Σήμερα 23/7/2021 ξεκινούν οι 32οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούν το μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός του πλανήτη και η γεωπολιτική δεν θα μπορούσε να λείψει από αυτούς. Σε ποια σημεία αναδεικνύεται η γεωπολιτική συνιστώσα των Ολυμπιακών Αγώνων;
Το πρώτο σημείο είναι η επιλογή της πόλης (χώρας) διοργάνωσης. Οι χώρες της Δύσης σχεδόν μονοπωλούν την διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Το δεύτερο σημείο αφορά τον αθλητικό ανταγωνισμό ο οποίος μονοπωλείται από τις χώρες της Δύσης, του πρώην Ανατολικού Μπλοκ και της Κίνας που ανταγωνίζονται στις πρώτες θέσεις για την συγκομιδή μεταλλίων. Οι χώρες του Τρίτου Κόσμου επιδεικνύουν μόνο λίγες αποσπασματικές επιτυχίες.
Το τρίτο σημείο αφορά τις αθλητικές ομοσπονδίες και τους αθλητικούς παράγοντες. Και αυτοί στο συντριπτικό τους ποσοστό είναι εγκατεστημένοι σε χώρες της Δύσης και προέρχονται από αυτήν.
Το τέταρτο σημείο αφορά την περιορισμένη ενσωμάτωση του μουσουλμανικού κόσμου στους Ολυμπιακούς Αγώνες, με συμμετοχή σε πολύ μικρό αριθμό αθλημάτων.
Το κείμενο που ακολουθεί, αναφέρεται στους γεωπολιτικούς παράγοντες επιλογής των πόλεων (χωρών) διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες και η Δύση
Αξιολογώντας την ιστορία των μεταπολεμικών Ολυμπιακών Αγώνων παρατηρούμε ότι οι τελευταίοι διεξήχθησαν τα προηγούμενα 70 χρόνια σχεδόν αποκλειστικά στις χώρες της Δύσης με μόνο τέσσερις εξαιρέσεις: τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού το 1968, της Μόσχας το 1980, του Πεκίνου το 2008 και του Ρίο το 2016.
Μπορεί οι αποφάσεις ανάθεσης των Ολυμπιακών Αγώνων να λαμβάνονται πολύ νωρίτερα, τεκμηριώνονται όμως με βάση γεωπολιτικές επιλογές, καθώς και με τις κυρίαρχες τάσεις της πολιτικής συγκυρίας.
Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή έχει στα χέρια της δύο σημαντικά όπλα: πρώτον, την ανάθεση της τέλεσης των ΟΑ σε κάποια επιλεγμένη πόλη/χώρα· και δεύτερον, την επιλογή των αθλημάτων τα οποία θεωρούνται ολυμπιακά αθλήματα.
Το 1948 οι πρώτοι μεταπολεμικοί Αγώνες ανατέθηκαν στο Λονδίνο, και η απόφαση αυτή ερμηνεύθηκε ως κίνηση υποστήριξης από την πλευρά της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής των νικητών συμμάχων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η επιλογή του Ελσίνκι το 1952 είχε ως στόχο την ενίσχυση της Φιλανδίας, λόγω της συνολικής στρατηγικής που εφάρμοζε στην ΕΣΣΔ, αλλά ήταν επίσης και μια μορφή αποζημίωσης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1940, τους οποίους είχε αναλάβει και ακυρώθηκαν λόγω του πολέμου.
Η ανάθεση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1956 στη Μελβούρνη ταυτίζεται με την προσπάθεια ανάδειξης της νέας δυναμικής που αναπτύσσονταν στο χώρο του Ειρηνικού – ιδιαίτερα μετά την υπογραφή της αμυντικής συμφωνίας ΑΝΖUS μεταξύ ΗΠΑ, Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας το 1951–, καθώς και της σταδιακής ταύτισης των συμφερόντων των χωρών του αγγλοσαξωνικού κόσμου.
Η ανάθεση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1960 στη Ρώμη και του 1964 στο Τόκιο, συμβολίζει την πλήρη ενσωμάτωση των δύο ηττημένων δυνάμεων του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου στο χώρο της Δύσης καθώς και την ιδιαίτερη σημασία που δίνεται στην προβολή των αποτελεσμάτων της οικονομικής ανασυγκρότησης αυτών των χωρών.
Η επιλογή του Μεξικού το 1968 συμπίπτει με μια μεγάλη στροφή των ΗΠΑ στην εξωτερική τους πολιτική.
Παγιδευμένες στον αδιέξοδο πόλεμο του Βιετνάμ, οι ΗΠΑ έχουν ξεκινήσει παράλληλα, από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, μια στρατηγική ελέγχου των εξελίξεων στην αμερικανική ήπειρο, καθώς και μια πολιτική ενίσχυσης των χωρών με τις οποίες συνορεύουν: το Μεξικό και τον Καναδά.
Το 1972 η επιλογή του Μονάχου, ενισχύει το ρόλο της Γερμανίας στην Κεντρική Ευρώπη, αναδεικνύει τη δυναμική του επονομαζόμενου «γερμανικού θαύματος» και σηματοδοτεί την αναγνώριση της Γερμανίας ως σημαντικής περιφερειακής δύναμης μέσα στο πλέγμα ισχύος της Δύσης.
Η διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων στο Μόντρεαλ το 1976, επιβραβεύει το ρόλο του Καναδά ως σταθερού πυλώνα της Δύσης και ως εταίρου των ΗΠΑ στα σχέδιά τους για τον έλεγχο των εξελίξεων στην Αμερική.
Η Μόσχα αναλαμβάνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1980, δηλαδή 35 χρόνια μετά τη λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Είναι η πρώτη και μοναδική φορά που δίνεται σε χώρα εκτός της Δύσης αυτό το προνόμιο.
Θα περάσουν άλλα 28 χρόνια για να επαναληφθεί αυτό το εγχείρημα με τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων στο Πεκίνο το 2008.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1984 διεξάγονται στο Λος Άντζελες σε μια προσπάθεια συμψηφισμού των Ολυμπιακών Αγώνων του 1980 μέσα στο γενικότερο κλίμα του Ψυχρού Πολέμου που επικρατούσε εκείνη την περίοδο.
Η ανάθεση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1988 στη Σεούλ θέλει να υπογραμμίσει την ανοδική αναπτυξιακή πορεία των χωρών της περιοχής –των αποκαλούμενων «τίγρεων της Ασίας», καθώς βέβαια και την υπεροχή του καπιταλιστικού μοντέλου οργάνωσης της οικονομίας.Η προσπάθεια για συνδιοργάνωση των Αγώνων με τη Βόρεια Κορέα, αποτυγχάνει γρήγορα, γιατί στην πραγματικότητα κανένας δεν επιθυμούσε την ανάδειξη μιας χώρας με ένα ιδιάζον σύστημα «πολεμικού σοσιαλισμού».
Μετά τις ανατροπές των καθεστώτων του Υπαρκτού Σοσιαλισμού, οι γενικότερες εξελίξεις στις χώρες της Δύσης επηρεάζουν και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι δυτικές κοινωνίες εισέρχονται σε μια νέα φάση, αυτή της μετανεωτερικότητας. Παρ’ όλες τις αναπροσαρμογές που γίνονται σταδιακά στην ίδια τη Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, η ένταξή της στους μηχανισμούς «ήπιας ισχύος» της Δύσης παραμένει σταθερή.
Η ανάθεση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992 στην Ισπανία συμπίπτει με μεγάλες αλλαγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την προώθηση της αντίληψης της «Ευρώπης των περιφερειών» –οι Ολυμπιακοί Αγώνες ανατίθενται στη Βαρκελώνη, στην Καταλονία–, καθώς και με την προσπάθεια υποβοήθησης της Ισπανίας να λειτουργήσει ως ένα πολύ-εθνοτικό κράτος.
Η διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 1996 ξανά στις ΗΠΑ, στην Ατλάντα, για δεύτερη φορά μέσα σε 12 χρόνια, τονίζει τον ηγεμονικό ρόλο της χώρας μέσα στα πλαίσια της Δύσης, ιδιαίτερα μετά την ανάδειξή της σε μοναδική παγκόσμια υπερδύναμη.
Αλλά και η ανάθεση της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων του 2000 στο Σίδνεϋ, έρχεται να επανεπιβεβαιώσει τους ιδιαίτερους δεσμούς του αγγλοσαξωνικού κόσμου, μετά την κατάρρευση των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης.
Η επιλογή της Αθήνας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση. Κυρίως λόγω της ιστορικής βαρύτητας που έχει η χώρα στους κόλπους της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής. Κατά τα άλλα είναι η πρώτη φορά που ανατίθενται οι Αγώνες σε μια τόσο μικρή χώρα, η οποία όμως συμβολίζει τις προόδους που επιφέρει η οικονομική ανάπτυξη την οποία διασφαλίζει η ΕΕ για όλες τις χώρες-μέλη της.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου το 2008, γίνονται στην Κίνα, γιατί απλούστατα την τελευταία 25ετία το οικονομικό και γεωπολιτικό βάρος αυτής της αναδυόμενης υπερδύναμης στην Ασία, δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Πολύ περισσότερο που οι χώρες της Δύσης δεν θα διακινδύνευαν εύκολα να θέσουν σε αμφισβήτηση τις οικονομικές τους συναλλαγές με την Κίνα.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2012 διεξάγονται στο Λονδίνο.
Το Ηνωμένο Βασίλειο ως σημαντικός πυλώνας του αγγλοσαξωνικού κόσμου δεν είχε διοργανώσει Ολυμπιακούς Αγώνες για περισσότερο από 60 χρόνια. Απαίτησε τους αγώνες και τους κέρδισε.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2016 διεξήχθησαν στο Ρίο. Η Βραζιλία ήταν μία ανερχόμενη δύναμη που περιλαμβάνονταν στους BRICS.
Η Δύση ευνοούσε την ενίσχυση των δεσμών της με τρεις από τις χώρες αυτές, την Ινδία, την Βραζιλία και την Νότια Αφρική. Η ανάθεση των αγώνων στην Βραζιλία αποσκοπούσε στην επίτευξη αυτού του στόχου.
Άλλες διαστάσεις
Ό, τι ισχύει για τους θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες ισχύει και για τους χειμερινούς. Από το 1948 μέχρι σήμερα οι Αγώνες ανατίθενται σε χώρες της Δύσης. Με δύο και εδώ εξαιρέσεις – το 1984 στο Σαράγιεβο της Γιουγκοσλαβίας και το 2014 στο Σότσι της Ρωσίας. Όσο και αν η τέλεση των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων απαιτεί ιδιαίτερες προδιαγραφές, εντούτοις και στην περίπτωση αυτή γίνεται εμφανής η υπεροχή του γεωπολιτικού κριτηρίου στις αποφάσεις της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής.
Προφανώς, και οι Παραολυμπιακοί Αγώνες ακολουθώντας από το 1988 το πρόγραμμα των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων και από το 1992 το πρόγραμμα των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων, εμπίπτουν και αυτοί στα ίδια κριτήρια επιλογής.
Η γεωπολιτική όμως των Ολυμπιακών Αγώνων δεν αφορά μόνο την επιλογή των πόλεων και των αθλημάτων από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή. Αφορά και τις σχέσεις με τον Τρίτο Κόσμο.
Η παραδοσιακή διαίρεση του αναπτυγμένου Βορρά και του υπανάπτυκτου Νότου αντανακλάται άμεσα και στο χώρο του αθλητισμού. Στον αθλητικό ανταγωνισμό, ο οποίος χαρακτήρισε την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, μπορούσαν να συμμετέχουν συστηματικά μόνο τα κράτη του Πρώτου και του Δεύτερου (του σοσιαλιστικού) Κόσμου. Μόνο αυτά τα κράτη μπορούσαν να καταγράψουν μαζικές επιτυχίες και να ανταγωνιστούν για τις πρώτες θέσεις στη συγκομιδή μεταλλίων.
Αντίθετα, τα κράτη του Τρίτου Κόσμου μπορούσαν να επιδείξουν αποσπασματικές επιτυχίες όταν υπήρχαν ταλαντούχοι αθλητές, και όχι σε ολόκληρη την γκάμα των αθλημάτων.
Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου προστέθηκαν στις ήδη υπάρχουσες και νέες διαιρέσεις μεταξύ Βορρά και Νότου – είναι αυτές που σχετίζονται με τον μουσουλμανικό κόσμο, του οποίου η συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Παράλληλα, μέσα στα πλαίσια της μετανεωτερικότητας, ο συνδυασμός της γεωπολιτικής και του γεωμάρκετινγκ συντελεί στη διευρυνόμενη περιθωριοποίηση του Τρίτου Κόσμου, αφού οι Ολυμπιακοί Αγώνες ως mega-event δεν τον αφορούν άμεσα. Αφορούν τις πλούσιες χώρες της Δύσης, Μεγάλες Δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ρωσία και τις πετρελαιοπαραγωγικές χώρες του Κόλπου.
Με την εξαίρεση των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων 2022 που θα διεξαχθούν στην Κίνα, όλοι οι επόμενοι Ολυμπιακοί Αγώνες μέχρι το 2032 θα διεξαχθούν σε χώρες της Δύσης. Είναι άλλη μία ένδειξη ότι η Δύση εξακολουθεί να διατηρεί τα πρωτεία στον παγκόσμιο αθλητισμό.