«Είμαστε όλοι απόγονοι της Μικρασιατική Καταστροφής∙ απόγονοι, πάνω από όλα, των ανθρώπων -των παππούδων και των γονιών μας- που είχαν τη δύναμη να την ξεπεράσουν, να αναπτύξουν τη χώρα και να πάνε μπροστά», γράφουν οι Άγγελος Συρίγος και Ευάνθης Χατζηβασιλείου στο βιβλίο τους «Μικρασιατική Καταστροφή». Και συμπληρώνουν: «Αυτό το γιγάντιο κατόρθωμα, η ενσωμάτωση των προσφύγων, ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμα του ελληνικού κράτους στα 200 χρόνια της ζωής του. Μεγαλύτερο επίτευγμα από τους πολέμους που νίκησε, από την ένταξη στην Ευρώπη».
Με αφορμή την εκατονταετηρίδα από την Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 οι δύο καθηγητές γράφουν το ομότιτλο βιβλίο για τα αίτια, την εξέλιξη και τις επιπτώσεις της μικρασιατικής εκστρατείας. Από τις πρώτες αράδες, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι την πένα βαστά ο νηφάλιος νους, τον εσώτερο ρυθμό, όμως, του έργου τον δίδει μία ψύχραιμη καρδιά.
Το πόνημα είναι οργανωμένο με βάση 50 ερωτο-απαντήσεις, οι οποίες λειτουργούν σαν οροσειρά ιστορικής αναδρομής. Συγγραφείς και αναγνώστες ανέρχονται σε κάθε ερώτηση-κορυφή προκειμένου να διερευνήσουν τις περιστάσεις. Κάθε απάντηση-ορεινό πέρασμα είναι η θέση τους για τα γεγονότα.
Ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει το βιβλίο χωρίς τον ψυχαναγκασμό της επιστημονικής μελέτης. Μπορεί να αρχίσει από το τέλος, ή να επιλέξει τα κεφάλαια ανάλογα με το βαθμό ενδιαφέροντός του, τα οποία με μαθηματική ακρίβεια θα τον οδηγήσουν στα υπόλοιπα. Το βιβλίο είναι γραμμένο με δραματουργική οικονομία, κάθε κεφάλαιο, αποτελεί και ένα επεισόδιο, μία σειράς που ο αναγνώστης θέλει να παρακολουθήσει μέχρι τέλους, ακόμη και αν αυτό το τέλος είναι η αρχή του βιβλίου.
«Ερώτημα 10: Γιατί ο Βενιζέλος έστειλε τον στρατό στην Ιωνία;»
Οι συγγραφείς καταλήγουν: «Για τους λόγους αυτούς, θεωρούμε ότι και όσοι επικρίνουν τον Βενιζέλο για την απόφαση αυτή, θα πρέπει να ακούγονται με μία όμως προϋπόθεση: ότι στην ίδια πρόταση, με την ίδια ανάσα, θα προσθέσουν ότι ο Βενιζέλος δεν έπρεπε να στείλει στρατό στην Ιωνία, έστω και αποδεχόμενος την εξόντωση ή βίαιη εκδίωξη των Ελλήνων από εκεί».
«Ερώτημα 39: Ποιος έκαψε τη Σμύρνη και γιατί;»
Οι συγγραφείς απαντούν: «Η πυρπόληση του συνόλου σχεδόν των ελληνικών κατοικιών στη Σμύρνη, εκτός από εθνοκάθαρση, συνιστά και έγκλημα γενοκτονίας, κατά τη σχετική σύμβαση του 1948. Αποστερεί τους κατοίκους από τις εστίες τους και υποβάλλει τα μέλη μίας ομάδας σε συνθήκες διαβιώσεως δυνάμενες να επιφέρουν την πλήρη ή μερική σωματική καταστροφή αυτής».
Ακολουθούν ή παρεμβάλλονται συγκλονιστικά ερωτήματα, με ακόμη πιο συναρπαστικές απαντήσεις: Βοήθησαν τον Κεμάλ οι Γάλλοι, οι Ιταλοί ή οι Σοβιετικοί; Γιατί κατέρρευσε τόσο γρήγορα το ελληνικό μέτωπο τον Αύγουστο του 1922; Γιατί παραχωρήσαμε την Ανατολική Θράκη, ενώ ο πόλεμος δεν είχε φτάσει ακόμη εκεί; Ήταν πράγματι ένοχοι εσχάτης προδοσίας αυτοί που δικάστηκαν και εκτελέστηκαν στη Δίκη των Εξ; Μπορούσε να είχε αποτραπεί η ήττα του ελληνικού στρατού το 1922 και συνακόλουθα η Μικρασιατική Καταστροφή;
Ο Συρίγος και ο Χατζηβασιλείου κλείνουν το μάτι σε μία περιπέτεια εθνικής αυτοσυνειδησίας στην οποία είναι κανείς δύσκολο να αντισταθεί, άμεσος απόγονος ή όχι προσφύγων της Σμύρνης και των περιχώρων. Μέσα σε αυτή τη μαγευτική διαδρομή, δύο είναι τα στίγματα των συγγραφέων που αξίζει κανείς να σταθεί.
Πρώτον, η σαφής έκκλησή τους για την αποφυγή εθνικών διχασμών, όπως εκείνου που εν πολλοίς ήταν υπεύθυνος για την Καταστροφή. Ο Εθνικός Διχασμός μετά το 1915 προκάλεσε τεράστια δεινά στη χώρα.
«Το βιβλίο αυτό δεν καταγγέλλει: αντίθετα, επιχειρεί να αναδείξει τις θέσεις των δύο πλευρών του Διχασμού με σεβασμό για τους ανθρώπους που ενεπλάκησαν σε αυτόν, τότε∙ αλλά και να καταδείξει τις υπερβολές που εκατέρωθεν έγιναν στο όνομα του (και που, ορισμένες, παρέμειναν ως βάρη στη δημόσια συζήτηση έως και σήμερα)».
Το δεύτερο στίγμα των δύο συγγραφέων, στη σειρά των βιβλίων ιστορίας που υπογράφουν, είναι ότι πάντοτε πάνω από το όνομά τους στην Εισαγωγή αναγράφεται και ο τόπος: «Μάνδρα Μεσσηνίας και Δοξάτο Δράμας, Άγγελος Συρίγος – Ευάνθης Χατζηβασιλείου». Η διαλεκτική προσέγγιση υπήρξε ανέκαθεν χαρακτηριστική ευαισθησία του έργου τους.