Από τότε που οι ΗΠΑ ανέλαβαν τα ηνία των δυτικών (και πολύ μετά, των παγκόσμιων) υποθέσεων μετά το τέλος του Β’ Π.Π., είναι η πρώτη φορά που διαμορφώνονται συνθήκες σταθερής συνεργασίας μεταξύ Αθήνας και Ουάσινγκτον. Πράγματι, αμέσως μετά το τέλος του Β’ Π.Π’, η Ελλάδα δεν γινόταν εκ των πραγμάτων, να αποφύγει την ασύμμετρη σχέση με τις ΗΠΑ. Το τοπίο καταστροφής μετά τη λαίλαπα της Κατοχής, σε συνδυασμό με την ανταρσία που κλιμακώθηκε σε Εμφύλιο Πόλεμο, έκαναν την Ελλάδα να αναλώνει τη στρατηγική συνεργασία της με την υπερδύναμη, στην ίδια της την επιβίωση. Παρόλα αυτά, η ασύμμετρη αυτή σχέση συνοδεύτηκε κατά παράδοξο τρόπο με ένα μεγάλο – γεωστρατηγικής αξίας - ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την Ελλάδα το οποίο έκτοτε, δεν έπαψε ποτέ να υφίσταται.
Κακά τα ψέματα, στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας υπήρξαν αγκάθια τα οποία οφείλονται εν πολλοίς στον διπολικό κόσμο, ο οποίος σφυρηλάτησε εν τη γενέσει τους, τις σχέσεις Αθήνας και Ουάσινγκτον. Η Τουρκία και η παράνομη εισβολή της στην Κύπρο, η ευμενής ουδετερότητα των ΗΠΑ προς όφελος της Τουρκίας στη συνολική ελληνοτουρκική διένεξη, έθεταν όρια στην περαιτέρω ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Η Τουρκία είναι και σήμερα (προς όφελος της Ελλάδας αυτή τη φορά) ο ειδικός συντελεστής σύσφιξης των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, όμως δεν είναι ο μόνος. Μελετώντας το αντίστροφα: Ακόμη και αν επανέλθουν σε καλά επίπεδα οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις, η αναβάθμιση των αντίστοιχων ελληνοαμερικανικών, πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Στην Ελλάδα βέβαια, μια τέτοια αναβάθμιση φέρνει συνήθως εφησυχασμό ο οποίος μας κοιμίζει και τελικά, μετατρέπεται σε ζημιά για τα εθνικά συμφέροντα.
Η ΔΕΘ ήταν μόνο η βιτρίνα της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας.
Η Τουρκία εδώ και χρόνια έχει «ξεστρατίσει» από τη Δύση. Οι ΗΠΑ γνωρίζουν ότι ο Ερντογάν είναι πλέον επανεκλεγμένος και δεν μπορούν να περιμένουν 5 έτη για να συνετιστεί η Τουρκία. Γνωρίζουν επίσης ότι ακόμη και αν χθες ο Ταγίπ Ερντογάν έφευγε από την πρωτοκαθεδρία της τουρκικής πολιτικής, η τουρκική κοινωνία έχει αλλάξει ως εκλογικό σώμα. Ο επόμενος ηγέτης της Τουρκίας, όποιος και αν είναι αυτός, θα πρέπει να κάνει τεράστιες τομές οι οποίες θα ζημιώσουν την Τουρκία στην ανατολή και στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει ως «προστάτιδα δύναμη του ισλαμικού κόσμου». Με άλλα λόγια, η μερική υποκατάσταση της Τουρκίας από άλλες δυνάμεις όπως είναι η Ελλάδα, η Κύπρος, το Ισραήλ και η Αίγυπτος (ακόμη και η Ιορδανία) είναι ειλημμένη από την Ουάσινγκτον.
Η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ και οι πολλές συνεργασίες που εξελίσσονται πάνω σε αυτήν, (από τα νέα ελικόπτερα, μέχρι και την αναζήτηση βάσεων για μη επανδρωμένα αεροσκάφη και την «επίσκεψη» σημαντικών πλοίων του 6ου Στόλου των ΗΠΑ όπως στα τέλη Μαΐου στη Σαντορίνη και στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια της ΔΕΘ) έρχεται να συμπληρωθεί και από την πιθανολογούμενη προσφορά που πρόκειται να φτάσει από την ΟΝΕΧ για την εξαγορά των Ναυπηγείων του Σκαραμαγκά. Της ΟΝΕΧ ηγείται ο Πάνος Ξενοκώστας ο οποίος θα δραστηριοποιηθεί και στη Σύρο. Θα ήταν πολύ λογικό, οι ΗΠΑ να επιθυμούν να έχουν ρόλο στις στρατηγικού χαρακτήρα επενδύσεις που αφορούν την ελληνική ναυτιλία, βάζοντας έτσι φρένο στην κινεζική επέκταση σε αυτόν τον τομέα.
Στρατηγική συνεργασία, ειδική σχέση και Μεταφορά Βαρών
Ανεξάρτητα από το πώς θα καταλήξει το θέμα του Σκοπιανού, οι ΗΠΑ θα χρησιμοποιήσουν την ελληνική δυναμική στα Βαλκάνια η οποία θα συμπληρώνει την επιρροή της Ε.Ε, μέχρι η τελευταία να αποφασίσει πόσο μπορεί να σταθεροποιήσει την περιοχή. Είναι κάτι παραπάνω από ξεκάθαρο πως οι ΗΠΑ (πλέον) αρέσκονται περισσότερο στην αξιοποίηση των διμερών σχέσεων με κράτη της Ε.Ε. Έρευνες δείχνουν ότι 11 κράτη της Ε.Ε, προσβλέπουν στην ενίσχυση των σχέσεών τους με τις ΗΠΑ και εκτός Κοινοτικού πλαισίου. Όλα αυτά, είναι πράγματι θετικά για την Ελλάδα και για την Κύπρο. Ειδικά η Κύπρος έχει την τιμητική της. Αρκεί να σημειώσουμε ότι συζητείται η άρση του εμπάργκο όπλων που είχε επιβληθεί στην Κύπρο. Να μη μας κάνει καμία εντύπωση αν αρχίσουν να γίνονται συζητήσεις και για την είσοδο της Κύπρου στο ΝΑΤΟ. Η Τουρκία δε θα το «βάλει κάτω» αναφορικά με τα ενεργειακά τεκταινόμενα στην περιοχή, τα όποια όπως εξελίσσονται, την θέτουν στο περιθώριο. Όπως βλέπουμε, η πολιτική προηγείται της οικονομίας και ενώ η Τουρκία λίγα χρόνια πριν βρισκόταν στην «καρδιά» της ενεργειακής διπλωματίας της ανατολικής Μεσογείου, με την συμπεριφορά της, κινδυνεύει να μπει στο περιθώριο.
Ελλάδα και Κύπρος αποτελούν επίσης χώρες - κλειδιά για την ενεργειακή ασφάλεια της Ε.Ε, η οποία – για τις ΗΠΑ - πρέπει να διαφοροποιηθεί και σταδιακά, να μειωθεί η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από την Ρωσία. Η Γερμανία και η Ρωσία φαίνεται να επιθυμούν τον αγωγό Nord Stream 2. Μη μας κάνει καμία εντύπωση αν δούμε μελλοντικά διαφωνίες ανάμεσα σε κράτη-μέλη της Ε.Ε, αναφορικά με projects όπως ο EastMed.
Γιατί λοιπόν δεν πρέπει να εφησυχάζουμε; Όλη αυτή η κινητικότητα γύρω από την Ελλάδα, σημαίνει ένα πράγμα. Για τις ΗΠΑ, η Ελλάδα προορίζεται να γίνει κράτος - μοχλός των αμερικανικών συμφερόντων. Σε μεγαλύτερη κλίμακα, αυτού του είδους η στρατηγική συνεργασία ονομάζεται μεταφορά βαρών (εν προκειμένω, από τις ΗΠΑ, προς την Ελλάδα). Αυτό λοιπόν, σημαίνει ευθύνες και όχι μόνο οφέλη. Σημαίνει πως η Ελλάδα θα πρέπει να αρχίσει να στηρίζει πολιτικές και συμφέροντα συμμαχικών κρατών όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος. Σημαίνει πως η Ελλάδα θα πρέπει να είναι το παράδειγμα προς μίμηση σε θέματα εσωτερικής ασφάλειας. Πρακτικά, δεν θα ήταν πολύ λογικό να επαναλαμβάνουμε περυσινά, χειμερινά λάθη όπως αυτό που έγινε στον ΟΗΕ με το θέμα της Ιερουσαλήμ, ούτε να αιωρούνται φήμες ότι η Ελλάδα σέβεται υπέρ το δέον...δικαιώματα καταδικασμένων ή δράσεις ομάδων που έχουν τη βία για σημαία τους.
Όλα τα παραπάνω, για πολλούς που κοιτούν συναισθηματικά την εξωτερική πολιτική και τις διεθνείς σχέσεις, θα μπορούσαν να είναι «κόκκινο πανί». Ωστόσο, ο υπολογισμός του εθνικού συμφέροντος είναι εκείνος που προηγείται και τελικά, επικρατεί, έναντι «απόψεων» και ιδεολογικοποιήσεων της εξωτερικής πολιτικής, που μόνο ζημιά έκαναν στην Ελλάδα.