Είναι στην ανθρώπινη φύση να κυνηγάμε συνεχώς το «κάτι καλύτερο». Η τάση αυτή είναι που επέτρεψε στο ανθρώπινο είδος να επιζήσει και που στη σύγχρονη εποχή μας οδηγεί στο να προσπαθούμε συνεχώς να καλυτερέψουμε τις συνθήκες της ζωής μας, σε επίπεδα όπως είναι το επαγγελματικό, το κοινωνικό και το συναισθηματικό. Το θέσιμο στόχων- όταν γίνεται ρεαλιστικά, με μέτρο και, προπαντός, χωρίς να μας αποτρέπει από το να εκτιμούμε και να χαιρόμαστε αυτά που ήδη έχουμε- μπορεί να είναι κάτι το πολύ θετικό. Στη διάρκεια της ζωής μας, λοιπόν, θα θέσουμε διάφορους στόχους. Κάποιοι στόχοι επιτυγχάνονται σχετικά εύκολα, σε μικρό χρονικό διάστημα, και οι παράγοντες οι οποίοι οδηγούν στην επίτευξή τους ή μη είναι λίγοι, απλοί και ευκρινείς. Άλλοι στόχοι είναι αρκετά πιο πολύπλοκοι, και η επίτευξή τους παίρνει περισσότερο χρόνο, εξαρτάται από διάφορους παράγοντες και απαιτεί συγκεκριμένο χειρισμό. Πολλές φορές, τη διαφορά στο αν, τελικά, θα πετύχουμε τους στόχους μας, μπορεί να την κάνει η νοητική στάση την οποία τηρούμε ως προς αυτούς.
Εάν ξεκινάμε με αρνητική, ηττοπαθή στάση, μπορεί να μην πετύχουμε το στόχο μας, όχι επειδή δεν είχαμε την ικανότητα, τις ευκαιρίες, τα εφόδια να το κάνουμε αλλά διότι, πολύ απλά, λόγω της στάσης μας, δεν κάναμε τις σωστές κινήσεις τη σωστή στιγμή, και αυτό οδήγησε τελικά στη μη επίτευξη του στόχου. Ας πάρουμε το παράδειγμα της αλλαγής δουλειάς: έχουμε βάλει στόχο να πάρουμε προαγωγή ή και να «χτυπήσουμε» μια θέση σε άλλη εταιρεία. Εάν πιστεύουμε ότι υπάρχει όντως πιθανότητα να τα καταφέρουμε, η πεποίθηση αυτή θα μας δώσει το κίνητρο και τη δύναμη να κάνουμε τις κινήσεις που είναι απαραίτητες ώστε να οδηγηθούμε στην επιτυχία.
Οι κινήσεις αυτές περιλαμβάνουν τη συνεχή εκπαίδευση και ενημέρωση πάνω στον τομέα μας, την επαγγελματική δικτύωση, την ενασχόληση με το βιογραφικό μας, την αποστολή βιογραφικών συχνά και στοχευμένα (κάνοντας την προσπάθεια ολοκληρωμένα με το να εντοπίζουμε το σωστό άτομο στην εκάστοτε εταιρεία, να γράφουμε ένα καλό cover letter, να κάνουμε follow up). Όλα αυτά είναι κουραστικά, κάποιες φορές λιγάκι βαρετά, και απαιτούν υπομονή και επιμονή. Όμως, εάν πιστεύουμε μέσα μας ότι οι προσπάθειές μας κάποια στιγμή θα αποδώσουν, τότε θα είμαστε πολύ πιο διατεθειμένοι να κάνουμε τη θυσία χρόνου και κούρασης ώστε να εκτελέσουμε σωστά την κάθε διαδικασία.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι ο στόχος μας είναι να γνωρίσουμε κάποιον και να κάνουμε μία σοβαρή σχέση. Σίγουρα το να γνωρίσει κανείς έναν άνθρωπο που να του ταιριάζει, να τον ελκύει και γενικότερα να τον κάνει χαρούμενο, και συγχρόνως να είναι το timing σωστό ούτως ώστε να υπάρχει και η δυνατότητα να προκύψει σχέση, δεν είναι εύκολο και ούτε έρχεται κατά παραγγελία. Από την άλλη μεριά όμως, εάν στην πρώτη δυσκολία απελπιζόμαστε όσον αφορά τις πιθανότητές μας στην ερωτική αρένα, αυτό μπορεί εύκολα να μας οδηγήσει είτε στο να απομονωνόμαστε στο σπίτι καθώς δε βλέπουμε το νόημα του να βγούμε να γνωρίσουμε κόσμο, είτε στο να κοινωνικοποιούμαστε μεν, αλλά να εκπέμπουμε τόσο αρνητική ενέργεια που...καλύτερα να είχαμε κάτσει σπίτι! Και στις δύο περιπτώσεις, το εμπόδιο δεν είναι οι συνθήκες, αλλά εμείς και η στάση μας.
Γενικότερα, όποιος και αν είναι ο στόχος μας, τεράστιο ρόλο παίζει η αυτοπεποίθηση. Πιο συγκεκριμένα, αν αντιμετωπίζουμε έναν στόχο χωρίς αυτοπεποίθηση, χωρίς να θεωρούμε ότι είμαστε αρκετά καλοί για να πετύχουμε το στόχο και ότι μας αξίζει να έχουμε αυτό που επιθυμούμε, αυτό είναι κάτι το οποίο γίνεται αντιληπτό από τους γύρω μας, είτε σε συνειδητό, είτε σε ασυνείδητο επίπεδο. Έτσι, όταν κάτι στο οποίο αποσκοπούμε περιλαμβάνει τον ανθρώπινο παράγοντα (δηλαδή, όταν πρέπει να πείσουμε κάποιον για κάτι) η έλλειψη αυτοπεποίθησης μπορεί εύκολα να μας στερήσει την επιτυχία, ακόμα και αν στην πραγματικότητα διαθέτουμε όλα τα απαραίτητα στοιχεία για να επιτύχουμε το στόχο μας.
Με λίγα λόγια, πολλές φορές το πρώτο βήμα για να πετύχουμε έναν δύσκολο στόχο είναι να πιστέψουμε, με όλο μας το είναι, πρώτον ότι είμαστε ικανοί να τα καταφέρουμε και δεύτερον ότι, αργά ή γρήγορα, ΘΑ τα καταφέρουμε (η διαφορά μεταξύ των δύο είναι μικρή αλλά σημαντική). Τέλος, για να κατορθώσουμε να τηρήσουμε τη σωστή νοητική στάση η οποία θα μας βοηθήσει να πετύχουμε αυτό που θέλουμε πρέπει, λίγο-πολύ, να σκεφτόμαστε και να φερόμαστε όπως θα σκεφτόταν και θα φερόταν ο μελλοντικός εαυτός μας, ο οποίος έχει ήδη φτάσει εκεί που θέλουμε να πάμε.