Γνωρίζετε κανέναν που να μην διαψεύστηκε ποτέ στη ζωή του από πρόσωπα ή καταστάσεις, από τις ίδιες του τις επιλογές ή και τον εαυτό του; Συνήθως η λέξη “διάψευση” έχει μια έντονα αρνητική έννοια. Είναι κάτι που μας κάνει να νιώθουμε άσχημα, μας οργίζει. Είτε σχετίζεται με κάποια αποτυχία, είτε με κάποια έλλειψη, είτε με κάποια λάθος εκτίμηση, σπάνια θα σκεφτούμε πως έχει να μας δώσει ένα πολύ σημαντικό μάθημα. Μας βυθίζει στη θλίψη κι αυτό είναι λογικό. Όταν ματαιωνόμαστε, αναπόφευκτα λυπόμαστε και αυτή τη λύπη είναι καλό να τη δεχόμαστε. Είναι μια φυσική αντίδραση της ψυχής μας.
Πέραν της λύπης όμως συνήθως όταν θα διαψευστούμε, θα αυτομαστιγωθούμε ή θα κατηγορήσουμε κάποιους τρίτους. Ανάλογα με το τι συνηθίζουμε να κάνουμε. Κάποιοι άνθρωποι είναι επιρρεπείς στην ενοχή. Νιώθουν ένοχοι για τα πάντα, ακόμη και για πράγματα που δεν είναι καθόλου στον έλεγχό τους. Άλλοι έχουν δυσκολία να δουν τη δική τους ευθύνη σε ό,τι τους συμβαίνει. Τους είναι πιο εύκολο να κατηγορούν όλους τους άλλους εκτός από τον εαυτό τους. Στην πραγματικότητα συνήθως ό,τι μας συμβαίνει ενέχει κάτι που είναι στον έλεγχό μας και κάτι που δεν είναι. Για να αντιμετωπίζουμε τις περισσότερες φορές τα απρόοπτα της ζωής είναι καλό να μπορούμε να αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τα λάθη μας έντιμα απέναντι στον εαυτό μας αλλά και να δεχόμαστε την πιο μεγάλη αλήθεια. Πως δεν μπορουμε να τα ελέγξουμε όλα. Πως μερικές φορές είμαστε αδύναμοι απέναντι στα πράγματα και τότε το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να κολυμπήσουμε όσο καλύτερα μπορούμε στα νερά που βρεθήκαμε.
Το εκπαιδευτικό σύστημα πάντοτε φρόντιζε να μας θυμίζει πως όλα είναι σωστά ή λάθος. Το σωστό ανταμείβεται και ο καλός μαθητής προκόβει, το λάθος φέρνει περιφρόνηση και ντροπή. Αυτός ο διπολικός τρόπος θεώρησης των πραγμάτων είναι τελικά η συνταγή για τη δυστυχία. Βγήκαμε στη ζωή περιμένοντας να κάνουμε πάντα το σωστό, αυτό που θα αποφέρει πάντοτε τίτλους, χρήματα, καλή υπόληψη, κύρος. Στην πορεία βέβαια βλέπουμε πως η ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Η ζωή έχει ευθύνες, απρόοπτα, ματαιώσεις, θάνατο, χωρισμούς, ασθένειες, λάθος επιλογές, αδυναμία, κούραση, ανεκπλήρωτα όνειρα, οικονομική κρίση. Όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με αυτά, φροντίζουμε να κρύβουμε ή και να θάβουμε τα συναισθήματά μας. Ακόμη μεγαλύτερη δυστυχία φέρνει η στάση μας απέναντι στη δυσκολία. Αυτό είναι κάτι που έχουν πει οι στωικοί φιλόσοφοι αιώνες πριν. «Το πνεύμα σου θα διαμορφωθεί σύμφωνα προς τις σκέψεις σου, γιατί η ψυχή χρωματίζεται απ′ αυτές», έγραψε ο Μάρκος Αυρήλιος. Αυτή τη δυσκολία αποδοχής των συναισθημάτων της λύπης και του θυμού, ακόμη και του φόβου, έχουν διαμορφώσει ένα σωρό πεποιθήσεις και ιδέες, σύμφωνα με τις οποίες για να είμαστε καλά πρέπει να είμαστε πανέμορφοι, αγέραστοι, άτρωτοι και αθάνατοι, μόνιμα πανευτυχείς, επιτυχημένοι σε όλα και συνήθως όπως είναι οι περισσότεροι άλλοι γύρω μας. Ή μάλλον όπως νομίζουμε πως είναι γιατί ελάχιστων ανθρώπων γνωρίζουμε τα αληθινά συναισθήματα, τις αληθινές τους σκέψεις.
Τελικά τι θα ήμασταν χωρίς τη διάψευση; Στάσιμες ψυχές και ίσως απόλυτα αφελή, εγκλωβισμένα παιδιά σε ενήλικα σώματα. Η πρώτη σημαντική διάψευση στη ζωή ενός ανθρώπου έρχεται στην εφηβεία του. Εκεί έρχεται αντιμέτωπος με τις ανεπάρκειες των γονιών του, με το γεγονός ότι οι γονείς του είναι άνθρωποι τρωτοί και με αδυναμίες. Σε αυτή τη διαπίστωση οφείλεται αυτός ο θυμός των εφήβων που στρέφεται κατά των γονιών πολλές φορές φαινομενικά χωρίς λόγο. Ο έφηβος πρέπει να δει κατάματα αυτήν την αλήθεια και να την αντέξει για να μπορέσει να βρει τελικά τη δική του ταυτότητα και την ανεξαρτησία του. Όσο μεγαλώνει, ο θυμός είναι πιθανό να κοπάζει. Σε κάθε φάση της ζωής του θα καταλαβαίνει περισσότερο τον γονιό του και θα συμβιβάζεται με τις ανεπάρκειές του. Αν ο έφηβος δεν μπορέσει να διαχειριστεί τη διάψευση απέναντι στη γονεϊκή εικόνα, στο μέλλον θα έχει μέσα του μια εξιδανικευμένη εικόνα των γονιών του ή το αντίστροφό της. Μπορεί να ζει για να τους ικανοποιεί ή για να τους μοιάζει. Το αντίθετο άκρο είναι να είναι όλη του ζωή θυμωμένος μαζί τους και να τους κατηγορεί για κάθε δυστυχία του.
Αντίστοιχα, μια μακροχρόνια ερωτική σχέση θα μας φέρνει συνέχεια αντιμέτωπους με μεγάλες ή μικρές διαψεύσεις. Τους πρώτους μήνες του έρωτα ο σύντροφος αντιμετωπίζεται μερικές φορές σαν θεϊκό ον. Με τη διάψευση που έρχεται μετά γίνεται ένας άνθρωπος με ελαττώματα, με ανεπάρκειες. Όταν αντικρύσουμε τελικά τον αληθινό σύντροφο, όχι το τέλειο άτομο που μας παρουσίαζε ή θέλαμε να βλέπουμε, όταν οριοθετηθούμε απέναντι σε ό,τι κάνει και μας ενοχλεί, όταν σεβαστούμε τελικά αυτά που τον καθορίζουν, τότε μπορούμε να μιλάμε για αληθινή συντροφική αγάπη. Αν αυτό δεν συμβεί, η εμπειρία με αυτόν τον σύντροφο θα καθοδηγήσει τη συμπεριφορά στην επόμενη σχέση. Το άτομο έχει πια δει τι θέλει αληθινά αλλά και τι αντέχει. Αλλά ακόμη και η γονεϊκότητα δεν είναι μια διαρκής διάψευση του εαυτού μας ή του ιδανικού παιδιού που δεν είναι τελικά το παιδί μας; Το πώς θα διαχειριστούμε το ότι δεν είναι το παιδί μας τέλειο ή όπως το ονειρευτήκαμε εμείς θα καθορίσει τελικά το πόσο καλοί γονείς θα είμαστε. Είμαστε συνηθισμένοι σε υπέροχες εικόνες από εξώφυλλα, ταινίες και διαφημίσεις με μια ευτυχία φτιασιδωμένη, ανούσια και άπιαστη. Προσπαθώντας να φτάσουμε σε αυτά χάνουμε το ανθρώπινο, το τρωτό, το ουσιώδες. Χάνουμε τελικά την αληθινή επαφή με αυτούς που αγαπάμε αλλά κυρίως με τον εαυτό μας.
Εκτός από τα πρόσωπα της οικογένειάς μας καθημερινά μπορεί να μας διαψεύδουν οι φίλοι μας, οι δουλειές μας, οι πολιτικοί ηγέτες, άλλοι άνθρωποι που εμπιστευόμαστε, τα ίδια μας τα όνειρα που κυνηγάμε και δεν πετυχαίνουμε ή ακόμη κι ο εαυτός μας επειδή δεν κυνήγησε τελικά κανένα όνειρό του. Αν σταθούμε απέναντι σε κάθε διάψευση ψύχραιμα, με αποδοχή, με διάθεση να μάθουμε, θα δούμε πως η ζωή δεν είναι μια σκάλα που όλο ανεβαίνει. Είναι ένα μονοπάτι που ανοίγεις μέσα στο άγνωστο, μέσα στην αβεβαιότητα, μέσα στις ίδιες σου τις ελλείψεις. Και καθετί που δεν πήγε καλά έχει να μας μάθει πολλά. Έχει να μας υποδείξει τι πρέπει να περιμένουμε από τους άλλους και πόσο να τους εμπιστευόμαστε. Κυρίως έρχεται για να μας φωνάξει ποια κομμάτια του χαρακτήρα μας δεν είναι βοηθητικά, ποια παρεμποδίζουν την προσωπική μας εξέλιξη και τις σχέσεις μας με τους άλλους. Ο άνθρωπος που είναι δεκτικός σε αυτά τα μαθήματα μπορεί να είναι τελικά ευέλικτος, προσαρμόσιμος σε μια ζωή που όλο αλλάζει. Όποιος δεν δέχεται την αλλαγή ή αρνείται ότι έχει ελαττώματα ζει σε κάποιο φανταστικό κόσμο δικό του, αποξενωμένος τελικά από την ουσία της ζωής και από τους γύρω του.
Τελικά είναι η διάψευση ο μόνος δρόμος για την ωριμότητα; Αν ναι, τότε θα πρέπει να προσέχουμε πολύ πως μιλάμε στα παιδιά, όταν κάνουν ένα λάθος ή όταν υποδείξουν ένα λάθος δικό μας. Χωρίς να ακυρώνουμε την προσωπικότητά τη δική μας ή τη δική τους θα πρέπει να τα μάθουμε να αναλαμβάνουν την ευθύνη των επιλογών τους κι αυτό φυσικά θα γίνεται ουσιαστικά μόνο μέσα από το παράδειγμά μας. Όσο ένας γονιός αντέχει το λάθος στον εαυτό του, τόσο το αντέχει και στο παιδί του. Αν τελικά μέσα από τη διάψευση γινόμαστε ωριμότεροι, μήπως θα πρέπει να αλλάζουμε σιγά-σιγά το εκπαιδευτικό σύστημα; Μήπως θα πρέπει ο χώρος του σχολείου να γίνει χώρος διαλόγου και αποδοχής, χώρος ανάληψης ευθύνης, ένας χώρος τελικά ανθρώπινος, που θα διαπλάθει ανθρώπους όχι μηχανιστικά αλλά με όνειρα και ισορροπία;