Σε ότι αφορά τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, καθώς και αυτές μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου, δεν υπήρξαν σημαντικές εξελίξεις στο Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ.
Η κυπριακή πλευρά αποκόμισε τα μεγαλύτερα κέρδη, με το Συμβούλιο να τονίζει ότι η λύση του Κυπριακού θα πρέπει να επιδιωχθεί με βάση την διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, απορρίπτοντας την θέση της Άγκυρας περί δύο κρατών.
Επίσης υπογραμμίστηκε η σημασία του καθεστώτος των Βαρωσίων και ζητήθηκε να γίνουν σεβαστά τα ψηφίσματα 550 και 789 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Τονίστηκε η υποχρέωση της Τουρκίας για εφαρμογή της Τελωνειακής Ένωσης έναντι όλων των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (και της Κύπρου την οποία δεν αναγνωρίζει) και αποσαφηνίστηκε πως προκειμένου να δοθεί εντολή για εκσυγχρονισμό της ισχύουσας συμφωνίας θα πρέπει στο μέλλον να υπάρξει ομόφωνη απόφαση (καθοδήγηση) από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Όσον αφορά στην Ανατολική Μεσόγειο, το Συμβούλιο καλωσόρισε την αποκλιμάκωση στην περιοχή και επισήμανε ότι αυτή πρέπει να είναι διαρκής στο πλαίσιο που έθεσε η Σύνοδος της 25ης Μαρτίου, βάζοντας τη διάσταση της αναλογικότητας και της αναστρεψιμότητας στην προώθηση της ευρωτουρκικής ατζέντας.
Για την Ελλάδα είναι σημαντικό το ότι επαναβεβαιώνονται οι αιρεσιμότητες, όπως είχαν τεθεί σε προηγούμενες Συνόδους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι οποίες ασφαλώς περιλαμβάνουν και την έκφραση της αποφασιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης πως σε περίπτωση επανακλιμάκωσης από μέρους της Άγκυρας, η Ένωση θα χρησιμοποιήσει τα μέσα και τις επιλογές που έχει στη διάθεσή της για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά των Κρατών Μελών της και για να διαφυλάξει την περιφερειακή σταθερότητα.”
Επίσης, έχει σημασία ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καταδικάζει και απορρίπτει κάθε προσπάθεια από τρίτα κράτη να εργαλειοποιήσουν τους μετανάστες για πολιτικούς λόγους.
Από την στιγμή που το θέμα των κυρώσεων είχε τεθεί στο περιθώριο, οι αποφάσεις που αφορούσαν την Ελλάδα και την Κύπρο ήταν αναμενόμενες. Η Αθήνα και η Λευκωσία δηλώνουν ικανοποιημένες.
Όλα αυτά βέβαια, θα δοκιμαστούν στην πρώτη μεγάλη πρόκληση της Άγκυρας το επόμενο διάστημα
Η έκπληξη
Στο κείμενο συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υπάρχει μία παράγραφος η οποία έχει ήδη ξεσηκώσει αντιδράσεις στα πλαίσια της ΕΕ. Αφορά τις σχέσεις με την Ρωσία. Η παράγραφος αναφέρει
The European Council reiterates the European Union’s openness to a selective engagement with Russia in areas of EU interest. It invites the Commission and the High Representative to develop concrete options including conditionalities and leverages in this regard, with a view to their consideration by the Council, on topics such as climate and the environment, health, as well as selected issues of foreign and security policy and multilateral issues such as the JCPoA, Syria and Libya. In this context, the European Council will explore formats and conditionalities of dialogue with Russia.
Μετάφραση:
«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επαναλαμβάνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ανοικτή σε επιλεκτικό διάλογο με τη Ρωσία σε τομείς ενωσιακού ενδιαφέροντος. Καλεί την Επιτροπή και τον ύπατο εκπρόσωπο να αναπτύξουν συγκεκριμένες επιλογές, συμπεριλαμβανομένων σχετικών προϋποθέσεων και δυνατοτήτων άσκησης επιρροής, προκειμένου να εξετασθούν από το Συμβούλιο, σε θέματα όπως το κλίμα και το περιβάλλον, η υγεία, καθώς και σε επιλεγμένα θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας και σε πολυμερή θέματα όπως το ΚΟΣΔ, η Συρία και η Λιβύη. Στο πλαίσιο αυτό, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα διερευνήσει μορφές και προϋποθέσεις διαλόγου με τη Ρωσία».
Ζητείται λοιπόν η επανέναρξη του διαλόγου με την Ρωσία, ο οποίος είχε διακοπεί το 2014 κατά την διάρκεια των γεγονότων στην Ουκρανία. Το θέμα τέθηκε στην σύνοδο του COREPER, πριν από την Σύνοδο Κορυφής, από τους πρέσβεις της Γερμανίας και της Γαλλίας.
Η Ολλανδία, η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής έχουν ήδη αντιδράσει σε αυτή την προοπτική, ενώ αναμένονται αντιδράσεις και από άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Εννοείται, ότι το άνοιγμα που επιχειρείται έχει γίνει ήδη αποδεκτό από την Μόσχα.
Όλα αυτά συμβαίνουν λίγες ημέρες μετά την Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ η οποία ανακήρυξε την Ρωσία ως Μεγάλη Δύναμη που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Και μία περίπου εβδομάδα μετά την συνάντηση του Τζο Μπάιντεν με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, η οποία δημιούργησε την βάση για βελτίωση των σχέσεων των δύο χωρών, χωρίς όμως να επιλύσει τις βασικές διαφορές μεταξύ τους.
Αν μεταξύ Μπάιντεν και Πούτιν χαράχτηκαν κόκκινες γραμμές, δεν ισχύει το ίδιο στην πρωτοβουλία του γαλλογερμανικού άξονα να φέρει την Μόσχα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Εδώ δεν υπάρχουν κόκκινες γραμμές, αλλά σημεία σύγκλισης.
Η κίνηση της Γαλλίας και της Γερμανίας έχει ως κύριο παραλήπτη του μηνύματος τις ΗΠΑ. Εδώ και καιρό το Παρίσι και το Βερολίνο πιέζουν την Ουάσιγκτον να υπάρξει προσέγγιση με την Μόσχα, κυρίως σε οικονομικά θέματα.
Στην Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ αναγκάστηκαν να συμβιβαστούν, αλλά εδώ δίνεται μία ευκαιρία για διαφοροποίηση.
Σε ότι αφορά την Ελλάδα υπάρχουν δύο σημεία ειδικού ενδιαφέροντος για τις εξελίξεις που προωθούν το Παρίσι και το Βερολίνο.
Το πρώτο αφορά το ενδεχόμενο και την μορφή συμπόρευσης ΕΕ-Ρωσίας στα θέματα της Συρίας και της Λιβύης, εκεί που εμπλέκεται και η Τουρκία, η οποία ΄διατηρεί υβριδικές σχέσεις με την Μόσχα.
Το δεύτερο αφορά την ενότητα του ΝΑΤΟ. Αν αρχίσουν να υπάρχουν ρωγμές στην Συμμαχία στο επίπεδο των ισχυρών χωρών, ίσως η Τουρκία βρει μεγαλύτερα περιθώρια κινήσεων μέσα στο πλάισιο που την έχουν ενσωματώσει.
Συμπερασματικά η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ δεν ήταν αρνητική για την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά μπορεί να υπάρξουν εξελίξεις με άγνωστη κατάληξη.