Εκκλησία, δημόσιος χώρος και όραμα

Απαιτείται στοχοπροσήλωση στις κοινωνικές ανάγκες και όραμα για το μέλλον
.
.
.

*Του Σταύρου Δ. Μαλκίδη και της Ειρήνης Τσουκνίδα

Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από το 2015 που εγκατέλειψα την Αλεξανδρούπολη, πρώτα για σπουδές και στην συνέχεια για εργασία. Στο διάστημα που επιστρέφω, επιλέγω να παρατηρώ, με την ασφάλεια της αποστασιοποίησης, την εξέλιξη που έχει ο αστικός ιστός ως ένα δυναμικό πεδίο όπου δημότες, τοπικές αρχές και κεντρικό κράτος συνεχώς ‘’γράφουν και σβήνουν’’. Η τελευταία μου παρατήρηση έχει να κάνει με μία αντίθεση μεταξύ εκκλησίας και οικολογίας στον δημόσιο χώρο που δεν είναι πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα πυκνής αστικής δόμησης. Την έμπνευσή μου αυτή διάνθησε με σκέψεις μία καταξιωμένη αρχιτέκτονας με την οποία συχνά μοιραζόμαστε ιδέες από διαφορετικές αφετηρίες.

Την Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2021, στην διασταύρωση της νέας περιφερειακής και της οδού Ηροδότου τελέστηκαν τα θυρανοίξια του νέου -ημιτελούς- Ι.Ν. αφιερωμένου στην Παναγία την Στρατήγισσα. Ο ναός βρίσκεται πλησίον του ρωσικού τύπου Παρεκκλήσιου του Οσίου Ιωάννου του Ρώσου και του Στρατοπέδου ‘’Ζήση’’.

.
.
.

Διαβάζω μάλιστα ότι ο χώρος παραχωρήθηκε από το στρατό στην εκκλησία με σκοπό ’’να καλύψει τις ανάγκες της [πόλης] που διαρκώς αυξάνονται’’ (πηγή) και πρόκειται να ‘’έχει εμβαδό 897 τ.μ., μήκος 44, πλάτος 31 και ύψος 17 μέτρα. Κατασκευάστηκε κατ’ αρχήν το υπόγειο που θα χρησιμεύσει ως αρχικός ναός και σιγά σιγά και ο υπόλοιπος ναός ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες της Μητροπόλεως’’ (πηγή).

Θα είχε ενδιαφέρον, λοιπόν, να αναρωτηθεί κανείς ποιες είναι αυτές οι ανάγκες και πώς τις αντιλαμβάνονται, εκκλησία, τοπικές αρχές και στρατιωτική ηγεσία.

Η προφανής απάντηση φαντάζει πως η ενορία της Μεταμορφώσεως που βρίσκεται στα 800μ. του εν λόγω χώρου αδυνατεί να στεγάσει τις ανάγκες εκκλησιασμού των πιστών. Μία λιγότερο προφανής απάντηση είναι πως η πόλη έχει ανάγκη από χώρο πρασίνου και πολιτισμού εντός του αστικού ιστού, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς πως για την κατασκευή της παράπλευρης περιφερειακής οδού έπρεπε να αποψιλωθεί ικανός αριθμός δέντρων από όμορο δασύλλιο.

Μία πρόταση με όραμα για την πόλη, τις πνευματικές ανάγκες και τις ανάγκες ποιοτικής διαβίωσης θα μπορούσε να περιλαμβάνει ένα πάρκο χριστιανικής τέχνης με μόνιμα εκθέματα. Με έναν αισθητά μικρότερο προϋπολογισμό θα ήταν εφικτό να κατασκευαστεί ένα ναΰδριο εντός του πάρκου με αρκετά συντομότερο χρόνο αποπεράτωσης (σε αντίθεση με τον σχεδιαζόμενο ιερό ναό).

Στο μεγαλύτερο κομμάτι της έκτασης θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας χώρος πρασίνου εντός του οποίου θα βρίσκεται μία μόνιμη έκθεση εξωτερικών εκθεμάτων εκκλησιαστικής και βυζαντινής τέχνης· ένα πνευματικό πάρκο σύγχρονης τέχνης αφιερωμένο στην ορθοδοξία. Τα εκθέματα θα ήταν εφικτό να προκύψουν από ανοιχτό διεθνή διαγωνισμό όπου φοιτητές καλών τεχνών και καλλιτέχνες θα υποβάλουν προτάσεις και οι αρμόδιοι φορείς να χρηματοδοτήσουν τις πιο αξιόλογες.

Η συμμετοχή μάλιστα καλλιτεχνών και από άλλους ορθόδοξους γειτονικούς λαούς θα ήταν ικανό να εσωτερικεύσει σε ένα αρμονικότερο τοπίο το γειτονικό ρωσικού τύπου παρεκκλήσι που στέκει άχαρο πλησίον του δρόμου. Ενός δρόμου που αποτελεί την ανατολική βιτρίνα της πόλης.

Ενδεικτικό της παρωχημένης αντίληψης για τον δημόσιο χώρο που εκφράζει η αποφασισθείσα επιλογή είναι το μεγάλο περιβαλλοντικό αποτύπωμα και η (μη) συμμετοχή της γειτονιάς στον σχεδιασμό.

Αρχικά, το οπλισμένο σκυρόδεμα του υπό κατασκευή ναού έχει πολύ υψηλό αποτύπωμα άνθρακα και δεν συμβαδίζει με τις αρχές βιώσιμης αστικής ανάπτυξης. Ενδεικτικό της σύγχρονης τάσης είναι πως στο ‘’Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης’’ της ΕΕ έχουν προϋπολογιστεί πάνω από 250 εκατ. ευρώ για ’’Παρεμβάσεις με στόχο τη βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος και του δημόσιου χώρου» […] (α) σε επιλεγμένες αστικές περιοχές της Ελλάδας, ιδιαίτερης πολιτιστικής ή / και ιστορικής σημασίας που μπορούν να λειτουργήσουν ως “αστικά αξιοθέατα” ή σημεία αναφοράς του αστικού χώρου και (β) εντός του αστικού χώρου ή σε παράκτιες κατοικημένες περιοχές για την εφαρμογή μέτρων πρόληψης και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή’’ όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.

Τέλος, είχε ενδιαφέρον να δούμε ποια ήταν η συμμετοχή της ‘’γειτονιάς’’. Η πρακτική της δημόσιας διαβούλευσης (public consultation) για την χρήση του χώρου στις γειτονιές αποτελεί πάγια τακτική στα προηγμένα δυτικά αστικά περιβάλλοντα και ενισχύει την αίσθηση του ‘’ανήκειν’’.

Ο δυναμικός στον χρόνο χαρακτήρας της πόλης με αφήνει αισιόδοξο ότι κάποτε επιτέλους θα προτιμήσουμε να ‘’σβήσουμε’’ το υπερβάλλον μπετόν και να ‘’γράψουμε’’ με πράσινο μαρκαδόρο. Μέχρι τότε απαιτείται στοχοπροσήλωση στις κοινωνικές ανάγκες και όραμα για το μέλλον.

***

Ο Σταύρος Δ. Μαλκίδης είναι οικονομολόγος στον χρηματοπιστωτικό τομέα στο Λονδίνο και επερχόμενος υπότροφος του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Όσα γράφονται στο άρθρο απηχούν καθαρά θέσεις του συγγραφέα.

Η Ειρήνη Τσουκνίδα είναι Αρχιτέκτων Μηχανικός στο Λονδίνο και απόφοιτος της Bartlett School of Architecture του University College London.

Δημοφιλή