Εν μέσω πανδημίας, μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού ανήκει σε ευπαθείς ομάδες, και η συζήτηση έχει ξεκινήσει διεθνώς για το κατά πόσο η τηλεργασία θα πρέπει να κατοχυρωθεί ως δικαίωμα.
Ακόμα και στις περιπτώσεις που οι εργαζόμενοι διατρέχουν θεωρητικά μειωμένο κίνδυνο από μία μόλυνση, αρκετοί συγκατοικούν με ανθρώπους που κινδυνεύουν περισσότερο και ήδη, στη Γερμανία, ο υπ. Εργασίας Χουμπέρτους Χάιλ θέλει να κατοχυρώσει με νέο νόμο το δικαίωμα - ωστόσο τόσο οι πλειονότητα των εργοδοτών όσο και η Χριστιανική Ένωση δεν στηρίζουν τον υπουργό.
Είκοσι τέσσερις ημέρες τον χρόνο, νόμιμο δικαίωμα στην τηλεργασία. Αυτός είναι o στόχος του νομοσχεδίου που προετοιμάζει ο υπ. Εργασίας Χουμπέρτους Χάιλ αλλά οι προτάσεις του προκαλούν προβληματισμό στον κυβερνητικό συνασπισμό.
Ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός έχει την πλήρη στήριξη του SPD. Έτσι ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD Κάρστεν Σνάιντερ δήλωσε πρόσφατα: «Αυτό θέλουμε. Αυτή είναι η πρότασή μας προς την Χριστιανική Ένωση».
Τα επιχειρήματα υπέρ και κατά
Πέρα από τους υγειονομικούς λόγους, μια εταιρεία που θα επέτρεπε στους εργαζομένους της να εργάζονται εξ ολοκλήρου σε καθεστώς τηλεργασίας (home office ) θα εξοικονομούσε πόρους από την συντήρηση των κτιριακών υποδομών και το κόστος λειτουργίας.
Οι εργαζομένοι θα εξοικονομούσαν επίσης χρήματα - αλλά και χρόνο - γιατί πλέον δεν θα καλούνταν να μετακινηθούν από και προς τις θέσεις εργασίας τους. Όμως ο Δρ. Όλιβερ Στέτες, ειδικός στην αγορά εργασίας του Ινστιτούτου Γερμανικής Οικονομίας (IW) εκτιμά πως δεν κερδίζουν όλοι από μια τέτοια ρύθμιση: «Αυτό που ζούμε την περίοδο της πανδημίας δεν είναι ο κανόνας». Στο μέλλον η κατάσταση ενδεχομένως να μοιάζει ως εξής: ένας εργαζόμενος θα έχει μια θέση εργασίας στη δουλειά του και μια στο σπίτι. Κάπως έτσι είναι το πνεύμα της πρότασης του Χάιλ περί «κινητής θέσης εργασίας».
Ο Γερμανός υπ. Εργασίας επισημαίνει βέβαια ότι οι εργοδότες θα πρέπει να συνεχίσουν να παρέχουν στους εργαζομένους τους λεγόμενους λειτουργικούς πόρους, για παράδειγμα γραφείο και φορητό υπολογιστή.
Σύμφωνα με τον Στέτες, μελλοντικά και η τηλεργασία θα πρέπει να καλύπτεται από τις διατάξεις του νόμου περί προστασίας της υγείας και της ασφάλεια των εργαζομένων. Επίσης σημαίνει ότι ο εργοδότης θα πρέπει να παρέχει στους εργαζομένους εξοπλισμό όχι μόνο για τον χώρο εργασίας αλλά και για το σπίτι. Δεν υπάρχει αμφιβολία, λοιπόν, ότι η πρόταση Χάιλ δεν αναμένεται να γίνει δεκτή από τη βιομηχανία, όταν συνεπάγεται ότι ο εργοδότης θα πρέπει να κάνει στην πράξη κάποια έξοδα για δύο θέσεις εργασίας ανά εργαζόμενο.
Τηλεργασία και ισότητα
Ένα άλλο ερώτημα είναι κατά πόσο η πρόσβαση στην τηλεργασία μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη επαγγελματική ισότητα. Η εργασία από το σπίτι προσφέρει σε πολλούς υπαλλήλους την ευκαιρία να επιτύχουν μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.
«Η απασχόληση των γυναικών έχει αυξηθεί πολύ», αναφέρει η Δρ. Έλκε Άλερς, επικεφαλής της Μονάδας Ποιότητας Εργασίας. Η ίδια εκτιμά επίσης ότι «υπάρχουν ολοένα περισσότερα νεαρά ζευγάρια με μικρά παιδιά, όπου και οι δύο γονείς εργάζονται και όπου η εργασία από το σπίτι μπορεί να τους βοηθήσει να εργαστούν πιο αποτελεσματικά και να συντονιστούν καλύτερα.»
Αυτό βέβαια προαπαιτεί ότι έχει ληφθεί και θεσμική μέριμνα για τη φροντίδα των παιδιών. Μόνο εάν παρέχονται εγγυήσεις για την μέριμνα των παιδιών, είναι εφικτό γυναίκες και άνδρες να συμμετέχουν ισότιμα στην αγορά εργασίας και επίσης να κερδίζουν ίσο εισόδημα, εκτιμά η Άλερς.
Αυξάνεται η παραγωγικότητα των εργαζομένων στο σπίτι - Υπερωρίες(;)
Σύμφωνα με στοιχεία του Ιδρύματος Χανς Μπέκλερ, οι εργαζόμενοι είναι πιο ευτυχισμένοι και πιο αποτελεσματικοί όταν δουλεύουν από το σπίτι. Το μειονέκτημα: οι υπάλληλοι σε καθεστώς τηλεργασίας εργάζονται συχνά περισσότερο από τους συναδέλφους τους στο γραφείο και συχνά χωρίς αποζημίωση για υπερωρίες ή άδειες.
«Υπάρχει πράγματι ο κίνδυνος όσοι εργάζονται από το σπίτι να ξεχνούν πόσες ώρες εργάζονται και στη χειρότερη περίπτωση να αποκτήσουν προβλήματα όπως διαταραχές ύπνου ή ακόμη να γίνουν πιο ευαίσθητοι σε λοιμώξεις» αναφέρει η Έλκε Άλερς.
Θεωρεί επίσης ότι πρέπει να αλλάξει η αντίληψη των εργοδοτών προς την κατεύθυνση της προστασίας των εργαζομένων.
Όπως σημειώνει, οι εργοδότες δεν θα πρέπει να αφήνουν τους εργαζομένους να πιέζονται περισσότερο ή να αισθάνονται μεγαλύτερο άγχος επειδή δουλεύουν από το σπίτι. Από την πλευρά του ο Όλιβερ Στέτες από το IW θεωρεί κάπως υπερβολικό το επιχείρημα αυτό και εκτιμά ότι οι εργοδότες είναι κατά κανόνα άτομα που αναλαμβάνουν ευθύνη εντός μιας επιχείρησης. «Αν εγώ δεν μπορώ να εμπιστευθώ αυτό το άτομο ως εργοδότη, τότε δεν είναι κατάλληλο γι΄ αυτή τη θέση».
(Μεπληροφορίες από World Economic Forum, Deutsche Welle)