#ekloges2015 ή #ekloges2015_round2;

Αλλά και αντίστροφα, οι χρήστες του διαδικτύου, ενημερώνονται και εκφράζονται πολιτικά όλο και πιο πολύ στα social media. Για παράδειγμα, οι εκτιμήσεις για τις, σχεδόν νωπές ακόμα, ελληνικές εκλογές του Ιανουαρίου «μέτρησαν» πάνω από 245.000 tweets, 187.000 posts στο Facebook και σχεδόν 45 χιλιάδες αναρτήσεις σε blogs σχετικά με τις βουλευτικές εκλογές, τους υποψηφίους και τα κόμματα. Ταυτόχρονα, το Twitter αναδείχθηκε σε «πρώτο κόμμα» του προεκλογικού buzz, με 54% των αναφορών, με το Facebook να ακολουθεί δεύτερο με 40% και πολύ, πολύ λιγότερο τα ιστολόγια.
Xurzon via Getty Images

Φυσικά, το πρώτο, γιατί καλύπτει το δεύτερο και εξοικονομεί επτά χαρακτήρες για κάθε tweet, στο κατεξοχήν social Μέσο της πολιτικής και των εκλογών στην Ελλάδα. Μακάρι βέβαια να ήταν το μοναδικό δίλημμα που μπορεί να βασανίσει τον επίδοξο υποψήφιο - ή κόμμα - κατά τον προεκλογικό του αγώνα ως τις 20 Σεπτεμβρίου. Άλλωστε, ποιον πολιτευόμενο δεν δελεάζει ο όγκος, η αμεσότητα, η ευκολία και το χαμηλό κόστος που φαίνεται ότι προσφέρει μια καμπάνια στα social media; Πόσο μάλλον όταν το διαδίκτυο διεκδικεί καθοριστικό ρόλο στο εκλογικό αποτέλεσμα και την πρόβλεψη αυτού.

Social elections

Τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα πολιτικά brands - προσώπων ή παρατάξεων - σπεύδουν να αξιοποιήσουν όλο και πιο πολύ τις δυνατότητες του διαδικτύου για να μεταδώσουν το μήνυμά τους. Αλλά και αντίστροφα, οι χρήστες του διαδικτύου, ενημερώνονται και εκφράζονται πολιτικά όλο και πιο πολύ στα social media.

Για παράδειγμα, οι εκτιμήσεις για τις, σχεδόν νωπές ακόμα, ελληνικές εκλογές του Ιανουαρίου «μέτρησαν» πάνω από 245.000 tweets, 187.000 posts στο Facebook και σχεδόν 45 χιλιάδες αναρτήσεις σε blogs σχετικά με τις βουλευτικές εκλογές, τους υποψηφίους και τα κόμματα. Ταυτόχρονα, το Twitter αναδείχθηκε σε «πρώτο κόμμα» του προεκλογικού buzz, με 54% των αναφορών, με το Facebook να ακολουθεί δεύτερο με 40% και πολύ, πολύ λιγότερο τα ιστολόγια.

Μάλιστα, είναι τέτοια η έκφραση του πολιτικού αισθήματος μέσα από τα social media, που ομάδα ακαδημαϊκών εφηύρε ένα εντυπωσιακό εργαλείο πρόβλεψης εκλογικών αποτελεσμάτων, ονόματι Social Sensor και το οποίο «παντρεύει» στατιστικά μοντέλα παλινδρόμησης με το... Twitter. Το Social Sensor δοκιμάστηκε τόσο στις ελληνικές ευρωεκλογές του 2014 όσο και στις βουλευτικές του Ιανουαρίου, αποδίδοντας εντυπωσιακά ακριβείς εκτιμήσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα - μάλιστα πιο ακριβείς από τις συμβατικές δημοσκοπήσεις. Και μπορεί να έπεσε ελαφρώς «έξω» στις βρετανικές εκλογές (Μάιος 2015), αλλά κανείς δεν αμφισβητεί ότι τα social media έπαιξαν σημαντικό ρόλο, με τα 1,3 εκατομμύρια likes που απέσπασαν τρία κόμματα (Tories, Labour, UKIP) και τα 1,3 εκατομμύρια tweets που αναφέρθηκαν στους δύο μεγάλους πολιτικούς αντίπαλους (Cameron - Miliband). Τέλος, είναι περιττό να θυμίσουμε πόση ένταση είχαν τα social media στις αμερικανικές εκλογές του 2012, δεδομένου ότι το 66% των χρηστών μιας χώρας με τεράστια διείσδυση του διαδικτύου έχουν πολιτικό engagement μέσω των social media (έρευνα Pew).

Πολιτική(οί) στο διαδίκτυο

Τα οφέλη και πλεονεκτήματα που προσφέρει το διαδίκτυο σε προεκλογικές - και μη - περιόδους είναι εξίσου αναμφισβήτητα με τα ποσοτικά στοιχεία.

Πρώτο, επιτρέπει τη μετάδοση του πολιτικού μηνύματος σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, καλύπτοντας και γεωγραφικά/χρονικά σημεία που δεν φτάνουν είτε οι υποψήφιοι είτε ακόμα και τα παραδοσιακά ΜΜΕ.

Δεύτερο, καθιστά την επικοινωνία του πολιτικού πιο άμεση, πιο προσωπική και χωρίς το «φιλτράρισμα» των τηλεοπτικών/ραδιοφωνικών δηλώσεων.

Τρίτο, επιτρέπει στο χρήστη, εν δυνάμει ψηφοφόρο, να συμμετάσχει στον πολιτικό διάλογο, εκφράζοντας την άποψή του, συζητώντας και σχολιάζοντας, χάρη στη διαδραστικότητα των social media.

Τέταρτο, συνιστά μια ισχυρή εναλλακτική πολιτική διαφήμιση λόγω του χαμηλού κόστους ενασχόλησης ή/και προβολής.

Πέμπτο, το διαδίκτυο έχει αναδειχθεί σε αυτό που ονομάζεται «εναλλακτικό» μέσο ενημέρωσης, μεταδίδοντας πληροφορίες, μηνύματα, ειδήσεις που για διάφορους λόγους δεν μεταδίδονται από τα λεγόμενα κυρίαρχα, παραδοσιακά ή συστημικά - όπως χαρακτηρίζονται - ΜΜΕ.

Όμως, όπως συμβαίνει και με τα brands προϊόντων ή επιχειρήσεων και οργανισμών, η οργάνωση και ο σχεδιασμός της online πολιτικής επικοινωνίας δεν είναι μια απλή διαδικασία. Για να επιτευχθούν όλα τα παραπάνω απαιτείται η επιστράτευση μιας ομάδας ειδικών, συμβούλων, κειμενογράφων, σχεδιαστών και τεχνικών που θα αναλάβουν:

Το σχεδιασμό πολιτικής επικοινωνίας με βάση το κοινό-στόχος, την πολιτική κατεύθυνση και το προφίλ και ύφος του υποψηφίου ή κόμματος.

Το στήσιμο ιστοσελίδων για τους υποψηφίους ή τα κόμματα.

Τη δημιουργία και καθημερινή ενημέρωση με αναρτήσεις των λογαριασμών στα social media (Facebook, Twitter, Instagram, blogs κ.λπ.)

Τη σύνταξη των αναρτήσεων με δουλεμένο κείμενο/δηλώσεις/σχόλια, καθώς και την επεξεργασία βίντεο/φωτογραφίας/γραφικών.

Τη δημιουργία και στόχευση online διαφήμισης, από banners μέχρι AdWords και ακόμη πιο εξειδικευμένες digital ενέργειες .

Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι μια σοβαρή online πολιτική καμπάνια χρειάζεται οργάνωση, στόχευση, σχεδιασμό από εξειδικευμένο δυναμικό και τον κατάλληλο χρόνο εκτέλεσης. Μάλιστα, επειδή κάθε προεκλογική περίοδος είναι διαφορετική από την προηγούμενη, η στρατηγική επικοινωνίας, η υλοποίησή της και το πολιτικό μήνυμα είναι επίσης διαφορετικό. Είναι ενδεικτικό ότι οι εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου ήταν σαφώς ξαφνικότερες από του Ιανουαρίου (θυμηθείτε ότι η προεκλογική του Ιανουαρίου ξεκίνησε με τη διαδικασία εκλογής ΠτΔ το Δεκέμβριο), επομένως υποψήφιοι και κόμματα σήμερα μπορούν να βασιστούν μονάχα στις υπάρχουσες βάσεις ψηφιακής επικοινωνίας που έχτισαν το προηγούμενο διάστημα. Επίσης, οι εκλογές είναι με λίστα, όχι σταυρό, επομένως το πολιτικό πρόσωπο συνδέεται αναγκαστικά και πιο στενά με το κόμμα που εκπροσωπεί.

Ο ψηφοφόρος είναι απαιτητικός... και στο ίντερνετ

Κακά τα ψέματα. Πληρωμένα (και μη) τρολ του διαδικτύου, γενικόλογες αναρτήσεις, spamming και κοκορομαχίες μεταξύ υποψηφίων στο Twitter δεν αποτελούν σοβαρή πολιτική επικοινωνία με μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα. Αντίθετα, μπορούν να βλάψουν το προσωπικό ή κομματικό προφίλ, σε μια εποχή που πολλοί ψηφοφόροι είναι δύσπιστοι, υποψιασμένοι και... αγανακτισμένοι. Ακόμα κι αν δεν υπάρχει ο χρόνος, οι πόροι και το δυναμικό για την οργάνωση μιας συγκροτημένης πολιτικής καμπάνιας, ο χρήστης-υποψήφιος καλείται να αποδείξει την αυθεντικότητά του, την ειλικρίνειά του, την προθυμία του να συνομιλήσει με τους ψηφοφόρους, καθώς και την ευχέρειά του στη χρήση της τεχνολογίας, χωρίς μάλιστα την «προστασία» ενός δημοσιογράφου-οικοδεσπότη που ελέγχει τη ροή του χρόνου και του λόγου. Ακόμα κι αν κανένας ιστότοπος Έλληνα πολιτικού δεν έχει πλησιάσει το μελετημένο και δουλεμένο content του φαινομένου Obama, η online παρουσία πρέπει να ακολουθεί τις παραπάνω αρχές.

«Γιατί να προσπαθήσω, αφού δεν προλαβαίνω ως τις 20;», θα ρωτήσει κάποιος υποψήφιος. Η απάντηση είναι απλή και έχει να κάνει με την κατανόηση της σχέσης social media-MME στην πολιτική. Αξίζει να παραθέσουμε την άποψη της Helen Margetts, από το Oxford Internet Institute, που εμβαθύνει σε αυτό: «Τα παραδοσιακά ΜΜΕ ένιωθαν ότι απειλούνταν από τα social media», για να φτάσουν σήμερα να «εξαρτώνται όλο και πιο πολύ από αυτά, όπου οι πιθανοί αναγνώστες σπαταλούν πολύ χρόνο». Όπως επαληθεύει η καθημερινή μας εμπειρία στο διαδίκτυο, «τα social media συχνά προμηθεύουν την είδηση», αφού γίνονται υλικό του πρωτογενούς δημοσιογραφικού ρεπορτάζ. Και εδώ βρίσκεται η ειδοποιός διαφορά μεταξύ πολιτικών brands και brands προϊόντων/επιχειρήσεων. Οι πολιτικοί μπορούν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό να αποτελέσουν οι ίδιοι είδηση για δημοσιότητα στα παραδοσιακά ΜΜΕ, με μία μόνο φωτογραφία ή με ένα μόνο tweet. Η συμπληρωματικότητα μεταξύ των social και των παραδοσιακών ΜΜΕ είναι έκδηλη και μέσα από τον - σε πραγματικό χρόνο - σχολιασμό τηλεοπτικών συνεντεύξεων, συνεντεύξεων Τύπου, ομιλιών, συγκεντρώσεων και άλλων πολιτικών εκδηλώσεων κ.λπ.

Scotch on the rocks

Ένα ενδεικτικό παράδειγμα αυθεντικότητας πολιτικού στα social media μάς παρουσιάστηκε στις βρετανικές εκλογές του Μαΐου, οπότε ο επικεφαλής του Twitter για την Ευρώπη, Bruce Daisley, έχρισε την Nicola Sturgeon ως την πολιτικό με τη βαθύτερη γνώση του Twitter. Η αρχηγός του Εθνικού Κόμματος της Σκωτίας (Scottish National Party) χρησιμοποίησε με δεξιοτεχνία το Twitter καθόλη την καμπάνια της. Αξιοποιώντας την αμεσότητα της πλατφόρμας, έσπευσε να διασκεδάσει δημοσίευμα της Telegraph περί στήριξής της προς τους Συντηρητικούς, τουιτάροντας απλώς ότι «το δημοσίευμά σας είναι 100% ψευδές. Και θα σας το είχα πει αν με ρωτούσατε οποτεδήποτε σήμερα».

Αλλά και πολύ μετά την προεκλογική περίοδο, αυθόρμητη φωτογραφία της Σκωτσέζας πρωθυπουργού στο Twitter έγινε viral, όταν δέχθηκε να εκφέρει πρόταση γάμου για λογαριασμό ομόφυλου ζευγαριού κατά τη διάρκεια επίσκεψής της στο Oban. Έδειξε έτσι εμπράκτως την αυθεντική στήριξή της σε ένα νομοσχέδιο που πέρασε με άνεση το 2014 η σκωτσέζικη βουλή.

Αντίθετα, ο πρώην αμυντικός της Arsenal και μέλλων υποψήφιος των Συντηρητικών για δήμαρχος Λονδίνου, Sol Campbell, έγινε στόχος χρηστών και δημοσιογράφων για την κατάχρηση του Twitter του, όπου και επιδόθηκε σε αστοιχείωτα... γαλλικά για τον αρχηγό των Εργατικών.

Τα παραδείγματα από τη μεσογειακού ταμπεραμέντου Ελλάδα μας είναι εξίσου δυνατά και πολλά, ενώ οι λίγες ημέρες που μένουν ως τις εκλογές επιφυλάσσουν σίγουρα social mediaκές ειδήσεις. Κι όποιος υποψήφιος δεν έχει φροντίσει ως τώρα να οργανώσει το διαδικτυακό του στίγμα, θα πρέπει να λειτουργήσει με προσοχή, αυθεντικότητα και μέτρο. Ακόμα κι αν οι εκλογές δεν είναι με σταυρό, η εξουσία και τα μείζονα πολιτικά θέματα προσωποποιούνται στην επικοινωνία*. Και στο σύντομο πολιτικό χρόνο, τα social media διαθέτουν μια απαράμιλλη δύναμη να εξυψώνουν τα πρόσωπα ή και να τα θάβουν κάτω από ψηφιακά ερείπια.

*Jay Blumler. In Kees Brants, Joke Hermes & Liesbet van Zoonen (eds.), The Media in Question: Popular Cultures and Public Interests. Sage Publications 51-63 (1998).

Δημοφιλή