“Η εικόνα κάνει τους τηλεθεατές να μετεωρίζονται ανάμεσα σε μία στιγμιαία και επιδερμική συγκίνηση και στην ψυχρή αδιαφορία της παραίτησης”.
Ο γιγαντισμός των σύγχρονων ΜΜΕ και ιδιαίτερα της τηλεόρασης επαναφέρει το ερώτημα για το περιεχόμενο της “Τηλε-Δημοκρατίας” και για τη σχέση Πολίτη και Πολιτικής. Πολλοί είναι εκείνοι που διατείνονται πως υφίσταται ένας στενός δεσμός ανάμεσα στην TV και στην ποιότητα της Πολιτικής Σκέψης.
Ο κυριαρχικός ρόλος της ηλεκτρονικής πληροφόρησης-επικοινωνίας καθίσταται περισσότερο εξουσιαστικός κατά την προεκλογική περίοδο. Σε αυτήν κυριαρχεί πλέον το πολιτικό θέαμα και υποχωρεί η συζήτηση για την πολιτική με την ριζική έννοια του όρου. Για μία άλλη φορά η εικόνα εκτοπίζει το λόγο και η δήθεν πολυφωνία των ΜΜΕ συνοδεύεται από την αφωνία των πολιτών.
Ένας μεγάλος αριθμός πολιτών εκφράζει την ικανοποίησή του από την παρουσία στην ΤV της κομματικής πολυφωνίας. Λίγοι, όμως, είναι εκείνοι που διακρίνουν πίσω από αυτήν προβλήματα και κινδύνους που ελλοχεύουν για την πολιτική και τη δημοκρατία. Μερικά από αυτά είναι η δημιουργία του “Πολίτη-Τηλεθεατή” σε μία “Δημοκρατία Θεατών”.
Η Πολιτική ως Θέαμα
Η τηλε-οπτικοποίηση της πολιτικής και η μετατροπή της σε θέαμα συνιστούν τη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα. Θέαμα, όμως, σημαίνει καταναλώσιμο είδος σύμφωνα με τους κανόνες του κυρίαρχου οικονομικού συστήματος. Η παραδοχή και η αποδοχή των ειδικών της πολιτικής και ο αποκλεισμός των άλλων ως αχρείαστων και ακατάλληλων (Τηλεπολίτες) μπορεί να γεννήσει την πολιτική τερατογέννηση..
Ξεχνούν, όμως, πως “η γενικευμένη υπερεξειδίκευση επιφέρει έναν γενικευμένο κρεττινισμό”
(Μορέν).
Τελευταίο σύμπτωμα της τηλε-oπτικοποίησης της πολιτικής και της έντονης παρουσίας στην TV των κομματικών αστέρων - ως κατάκτηση της δήθεν κομματικής πολυφωνίας - είναι η σιωπή των πολιτών και η “πολιτική αφασία” του εκλογικού σώματος. H αφασία στο πολιτικό επίπεδο εμφανίζεται με ποικίλα συμπτώματα, μερικά από τα οποία εύκολα ανιχνεύονται, όπως:
Η ανικανότητα του σύγχρονου ανθρώπου να παράγει γνήσια και δημιουργική σκέψη από τη μία πλευρά και από την άλλη η ικανότητά του να αναμασά χωρίς συνείδηση τον κομματικό λόγο.
Να αντιλαμβάνεται μόνο το σύνθημα και να αδυνατεί να ερμηνεύει τον καθαρό και γόνιμο πολιτικό λόγο.
Να αδιαφορεί για ζητήματα ζωτικής σημασίας και κατά περίεργο τρόπο να ευαισθητοποιείται σε θέματα μικρότερης ή ανύπαρκτης σημασίας (αδιαφορεί για την οικολογική καταστροφή και τα μεταλλαγμένα προϊόντα, αλλά κατεβαίνει θορυβωδώς στο αεροδρόμιο για την υποδοχή ενός ακριβοπληρωμένου ποδοσφαιριστή).
Τα ΜΜΕ έγιναν μέσα παραγωγής τεχνητής εμπειρίας και όχι αναμεταδότες πραγματικής εμπειρίας, προβάλλουν ιδεολογήματα και απονευρώνουν κάθε ιδεολογία. Η TV επιβάλλει την μονοσήμαντη επικοινωνία κατά την οποία οι ρόλοι του πομπού (πολιτικού) και του δέκτη (πολίτη) είναι από πριν καθορισμένοι. Η κυριαρχία της εικόνας είναι απόλυτη κι αυτό επιδρά αρνητικά στη δυνατότητα του θεατή να ενημερωθεί σωστά και να αρθρώσει δικό του λόγο κριτικό.
Ιδεολογικό μασάζ
Έτσι ο κομματικός τηλεοπτικός λόγος με τη γρήγορη αλληλοδιαδοχή των εικόνων δεν γίνεται άμεσα αντιληπτός από τη συνειδησιακή λειτουργία και περνά στο υποσυνείδητο. Πρόκειται για ένα “ιδεολογικό μασάζ” του εγκεφάλου του ψηφοφόρου. Το ιδιαίτερο γνώρισμα της εικόνας είναι να αγγίζει κατευθείαν τη συναισθηματική σφαίρα, δίχως τη μεσολάβηση της νόησης.
Στην τηλεόραση, λοιπόν, οι πληροφορίες και γενικά ο πολιτικός λόγος φορτίζονται συναισθηματικά και προκαλούν την άκριτη αποδοχή χωρίς την απαραίτητη εννοιολογική ανάλυση ή ερμηνεία των δεδομένων. Ο κομματικός, επομένως, πλουραλισμός της TV δεν πρέπει να γίνει αυτοσκοπός. Γιατί σκοπός της κομματικής πολυφωνίας δεν είναι να ικανοποιηθεί ο ψηφοφόρος ακούγοντας και τη δική του προκάτ άποψη δίπλα στις άλλες προκάτ απόψεις των κομμάτων, αλλά να του παρέχονται εκείνες οι πληροφορίες για να κρίνει, να σχηματίζει υπεύθυνη προσωπική άποψη και όχι περισσότερη ελευθερία επιλογών ανάμεσα στα πολλά κέντρα πλύσης εγκεφάλων.
Το σύνθημα του Γαλλικού Μάη “Ζήτω η επικοινωνία. Κάτω οι τηλεπικοινωνίες” παραμένει πάντα επίκαιρο.
Στις πολιτικές τηλεοπτικές συζητήσεις πρωταγωνιστούν όχι οι πολιτικές και ιδεολογικές αναζητήσεις, αλλά τα πρόσωπα-ηγέτες. Η εικόνα του πολιτικού ηγέτη εκτοπίζει κάθε αναφορά στον πυρήνα της πολιτικής και των ιδεολογιών. Η υπερπροβολή της πολιτικής και προσωπικής του δράσης συμβάλλει στην προσωποποίηση της πολιτικής και εκτρέφει έναν ιδιότυπο μεσσιανισμό.
Η σύγκρουση των ηγετών μέσα από την τηλεόραση απορροφά τη λαϊκή δυσφορία και μειώνει στο ελάχιστο την εξωτερίκευση της πολιτικής διαφωνίας. Ο τηλεοπτικός ηγέτης ενσωματώνει τις φοβίες, τις ανησυχίες, την ελπίδα και τα οράματα των ψηφοφόρων καθιστώντας έτσι ανενεργή την πολιτική συμμετοχή.
Η Τηλε-Δημοκρατία
Έτσι η πολιτική συμμετοχή των μαζών υποκαθίσταται από την τηλεοπτική δράση του ηγέτη μέσα σε καθεστώς τηλε-δημοκρατίας.
Στην τηλε-δημοκρατία επικρατεί το μαζικό και το ομοιόμορφο. Ο ομοιομορφοποιητικός ρόλος της εικόνας αποδυναμώνει το διαφορετικό και ενοχοποιεί την ιδεολογική και αισθητική παρέκκλιση. Στην εικονολατρική δημοκρατία ισχύει η εξίσωση το ορατό = το πραγματικό = το αληθινό, το οποίο με τη σειρά του παράγει μία άλλη αυταπάτη “Ο κόσμος είναι αυτός που εμφανίζεται στην οθόνη και δεν μπορούμε να τον αλλάξουμε”.
Έτσι, όμως, τείνουμε να λησμονούμε όσα ξεχνάει η τηλεοπτική εικόνα. “Ό,τι δεν μεταφράζεται σε οπτική εντύπωση (σκέψη, άρνηση, ουτοπία, φιλοσοφική αναζήτηση…) παύει να υπάρχει”. Οι μειοψηφίες χλευάζονται και οι πολιτικές διαφοροποιήσεις μεταφράζονται ως νευρωτικά συμπτώματα ανθρώπων που παρουσιάζουν συμπτώματα-αδυναμίες προσαρμογής στην κυρίαρχη πραγματικότητα.
Χωματερή Πληροφοριών
Για την τηλεόραση η συνείδηση του πολίτη λογαριάζεται ως “χωματερή πληροφοριών”. Μεγάλες ποσότητες πολιτικών ειδήσεων καθημερινά μεταποιούν την πολιτική ζωή σε θέαμα ή σε πρόκληση ψυχολογικών εντυπώσεων. Προέχει η εντύπωση και λιγότερο η ουσία. Στόχος η συναισθηματική διέγερση και η ιδεολογική σύγχυση και όχι η ενημέρωση και η πολιτική αφύπνιση. Η βιομηχανία των πολιτικών συζητήσεων πάνω στα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων μεταποιεί τα καθαρά πολιτικά γεγονότα σε ηδονικά καταναλώσιμη ενημέρωση και επενδύει στη ναρκισσιστική καταναλωτική απαίτηση του θεατή, που αγγίζει ενίοτε τα όρια της πολιτικής βουλιμίας.
Το σημερινό, λοιπόν, άτομο ετερόφωτο και ετεροκαθοριζόμενο οδηγείται στην κάλπη με την ψευδαίσθηση ότι αυτό και μόνο είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού και ο ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων. Η πλύση εγκεφάλου που υφίσταται πριν τις εκλογές και τα κολακευτικά λόγια που ακολουθούν μετά την έκδοση των αποτελεσμάτων περί δήθεν “ώριμου πολιτικά και υπεύθυνου λαού” τον οδηγούν σε επικίνδυνες πολιτικά αυταπάτες για την προσωπική του αξιοπρέπεια και για την ηθική της πολιτικής. Η ανυπαρξία κριτικής σκέψης και αντιρρησιακού λόγου προοικονομεί απρόβλεπτες συνέπειες για τη δημοκρατία.
Ο Λόγος που διαφοροποίησε σημαντικά τον άνθρωπο ως είδος από τα άλλα έμβια όντα πρέπει να ξαναβρεί τη χαμένη του δύναμη και δυναμική. Να γίνει η αιτία για τη αυτοεπιβεβαίωση της ύπαρξής του και της πολιτικής του φύσης.
“Και σήμερα έζησα, επέζησα / ανακαλύπτοντας την ύπαρξή μου / μέσα απ’ τις πολλές κατεδαφίσεις / επέζησα περνώντας ανάμεσα / από αναρίθμητες στερήσεις / νυχοπατώντας / μονολογώντας /κρατώντας / ανάμεσα στα δόντια μου / λεπίδι κοφτερό το ΛΟΓΟ”.