
Σε μια απόφαση ορόσημο για τη Γερμανία, προχώρησε το κοινοβούλιο της χώρας μετά την υπερψήφιση της πρότασης για αύξηση σχεδόν 1 τρισ ευρώ, των αμυντικών δαπανών, για πρώτη φορά μετά τον Β′ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο νέος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, που θα αναλάβει τα καθήκοντά του στις αρχές Απριλίου, αποκάλυψε ότι σχεδιάζει να δημιουργήσει μέσα στην επόμενη 10ετία, ένα ειδικό ταμείο 500 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Όπως αναφέρει το CBS, μετά την αναθεώρηση των αυστηρών κανόνων για το «φρένο χρέους» της Γερμανίας, το ταμείο αυτό θα χρηματοδοτεί έργα υποδομής και θα εξαιρέσει τις αμυντικές δαπάνες άνω του 1% του ΑΕΠ από τους συνταγματικούς δημοσιονομικούς περιορισμούς.
Αν και πριν από μια πενταετία, σχέδια για τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας, θα σκόνταφταν στο γνωστό ναζιστικό παρελθόν της χώρας, οι «κίνδυνοι για την ελευθερία και την ειρήνη μας στην ήπειρο» που επικαλείται πλέον ο Μερτζ, έχουν αμβλύνει τις κοινωνικές αντιρρήσεις.
Το γερμανικό κοινοβούλιο, η Bundestag, υπερψήφισε την περασμένη Τρίτη το σχετικό νομοσχέδιο, το οποίο έλαβε το «πράσινο φως» σήμερα και από την Άνω Βουλή, ενώ ο νέος καγκελάριος φρόντισε και εξασφάλισε μια σημαντική συμφωνία προς αυτή την κατεύθυνση, με τους Πράσινους και το SPD, με τους οποίους θα σχηματίσει κυβέρνηση.
Η πρόταση του Μερτζ προβλέπει μεγάλες συμφωνίες για αγορά όπλων, συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης νέων μαχητικών αεροσκαφών και διευρυμένης στρατιωτικής βοήθειας 3 δισ. ευρώ για την Ουκρανία, που περιλαμβάνει παραδόσεις συστημάτων αεράμυνας IRIS-T, πυραύλων Patriot, αντιαεροπορικών πυροβόλων όπλων Gepard, τανκς Leopard και οχημάτων μάχης πεζικού Marder.

H Γερμανική οικονομία μπορεί να ενισχυθεί
Κι ενώ οι Γερμανοί φαίνεται να ξεπερνούν τις ενοχές για το παρελθόν τους, το ερώτημα που δημιουργείται υπό τις υπάρχουσες συνθήκες, είναι εάν η Γερμανία έχει την ικανότητα να υλοποιήσει τις φιλόδοξες προτάσεις του Μερτζ, καθώς υπολείπεται σταθερά από τον στόχο του 2% των αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ.
Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, έφτασε στο στόχο του 2% μόλις το 2024, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1990, κάνοντας το πρώτο βήμα προς μια νέα εποχή στην αμυντική πολιτική της, που ωστόσο εξακολουθεί και τρομάζει.
Παράλληλα, η Γερμανία διανύει μια δύσκολη εποχή για την οικονομία της, η οποία «φλερτάρει» εδώ και δύο χρόνια με την ύφεση.
Ο Christian Lindner, πρώην υπουργός Οικονομικών της χώρας, επέκρινε σκληρά το σχέδιο του Merz να ενισχύσει τις αμυντικές δαπάνες και να χαλαρώσει το «φρένο του χρέους», προειδοποιώντας ότι η Γερμανία θα μπορούσε σύντομα να έχει «ένα τρισεκατομμύριο ευρώ υψηλότερο χρέος, χωρίς να έχει ενισχυθεί οικονομικά από αυτό».
Στον αντίποδα ωστόσο, υπάρχουν και οι απόψεις ότι η αύξηση των αμυντικών δαπανών θα ενισχύσει την βαριά βιομηχανία καθώς θα μπορούσε να δώσει νέα ώθηση και να διασώσει τις θέσεις εργασίες που χάνονται.

Όπως αναφέρει η Deutsche welle, η Volkswagen σκέφτεται σοβαρά να μετατρέψει το εργοστάσιό της στο Όσναμπρουκ, που ήταν υποψήφιο για λουκέτο, σε μονάδα παραγωγής τεθωρακισμένων οχημάτων.
Αφού η ηλεκτροκίνηση δεν μπόρεσε να σώσει τις θέσεις εργασίας, ας τις σώσει ένας αναμενόμενος πόλεμος. Όπως εύστοχα σχολίασε ένα ρεπορτάζ στη δημόσια τηλεόραση, πολύ γρήγορα τα έκτακτα κονδύλια για την άμυνα, απαλλαγμένα από το φρένο του χρέους, μπορεί να μετατραπούν τελικά σε κερδοφόρες συμβάσεις του κράτους με μεγάλες γερμανικές βιομηχανίες.