Το αίτημα της θεσμικής αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης μέσα από μία ριζική συνταγματική αλλαγή τέθηκε επιτακτικά το 2010, όταν η χώρα χρεοκόπησε. Τότε, η κοινωνία συνειδητοποίησε ότι η υπερχρέωση του κράτους οφειλόταν εν πολλοίς στην κατασπατάληση, στην διασπάθιση και στην λεηλασία του δημοσίου χρήματος και ότι όλα αυτά γίνονταν χάριν της διαπλοκής, της διαφθοράς και της άσκησης της εξουσίας υπέρ κομματικών ή προσωπικών συμφερόντων. Ακολούθως, δεν άργησε να αναδειχθεί και η ευθύνη του Συντάγματος, διότι αποδείχθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να κατοχυρώσει, όχι μόνο αδιάβλητους μηχανισμούς ελέγχου εκείνων που ασκούν την δημόσια εξουσία και διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα, αλλά ούτε και σύγχρονες δημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
Μέσα σε αυτή την κοινωνική ζύμωση, μερίδα των πολιτών, είτε μέσω ατομικής αρθρογραφίας και δράσης, είτε μέσω της συμμετοχής σε κινήσεις πολιτών, πρότεινε μεγάλες τομές που κατέτειναν στην πλήρη αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, όπως η εισαγωγή θεσμών άμεσης συμμετοχής των πολιτών (υποχρεωτικά δημοψηφίσματα, τα δημοψηφίσματα και οι προτάσεις νόμων με πρωτοβουλία πολιτών), η ίδρυση ανεξάρτητου Συνταγματικού Δικαστηρίου, η κλήρωση μεταξύ των ανωτάτων δικαστών για την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, ο έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων και όσων ασκούν δημόσια εξουσία αποκλειστικά από την Δικαιοσύνη χωρίς απόρρητο, η κατάργηση των προνομίων και της ασυλίας βουλευτών, η κατάργηση των διατάξεων του άρ. 86 περί ευθύνης υπουργών, ο περιορισμένος αριθμός θητειών σε αξιώματα, το ασυμβίβαστο βουλευτή – μέλους κυβέρνησης, ακόμη και η πλήρης διάκριση των εξουσιών με μετάβαση σε πολίτευμα προεδρικής δημοκρατίας. Επισημάνθηκε δε ότι το πολιτικό σύστημα δεν είναι σε θέση να προβεί από μόνο του σε τέτοιες μεταρρυθμίσεις αναμόρφωσής του, παρά μόνο με την σύμπραξη των πολιτών μέσω συντακτικής συνέλευσης.
Όταν με πρωτοβουλία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε η διαδικασία αναθεώρησης, υπήρξαν κινήσεις πολιτών που επεσήμαναν ότι η προβλεπόμενη διαδικασία, βάσει της οποίας οι πολίτες τίθενται στο περιθώριο και παραδίδεται το σύνολο της αρμοδιότητας αλλαγής του Συντάγματος αποκλειστικά στην βουλή, δεν παρέχει καμία απολύτως εγγύηση ότι οι αλλαγές που θα συντελεστούν να είναι προς το συμφέρον της κοινωνίας, πολλώ δε μάλλον που σύμφωνα με το άρ.110 η πρώτη βουλή αποφασίζει μόνο ποια άρθρα θα αναθεωρηθούν και στην συνέχεια η επόμενη βουλή ψηφίζει το ακριβές περιεχόμενο της αναθεώρησης ακόμη και με απλή κυβερνητική πλειοψηφία 151 βουλευτών, χωρίς να ρωτήσει και να δώσει λόγο σε κανέναν.
Σήμερα που η αναθεώρηση ολοκληρώθηκε επιβεβαιώθηκαν πλήρως οι επιφυλάξεις: Με ευθύνη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δεν κρίθηκε αναθεωρητέα η αναχρονιστική διάταξη του άρ. 90 που αναθέτει την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης στην εκάστοτε κυβέρνηση, με ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης ΝΔ δεν εισήχθησαν για μία ακόμη φορά στο ελληνικό Σύνταγμα οι σημαντικοί θεσμοί του υποχρεωτικού δημοψηφίσματος για κύρωση διεθνών συνθηκών, του δημοψηφίσματος με πρωτοβουλία πολιτών για την κατάργηση νόμου, ή για εθνικό ζήτημα, του τοπικού δημοψηφίσματος, του αναλογικού εκλογικού συστήματος και του περιορισμένου αριθμού των βουλευτικών θητειών, ενώ, με ευθύνη όλων, δεν τέθηκαν προς συζήτηση θεσμοί όπως πρωτίστως η αλλαγή της διαδικασίας αναθεώρησης με την εισαγωγή του συνταγματικού δημοψηφίσματος, το συνταγματικό δικαστήριο, το ασυμβίβαστο βουλευτή – μέλους κυβέρνησης, η κατάργηση των διατάξεων του άρ. 86 περί ευθύνης υπουργών, ο αδιάβλητος έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων από την Δικαιοσύνη και πολλά άλλα.
Ακόμη και οι ελάχιστες αλλαγές που φέρονται προς την σωστή κατεύθυνση είναι προβληματικές. Συγκεκριμένα:
Η βουλευτική ασυλία του άρ.62 δεν καταργείται, αλλά η δίωξή του βουλευτή εξαρτάται και πάλι από απόφαση της βουλής, η οποία θα καλείται να κρίνει ανεξέλεγκτα εάν το αδίκημά του συνδέεται με τα καθήκοντά ή την πολιτική του δραστηριότητα.
Οι προτάσεις νόμων με πρωτοβουλία πολιτών καθιερώνονται για πρώτη φορά στο άρ. 73 υπό ιδιαίτερα αυστηρές προϋποθέσεις, ήτοι με συλλογή 500.000 υπογραφών (η πρόταση ΣΥΡΙΖΑ πρόβλεπε 100.000, ενώ, ενδεικτικά, στην Ιταλία αρκούν 50.000 υπογραφές, στην Αυστρία 100.000 και στην Ισπανία 500.000), μόλις 2 ανά βουλευτική περίοδο και υπό τον όρο να μην αφορούν θέματα δημοσιονομικά, εξωτερικής πολιτικής και εθνικής άμυνας. Το κυριότερο όμως είναι ότι η εφαρμογή της διάταξης εξαρτάται από την ψήφιση νόμου. Συνεπώς, εάν η βουλή δεν ψηφίσει τον σχετικό νόμο η διάταξη του άρ.73 δεν θα τεθεί ποτέ σε εφαρμογή!
Η κατάργηση της σύντομης αποσβεστικής προθεσμίας του άρ. 86 δεν αρκεί για να αλλάξει την φυσιογνωμία της διάταξης , αφού ακόμη και για την διενέργεια έστω και προκαταρκτικής εξέτασης εναντίον μέλους ή πρώην μέλους κυβέρνησης εξακολουθεί να απαιτείται απόφαση της Βουλής.
Όσο για τις διατάξεις περί εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, αποτελούν θλιβερή θεσμική οπισθοδρόμηση, αφού η εκλογή του με απλή πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών τον υποβιβάζει από ρυθμιστή του πολιτεύματος σε υπάλληλο της κυβέρνησης.
Εκτός της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, τεράστιες είναι και οι ευθύνες όλων των λοιπών κομμάτων της προηγούμενης βουλής για την στάση που κράτησαν ενάντια σε κάθε δημοκρατική αλλαγή, αλλά και των κομμάτων της παρούσας βουλής, πλην της Ελληνικής Λύσης και του ΜΕΡΑ25, τα οποία υποστήριξαν με δημοκρατικές προτάσεις την ανάγκη ριζικής συνταγματικής μεταρρύθμισης.
Με αυτό το Σύνταγμα θα πορευθεί η χώρα, τουλάχιστον κατά την κρίσιμη επόμενη δεκαετία και αυτή θα είναι η προσφορά της Βουλής για τον εορτασμό των 200 ετών από την ελληνική επανάσταση. Αναρωτιέμαι όμως, πόσοι εκ των βουλευτών που με ευκολία ψήφισαν και εμπόδισαν την θεσμική αναμόρφωση του κράτους θα τολμήσουν κατά τους εορτασμούς της ελληνικής επανάστασης να ισχυριστούν ότι είναι οι συνεχιστές των οραμάτων του Ρήγα που συνέταξε το σχέδιο Συντάγματος της «Ελληνικής Δημοκρατίας», ή των αγωνιστών που εμπνεύστηκαν τα δημοκρατικά επαναστατικά Συντάγματα της Επιδαύρου του 1822, του Άστρους του 1823 και της Τροιζήνας του 1827.
Οι απόψεις που εκφράζονται από τους bloggers είναι αποκλειστικά δικές τους και δεν αποτελούν απόψεις της HuffPost Greece.