Πριν από περίπου 40 ημέρες πέθανε ο πατέρας μου. Το γραφείο κηδειών μας ενημέρωσε πως είχε λάβει εγκύκλιο με την οποία εντός των επόμενων 24ωρων θα μειωνόταν ακόμη περισσότερο ο επιτρεπόμενος αριθμός παρευρισκομένων σε κηδείες στα 20 άτομα από 50 που ήταν μέχρι τότε, λόγω της πανδημίας κορονοϊού.
Τι σημαίνουν όμως οι περιορισμοί αυτοί σε μία κηδεία για τους συγγενείς ενός νεκρού;
Κατά πρώτον ότι επιλέγεις συνειδητά να ενημερώσεις λιγότερους συγγενείς, φίλους, συναδέλφους για τον θάνατο του αγαπημένου σου. Αφού το κάνεις, τους εξηγείς (λες και μιλάτε για τραπέζι σε γάμο) πως πρέπει να σου πουν εάν θα παρευρεθούν στη κηδεία γιατί υπάρχουν κάποιοι άλλοι που θα το ήθελαν «και δεν μας παίρνει ο αριθμός».
Στο μεταξύ σε καλούν στο τηλέφωνο γνωστοί και φίλοι, αφού αυτά συνήθως πάνε από στόμα σε στόμα, και βρίσκεσαι στην άχαρη θέση (σαν να μην σε φτάνει όλο αυτό που ήδη περνάς) να τους πεις πως δεν μπορούν να έρθουν στην κηδεία.
Φυσικά τα γνωστά κηδειόσημα στους τοίχους των γειτονιών ίσως έχετε προσέξει πως έχουν εξαφανιστεί. Οι γείτονες δεν πρέπει να μάθουν τι συνέβη γιατί μπορεί να έρθουν στην κηδεία χωρίς να ενημερώσουν.
Γενικά πρέπει όλα να γίνουν αθόρυβα, σχεδόν μυστικά.
Όλα αυτά τα κάναμε. Αισθανόμασταν άβολα, κάποιες στιγμές πελαγώσαμε. Αγχωθήκαμε «μην υπερβούμε τον αριθμό».
Προσωπικά, αυτό που μου στοίχησε περισσότερο ήταν πως στερήθηκα την παρουσία αγαπημένων μου φίλων που ήθελα και ήθελαν να είναι πλάι μου εκείνη τη μέρα.
Σε κάθε περίπτωση όμως όλα έγιναν όπως έπρεπε. Όχι μόνο γιατί θέλαμε να είμαστε νομοταγείς. Ακολουθήσαμε τις οδηγίες γιατί βλέπαμε πόσο κρίσιμη ήταν ήδη η κατάσταση και επίσης γνωρίζουμε πως είναι να έχεις στο περιβάλλον σου άτομα με υποκείμενο νόσημα που πρέπει να προστατέψεις και πόσο σημαντικό είναι γενικότερα να κάνεις ό,τι μπορείς για να μην υπάρξει διασπορά του ιού και να μη κινδυνέψει κανείς. Για να μην αναφερθώ στα πόσα περιστατικά είχαμε ακούσει για διασπορά του κορονοϊού σε κηδείες και μνημόσυνα.
″Πώς να μπω εδώ μέσα;”
Περίπου 40 ημέρες μετά, την περασμένη Κυριακή, ήρθε η ώρα για το μνημόσυνο. Επιλέξαμε μια εκκλησία σε κεντρική γειτονιά της Αθήνας.
Φτάνοντας στον προαύλιο χώρο, κατάλαβα τι με περίμενε. Κόσμος, στα σκαλιά της εκκλησίας, στασίδια έξω στο κεφαλόσκαλο της κεντρικής εισόδου και της πλαϊνής του ναού. Όλες οι θέσεις κατειλημμένες και πλάι στους καθήμενους, όρθιοι, χωρίς να τηρούνται αποστάσεις. Παραδίπλα κυρίες κάθονταν σε σκαμνάκια που χαν φέρει από το σπίτι τους.
Μέσα στην εκκλησία, όπου τελείτο η λειτουργία της Κυριακής, θα τελούνταν επίσης ταυτόχρονα έξι μνημόσυνα ενώ ο Ιερός Ναός είχε επίσης στον κεντρικό διάδρομο ανάμεσα στα στασίδια και μια εικόνα καθώς (εάν είδα καλά γιατί ούτε που πλησίασα) και μέρος των λειψάνων ενός αγίου, για προσκύνημα.
Η εικόνα έξω από το ναό ήταν απλά μια πρόγευση των όσων αντίκριζε κανείς μέσα.
«Πώς θα μπω εγώ εδώ;» ήταν η σκέψη που έκανα βλέποντας ελάχιστες άδειες θέσεις στα στασίδια και πλήθος ορθίων, συνωστισμένων πιστών δεξιά και αριστερά του ναού, φυσικά πολλοί χωρίς να φοράνε μάσκα.
Αφενός έπρεπε να παραστώ στο μνημόσυνο. Αφετέρου έπρεπε να συνεχίσω την προσπάθεια που ξεκίνησα από τον Μάρτιο, να προστατεύσω άτομο του στενού οικογενειακού μου περιβάλλοντος που ανήκει στις ευπαθείς ομάδες.
Κατέληξα ζαρωμένη αρχικά σε μια σχετικά ασφαλής γωνία του ναού και μετά, με το ένα πόδι έξω και το άλλο μέσα (κυριολεκτικά) στην πλαϊνή πόρτα. Μέχρι που κάποιοι άρχισαν να έρχονται κατά πάνω μου για να φτάσουν στο καλάθι με το αντίδωρο.
Δεν κατάλαβα πότε τελείωσε η λειτουργία, πότε άρχισε το μνημόσυνο. Θυμάμαι μόνο να ακούω κάποια στιγμή το όνομα του πατέρα μου, μεταξύ εκείνων που μνημονεύονταν και θυμάμαι επίσης να έχω μια διάχυτη αίσθηση εξαναγκασμού και κατά διαστήματα να σφίγγω τα δόντια μου και να κρατάω την ανάσα μου.
Μετά την τελετή ακολούθησα έναν ιερέα στο γραφείο του. Του εξέθεσα τους προβληματισμούς μου και την αγανάκτησή μου για την κατάσταση εντός του ναού.
Ο ιερέας που σφύριζε αδιάφορα
-Πώς είναι δυνατόν να κάνουμε κηδεία με 20 άτομα και τώρα να έρχομαι στο ναό να κάνω μνημόσυνο και να αναγκάζομαι να παραμείνω για ώρα σε ένα χώρο με τόσο κόσμο που ξεκάθαρα υπερβαίνει τον επιτρεπτό αριθμό; Γιατί ως ιερείς και υπεύθυνοι του ναού με φέρνετε σε τόσο δύσκολη θέση; Γιατί δεν τηρούνται τα μέτρα για την πανδημία;
-Εμείς τηρούμε το ΦΕΚ και τους νόμους. Διαβάστε τα και θα καταλάβετε
-Τα διάβασα πάτερ και προβλέπεται αριθμός 50 πιστών για την μεγαλύτερη σε μέγεθος εκκλησία και αυτός ο Ναός δεν ανήκει καν σε αυτή την κατηγορία. Εδώ βλέπω καμία 200αριά άτομα.
-Όχι, εμείς τηρούμε το ΦΕΚ δεν είναι παραπάνω τα άτομα
-Ε, τότε πάτερ ή τηρείται λάθος ΦΕΚ, ή δεν ξέρετε αριθμητική, ή σκεφτήκατε πως τη ημέρα που χω το μνημόσυνο του πατέρα μου είναι η κατάλληλη για να μου κάνετε πλάκα. Ή ίσως να με ειρωνευτείτε; Δεν ξέρω…
-Βρείτε τον υπεύθυνο ιερέα να κάνετε τα παράπονά σας
Δεν τον βρήκα και δεν θα έχανα περισσότερο από το χρόνο μου. Απλά ήθελα να φύγω από εκεί μέσα.
Αμφιταλαντευόμουν εάν αξίζει να τα εξιστορήσω όλα αυτά. Ακριβώς γιατί στα ΜΜΕ και στα social media βλέπουμε συνέχεια εικόνες σαν αυτές που περιέγραψα και καταστάσεις σαν αυτές που αναγκάστηκα να ζήσω. Που, δηλαδή οι υπεύθυνοι για τη λειτουργία του ναού, με ανάγκασαν να υποστώ.
Εξάλλου, οι εικόνες από το ναό στην Κοζάνη, από τον Άγιο Δημήτρη στη Θεσσαλονίκη, όπως και οι εικόνες από τόσες άλλες εκκλησίες, είναι όλη η απόδειξη που χρειάζεται κανείς, εάν πράγματι χρειάζεται, για να δει πως σε πολλές εκκλησίες τα μέτρα δεν τηρούνται. Ούτε από πιστούς, ούτε από ιερείς που φυσικά παραβιάζουν το νόμο του κράτους και γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους την εγκύκλιο της Αρχιεπισκοπής.
Έτσι αποφάσισα να μην γράψω τίποτα.
Μέχρι που άκουσα τη δήλωση του υφ.Πολιτικής Προστασίας κατά την ενημέρωση της Τρίτης πως ”η ίδια η Εκκλησία μας βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της εθνικής προσπάθειας, τηρώντας όλες τις οδηγίες και υποδείξεις των υγειονομικών αρχών”.
Η Εκκλησία, οι εκκλησίες και ο νόμος του Ανθρώπου
Ας απαντήσω λοιπόν και εγώ: «Η Εκκλησία μπορεί». Ως φορέας, που εκδίδει μια Εγκύκλιο ή στο βαθμό που εκπροσωπείται από τον Αρχιεπίσκοπο. ″Πολλές εκκλησίες όμως όχι”. Στην πράξη, εντός πολλών ναών, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με ευθύνη ιερέων και πιστών. Και οι πράξεις αμφοτέρων σχετίζονται άμεσα με την εξέλιξη ενός μείζονος ζητήματος δημόσιας υγείας που επηρεάζει πιστούς και μη. Εκκλησιαζόμενους και μη. Γιατί το τι πράττουν οι πρώτοι μέσα στην Εκκλησία επηρεάζει τους δεύτερους.
Αφού λοιπόν η Εκκλησία τηρεί τα μέτρα ας την αφήσουμε έξω από τη συζήτηση και ας πάμε στις εκκλησίες που δεν τηρούν τα μέτρα και μάλιστα το κάνουν σε κοινή θέα όπως π.χ. την περασμένη Κυριακή, στο κέντρο της Αθήνας και μέρα-μεσημέρι όπου φαντάζομαι οι υπεύθυνοι για την επιβολή του νόμου μπορούν να βρουν πιο εύκολα το δρόμο για την είσοδο μιας εκκλησίας.
Το εάν ιερείς ή/και πιστοί πιστεύουν ότι υπάρχει κορονοϊός, ή πιστεύουν ότι μέσα την εκκλησία δεν κολλάει, ή ότι από την θεία κοινωνία δεν κολλάει κ.ο.κ ουδόλως με αφορά.
Ας μην πειστούν ποτέ. Αυτό που εμένα με αφορά και είναι η απαίτηση που έχω από το κράτος, που έχει πειστεί πως υπάρχει πανδημία, είναι να πράξει τα δέοντα ασκώντας βασικές αποστολές του που είναι η προστασία του πολίτη και η επιβολή του νόμου από τον οποίο ουδείς εξαιρείται.
Όσο για τα παιδιά του Θεού ας κάνουν τους λογαριασμούς τους αργότερα, όταν ίσως κληθούν να απολογηθούν γιατί τόσο αλόγιστα περιφρόνησαν το δώρο της ζωής.