζουν. Η πραγματική όμως και αυθεντική – πηγαία ανθρώπινη σκέψη είναι απρογραμμάτιστη, απρόβλεπτη, και γι’ αυτό εμπεριέχει κινδύνους για εκείνους που έχουν επενδύσει τα συμφέροντά τους στη «ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ». Αυτό λοιπόν το θείο δώρο της σκέψης ας μην το αφήσουμε σε εκείνες τις δυνάμεις που θέλουν να μας αφοπλίσουν, κάνοντάς άβουλους υπηκόους.
Απέναντι στον κίνδυνο της «τεχνοκρατικής βαρβαρότητας» και κάτω από το βάρος της εμφάνισης και ανάπτυξης ενός ανορθολογικού ρεύματος αρχίζουν να αναπτύσσονται και να προβάλλονται με έμφαση κάποιες θέσεις – ερωτήματα για τη θέση, την αξία και το μέλλον της ανθρώπινης σκέψης.
18 θέσεις για τη σκέψη
Η σκέψη, ως ψυχική και πνευματική λειτουργία, μπορεί να ανασταλεί, να περιοριστεί ή να υπολειτουργήσει, εξ αιτίας εσωτερικών ή εξωτερικών παραγόντων.
Σε ποιο βαθμό οι κοινωνικοί θεσμοί και οι παράλληλοί τους ιδεολογικοί μηχανισμοί μπορούν να μορφοποιήσουν τη σκέψη;
Μπορεί η σκέψη να είναι αυτόνομη, αυτόφωτη ή αυτοδύναμη, και ως ποιο σημείο;
Υπάρχει σήμερα «ιδιωτική» σκέψη ή μόνο «δημόσια»; Ο άνθρωπος, σήμερα, πόσο σκέπτεται ως «ιδιώτης» και πόσο ως «κοινωνικό ον»; Τι περιθώρια πρόσβασης στη γενικότερη γνώση έχει η προσωπική σκέψη χωρίς τη βοήθεια της διαμεσολάβησης της «εικόνας» των Μ.Μ.Ε. και ιδιαίτερα της τηλεόρασης;
Η κοινωνίας μας ποιο είδος σκέψης επιβραβεύει και ποιο επιδοκιμάζει;
Μπορούμε να μιλάμε για ελευθερία επιλογών, όταν η σκέψη είναι κατευθυνόμενη;
Με ποιο τρόπο, και σε ποιο βαθμό, η σύγχρονη πληροφόρηση διαμορφώνει τη σκέψη των πολιτών και σε ποια έκταση η σκέψη προκαθορίζει τις ενέργειες – πράξεις του ατόμου;
Γιατί η σκέψη φοβίζει τόσο πολύ τον άνθρωπο, ενώ αυτή αποτελεί τη «δόξα» του; Ποια τάξη ανθρώπων φοβίζει η σκέψη περισσότερο και ποια τάξη ωφελείται από την επικρατούσα σκέψη, από την απουσία γόνιμης και δημιουργικής σκέψης;
Πότε η σκέψη ντρόπιασε τον άνθρωπο και πότε τον δόξασε;
Η σκέψη είναι πανανθρώπινη και ξεπερνά τα εθνικά σύνορα. Κανείς δεν μπορεί να φυλακίσει τη σκέψη επικαλούμενος εθνικούς λόγους, ταξικές, ιδεολογικές ή θρησκευτικές σκοπιμότητες.
Η λογική σκέψη δεν είναι αναζήτηση της βεβαιότητας, αλλά, μια περιπέτεια, μια πράξη απελευθέρωσης και θάρρους.
Σκέψη είναι εκείνη η δύναμη που βοηθά το άτομο να διεισδύσει πέρα από την επιφάνεια και να καταλάβει τις βαθύτερες και πρωτογενείς δυνάμεις της ατομικής και κοινωνικής ζωής.
Στόχος της σκέψης είναι να απαλλάξει τον άνθρωπο από τις κάθε είδους αλυσίδες του, από τα «παραμύθια» και τις ψευδαισθήσεις του.
Η σκέψη δεν πρέπει να οδηγεί το άτομο στην ανάγκη για ομοιομορφία (υπακοή) αλλά στην επιδίωξη της διαφοροποίησης (ανυπακοή).
Η σκέψη πρέπει να είναι ενάντια στην απάθεια, την αναισθησία, στη μηδενιστική κουλτούρα και πολιτική, ενάντια στη γενική ύπνωση και απονεύρωση της ανθρώπινης ύπαρξης.
Αξία έχει η σκέψη αυτή καθεαυτή αλλά και η πορεία της. Η σκέψη σήμερα είναι μαζική, συμπολιτευτική, μονοδιάστατη, ατροφική, υποτακτική.
«Όσο οι άνθρωποι μαθαίνουν να σκέπτονται μόνο με συνθήματα είναι πάντα έτοιμοι να μιλήσουν με πυροβολισμούς», (Όργουελ).
«Οι άνθρωποι σήμερα φαίνεται να χρειάζονται τις ιδεολογικές αυταπάτες και όχι τη δημιουργική σκέψη. Καταφεύγουν σε παρωχημένα σχήματα, φανατίζονται ή μένουν αδιάφοροι, πάντως δεν ανοίγονται στη σκέψη που φωτίζει κάθε δράση. Σκέψη είναι η ίδια η πράξη… Οι νέοι θα πρέπει να δοκιμάσουν να σκεφτούν πιο ριζικά και πιο συνολικά∙ να σκεφτούν και όχι μόνο να μιλάνε για διάφορες θεωρίες, συνήθως εύκολες και καναλώσιμες», (Κ. Αξελός).
Παραγωγοί σκέψης
Στην πρόκληση των παραπάνω θέσεων – ερωτημάτων ο σύγχρονος άνθρωπος πρέπει να απαντήσει με μια νέα σκέψη που θα υπερβαίνει την τρέχουσα λογική και ερμηνεία της αντικειμενικής πραγματικότητας. Γιατί η σοβαρή σκέψη δε χρειάζεται πιστούς και τυφλούς οπαδούς αλλά ανήσυχους πολίτες. Η απουσία της σκέψης συνήθως οδηγεί σε βολικές συνήθειες και σε ανορθολογικές καταστάσεις, που αποτελούν τα ισχυρότερα θεμέλια κάθε μορφής εξουσίας. Η σκέψη κρύβει μια κριτική και απελευθερωτική δύναμη και γι’ αυτό φοβίζει όλους εκείνους που έκτισαν τη ζωή τους σε δόγματα και «απόλυτες βεβαιότητες».
Ο μέσος άνθρωπος φοβάται τη σκέψη γιατί συνήθισε να ζει και να δρα σύμφωνα με παραδοχές και στερεότυπα (γλωσσικά – ιδεολογικά), τα οποία υπονομεύουν και εξοστρακίζουν την άρνηση και την αμφισβήτηση. Ο μέσος άνθρωπος αρέσκεται να ζει και να δρα στα σίγουρα και όχι στα άγνωστα. Το πρώτο δημιουργεί κλίμα ασφάλειας, ενώ στο δεύτερο υπολανθάνει το καινούργιο και αυτό δημιουργεί κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας. Η ψυχολογία του μέσου ανθρώπου είναι ταυτισμένη με το κλίμα ασφάλειας και βεβαιότητας που δημιουργεί η δύναμη της παραδοχής – αποδοχής της αυθεντίας, του παραδοσιακού, του γνωστού και του δοκιμασμένου.
Παράλληλα με τη σιγουριά που προσφέρει στο άτομο το γνωστό και το δοκιμασμένο αναπτύσσεται υπερτροφικά και η ενδόμυχη επιθυμία του να αποδέχεται και να υιοθετεί τη σκέψη εκείνων με τους οποίους συμφωνεί. Ενάντια σ’ αυτήν την τάση ο Μορέν υπογραμμίζει: «Δε χρειαζόμαστε μονάχα τις σκέψεις με τις οποίες συμφωνούμε ούτε μόνο αυτές με τις οποίες δε συμφωνούμε, αλλά κι αυτές με τις οποίες βρισκόμαστε σε απόλυτη διαφωνία».
Ο σημερινός πολίτης από παραγωγός σκέψης μεταβλήθηκε σε καταναλωτή ετοιμοπαράδοτης σκέψης. Οδηγείται έτσι στην αδιέξοδη πορεία της παθητικοποίησης και της ομοιομορφίας. Ο καταναλωτής σκέψης χαρακτηρίζεται από ακρισία και αβουλία. Αντιλαμβάνεται τη σκέψη μόνο ως «εμπόρευμα». Η σημερινή σκέψη χάνει την επαφή της με την αλήθεια. Διάφοροι παράγοντες, πότε εσωγενείς και πότε εξωγενείς, αστυνομεύουν την καθαρή σκέψη και λειτουργούν ανασταλτικά στη γέννηση και την ανάπτυξή της. Τέτοιοι παράγοντες είναι τα έτοιμα σχήματα, τα γλωσσικά και ιδεολογικά στερεότυπα, οι συνήθειες, οι αυθεντίες, οι προκαταλήψεις, η πίστη, η εξουσία, η προπαγάνδα, η ηθική, ο φόβος του καινούργιου, τα πρότυπα, οι ιδεολογίες, η κοινή γνώμη, η παιδεία, η τυποποίηση, η μονόπλευρη πληροφόρηση ή η υπερ-πληροφόρηση.
«Οι άνθρωποι φοβούνται τη σκέψη…»
Αν «ελευθερία είναι πάντα η ελευθερία κάποιου να σκέπτεται διαφορετικά» (Ρόζα Λούξεμπουργκ), η εποχή μας έχει ανάγκη από μια σκέψη που θα μπορεί να αντιστέκεται στις απόλυτες βεβαιότητες της επιστήμης, στις μυθοποιημένες υποσχέσεις της τεχνολογίας. «…Αυτό που χρειάζεται είναι μια ΣΚΕΨΗ ικανή να συλλάβει το πολυδιάστατο των πραγματικοτήτων και δημιουργική ώστε να μπορεί να αναγνωρίσει το παιχνίδι των αλληλεπιδράσεων και των αντεπιδράσεων. Μια σκέψη που να μπορεί να αντιμετωπίσει τη συνθετότητα, μακριά από τους ιδεολογικούς μανιχαϊσμούς ή τους τεχνοκρατικούς ακρωτηριασμούς, οι οποίοι αναγνωρίζουν μόνο – αυθαίρετα – διαχωρισμένες πραγματικότητες, αλλά είναι τυφλοί για ό,τι δεν είναι ποσοτικά μετρήσιμο», (Μορέν).
Τελειώνοντας ο 20ος αιώνας, που σημαδεύτηκε από την κατάρρευση παραδοσιακών ιδεολογιών – κάποιοι μίλησαν και για «το τέλος της ιστορίας» - μας άφησε εκκρεμότητες και αβεβαιότητες, που επαναφέρουν στο προσκήνιο τη θέση – δίλημμα, κατά πόσο δηλαδή η πορεία της σκέψης των αιώνων είναι συνυφασμένη με τη δημιουργία βεβαιοτήτων ή η ίδια η πορεία της σκέψης είναι μια πορεία κινδύνων και αβεβαιοτήτων.
Στις απαρχές του 21ου αιώνα επιβάλλεται να συμφιλιωθούμε με τη δύναμη της σκέψης και να μη μας φοβίζει όταν ραγίζουν τα αυτονόητά μας.
«Οι άνθρωποι φοβούνται τη σκέψη περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο στον κόσμο – περισσότερο απ’ την καταστροφή, ακόμα κι απ’ το θάνατο. Η σκέψη είναι ανατρεπτική κι επαναστατική, καταλυτική και φοβερή, η σκέψη είναι ανελέητη απέναντι στα προνόμια, τους κατεστημένους θεσμούς και τις βολικές συνήθειες, η σκέψη είναι αναρχική και άνομη, αδιάφορη απέναντι στην εξουσία, περιφρονητική απέναντι στη δοκιμασμένη σοφία των αιώνων… Η σκέψη είναι δυνατή, σβέλτη κι ελεύθερη, είναι το φως του κόσμου κι η μεγαλύτερη δόξα του ανθρώπου». (Μπέτραντ Ράσελ)