Αυτό το κείμενο ίσως να διαφέρει από τα περισσότερα που έχετε διαβάσει για τη Σκύρο. Μπορεί να διακρίνετε μια μεροληψία ή έναν έντονο θαυμασμό στις παρακάτω γραμμές που περιγράφουν το όμορφο αυτό νησί του Αιγαίου. Συγχωρέστε με, αλλά η Σκύρος είναι ο τόπος μου. Το μέρος απ’ όπου κατάγομαι και που έχω περάσει όλα τα καλοκαίρια της ζωής μου. Και τώρα έχω τη χαρά να βλέπω και τα παιδιά μου να περνούν τις ίδιες ανέμελες και αξέχαστες στιγμές στα γαλαζοπράσινα νερά του και στα γραφικά σοκάκια του.
Βέβαια, δε χρειάζεται μόνο η καταγωγή για να λατρέψει κάποιος το διαμάντι των Σποράδων. Στη Σκύρο θα συναντήσεις πολλούς ανθρώπους που πήγαν για διακοπές και δεν την «άλλαξαν» ποτέ. Την αγάπησαν όπως εμείς οι Σκυριανοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός ξένου που εξύμνησε όσο λίγοι τη Σκύρο, είναι αυτό του Βρετανού Ρούπερτ Μπρουκ, ο οποίος θεωρήθηκε ένας από τους πιο αξιόλογους ποιητές του 20ου αιώνα. Οι ντόπιοι ως ελάχιστη ένδειξη τιμής στο φιλέλληνα ποιητή, δημιούργησαν μνημείο με ανδριάντα στη Χώρα, που αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία του νησιού (Πλατεία Μπρουκ ή Πλατεία της Αιώνιας Ποίησης). Η θέα από κει πάνω «κόβει» κυριολεκτικά την ανάσα. Και δεν είναι το μόνο μέρος απ’ όπου ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει το μαγευτικό τοπίο.
Το σημείο με την καλύτερη ίσως θέα του νησιού, και ιδανικό για τους λάτρεις της φωτογραφίας, είναι το ξωκλήσι του Αγίου Παντελεήμωνα. Δεν είναι λίγα τα νιόπαντρα ζευγάρια που το επιλέγουν για να φωτογραφηθούν πριν ή μετά την τέλεση του μυστηρίου, μιας και στα ξωκλήσια του νησιού δεν επιτρέπονται οι γάμοι.
Πάντως, σε όλο το νησί υπάρχουν αρκετές βυζαντινές εκκλησίες, οι οποίες αποτελούν διατηρητέα μνημεία. Η πιο γνωστή είναι η Μονή του Άη Γιώργη, του προστάτη του νησιού, που στέκει αγέρωχη στα βράχια πάνω από τη Χώρα. Χτισμένη το 960 μ.Χ., ανακαινίστηκε το 1600 και επισκευάστηκε το 1984, λόγω των ζημιών που υπέστη από τους σεισμούς.
Ένας, ακόμη, λόγος για τον οποίο όλοι χαίρονται τις θρησκευτικές παραδόσεις, είναι τα ξακουστά πανηγύρια της Σκύρου. Σε αυτά μπορείτε να απολαύσετε γίδα βραστή με γιδοπίλαφο, συνοδευμένα με άφθονο κρασάκι. Κι επειδή οι Σκυριανοί διακρίνονται για την απλοχεριά τους, δε θα χρειαστεί να δώσετε ούτε μισό ευρώ προκειμένου να τα γευτείτε. Μη χάσετε τα πανηγύρια του Προφήτη Ηλία (Άη Λιας, ο ψηλός) στις 19-20 Ιουλίου, του Αγίου Παντελεήμονος στις 26-27 Ιουλίου στο Μάρμαρο, της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στις 5-6 Αυγούστου, της Κοιμήσεως Θεοτόκου στις 14-15 Αυγούστου στην Παναγία Μέγκλου και, για όσους τους “πιάσει” ο Σεπτέμβρης στο νησί, του Αγίου Μάμαντος στις 1-2 Σεπτεμβρίου.
Παρόλο που η Σκύρος είναι γνωστή για την αποκριά της, συγκεντρώνοντας μεγάλο πλήθος κόσμου κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, το καλοκαίρι είναι η εποχή που η «αρχόντισσα» του Αιγαίου πραγματικά καθηλώνει τους επισκέπτες με τις ομορφιές της. Την έχουν αποκαλέσει νησί των αντιθέσεων, αφού το βόρειο μέρος της είναι καταπράσινο γεμάτο πεύκα, ενώ το νότιο είναι βραχώδες, θυμίζοντας περισσότερο νησί των Κυκλάδων. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που όλοι διαπιστώνουν για το μεγαλύτερο νησί των Βορείων Σποράδων, είναι ότι παραμένει αναλλοίωτο στο πέρασμα του χρόνου και στην ολοένα αυξανόμενη τουριστική κίνηση. Με καθαρά νερά και το πράσινο να φτάνει έως εκεί που “σκάει” το κύμα, οι παραλίες της Σκύρου θα σας ξετρελάνουν. Οι περισσότερες είναι αμμώδεις, χωρίς ξαπλώστρες και beach bars, αλλά πλημμυρισμένες με παιδικές φωνές και έντονη διάθεση για παρέα και συντροφικότητα. Η δική μου αγαπημένη παραλία βρίσκεται στους Ασπούς, μόλις 5 χλμ. νότια της πόλης. Είναι ιδανική για οικογένειες με μικρά παιδιά, αφού είναι αρκετά ρηχή με λεπτή άμμο και ζεστά νερά. Μπορείτε ακόμα να κολυμπήσετε στον Πεύκο, στην Καλαμίτσα και στις Αχερούνες ή –αν θέλετε– κάποια περισσότερο οργανωμένη παραλία, τότε θα πάτε στα Μαγαζιά, στο Μώλο ή στην Κυρα Παναγιά. Η τελευταία λίγο πιο μακριά από τη Χώρα. Μάλιστα, εκεί τα τελευταία χρόνια πραγματοποιούνται μεγάλα μουσικά φεστιβάλ.
Υπάρχουν, όμως, και σοβαροί γευστικοί λόγοι για να επισκεφτεί κανείς τη Σκύρο. Η τοπική κουζίνα της είναι πλούσια και άκρως ενδιαφέρουσα. Χωρίς πολλές γκουρμεδιές. Φαγητό καθαρό που αμέσως καταλαβαίνεις ότι περιέχει καλά υλικά. Και που σίγουρα θα “μείνει” για πάντα στη γευστική σου μνήμη. Δύο είναι οι βασικοί πρωταγωνιστές των σκυριανών πιάτων: το άγριο κατσικάκι (σημειώστε ότι υπάρχουν 45.000 αιγοπρόβατα στο νησί) και ο αστακός. Άλλωστε, η Σκύρος έχει το προσωνύμιο “η αστακομάνα”, διότι φαίνεται ότι οι αστακοί αγαπούν πολύ τα καθαρά και δροσερά νερά της. Δε θα φύγετε από το νησί χωρίς να δοκιμάσετε λαδόπιτα με ξυνοτύρι (λευκό τυρί από αιγοπρόβειο γάλα με γιαουρτένια υφή), ντόπια γραβιέρα, και φυσικά φάβα, που οι Σκυριανοί προσθέτουν λίγο μάραθο για να τη νοστιμήσουν ακόμα περισσότερο. Αν είστε τυχεροί και βρεθείτε σε σπίτι κάποιου ντόπιου, τότε θα τη φάτε μαγειρεμένη στο τσουκάλι, και μη σας κάνει εντύπωση αν αντί για πιρούνι σας δοθεί ένα κρεμμύδι. Κάθε φύλλο κρεμμυδιού θα είναι και μια μπουκιά. Θα σας μείνει αξέχαστη! Επίσης, πριν φύγετε να πάρετε μαζί σας θυμαρίσιο μέλι. Είναι το κάτι άλλο. Δε θα σας προτείνω κάποιο συγκεκριμένο μαγαζί για να φάτε, όμως, να θυμάστε το εξής: όπου κι αν πάτε για φαγητό στη Σκύρο, οι μερίδες είναι τεράστιες (δεν υπερβάλλω) και οι τιμές καταπληκτικές.
Τέλος, όσον αφορά τα τουριστικά μνημεία, δεν είμαι ο πλέον ειδικός για να σας πω ποια να επισκεφτείτε. Διότι δεν αισθάνομαι τουρίστας στο νησί και ως εκ τούτου έχουν περάσει χρόνια από την τελευταία φορά που επισκέφτηκα κάποιο (εσείς, δηλαδή, πότε πήγατε τελευταία φορά στην Ακρόπολη;). Πάντως, αυτό που πρέπει σίγουρα να δείτε από κοντά είναι το σκυριανό μικρόσωμο αλογάκι (ύψους 90 με 110 εκατοστά). Το μοναδικό στο είδος του. Και να διορθώνετε όσους το αποκαλούν πόνυ. Δεν είναι πόνυ! Τα πόνυ είναι μικρά και κοντόχοντρα και ζουν, κυρίως, στην Αγγλία και στη Σκωτία. Τα δικά μας έχουν χαρακτηριστικά μεγαλόσωμων αλόγων και κοσμούν και τη ζωοφόρο του Παρθενώνα.
Αυτά είχα να γράψω για την αγαπημένη μου Σκύρο, το νησί των αμέτρητων κι αξέχαστων στιγμών μου. Ελπίζω να την επισκεφτείτε και να την αγαπήσετε κι εσείς. Το αξίζει.
Και κάτι τελευταίο. Να ξέρετε ότι στη Σκύρο έχουμε το πιο μεγάλο αυγουστιάτικο φεγγάρι. Γι’ αυτό να μη λείψει κανείς...