Για πέμπτη συνεχόμενη φορά από τον Ιούνιο του 2024 μείωσε τα επιτόκια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να τονώσει την οικονομία της Ευρωζώνης που παραμένει στάσιμη εξαιτίας του πληθωρισμού και την πολιτική αναταραχή σε Γαλλία και Γερμανία.
Οι μειώσεις κατά 25 μονάδες βάσης στο 2,75% έρχονται μια ημέρα μετά τη μείωση από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ.
Η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι «η διαδικασία αποπληθωρισμού βρίσκεται σε καλό δρόμο» και ότι ο πληθωρισμός θα πέσει στον στόχο του 2% στη διάρκεια αυτού του έτους», ωστόσο προειδοποίησε ότι παραμένουν οι κίνδυνοι εκείνοι που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τη δυναμική της οικονομίας.
Η Λαγκάρντ ανέφερε, ότι οι μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ θα στηρίξουν την ανάπτυξη στην οικονομία -η οποία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει αντίθετους ανέμους- και την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων».
Η μείωση του επιτοκίου που είχε φτάσει το 4%, έρχεται καθώς ο πληθωρισμός μειώθηκε από το 10,6% τον Οκτώβριο του 2022, αν και εξακολουθεί να είναι πάνω από τον ευρωπαικό στόχο του 2,4% τον Δεκέμβριο λόγω υψηλότερων τιμών ενέργειας.
Όπως αναφέρει το Associated Press, η οικονομία της Ευρώπης παρέμεινε στάσιμη στα τέλη του περασμένου έτους, εξαιτίας της γερμανικής οικονομίας που κατέγραψε συρρίκνωση για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, με αποτέλεσμα το ΑΕΠ της ευρωζώνης να παρουσιάσει μηδενική αύξηση το τελευταίο τρίμηνο του 2024, σύμφωνα με την Eurostat.
Προειδοποιήεις Λαγκάρντ
Ωστόσο η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, έπειτα και από τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν σήμερα για την εξέλιξη του ΑΕΠ της ευρωζώνης στο τελευταίο τρίμηνο του 2024, τα οποία έδειξαν μηδενική ανάπτυξη, προειδοποίησε ότι παραμένουν οι κίνδυνοι εκείνοι που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τη δυναμική της οικονομίας.
«Η οικονομία παρέμεινε στάσιμη το τέταρτο τρίμηνο, σύμφωνα με την προκαταρκτική πρόωρη εκτίμηση της Eurostat. Προβλέπεται ότι θα παραμείνει αδύναμη και στο εγγύς μέλλον. Οι έρευνες δείχνουν ότι η μεταποίηση συνεχίζει να συρρικνώνεται, ενώ η δραστηριότητα στον τομέα των υπηρεσιών επεκτείνεται. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη είναι εύθραυστη και τα νοικοκυριά δεν έχουν ακόμη αντλήσει επαρκή ενθάρρυνση από την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων ώστε να αυξήσουν σημαντικά τις δαπάνες τους» επισήμανε αν και πρόσθεσε ότι οι προϋποθέσεις για την ανάκαμψη παραμένουν σε ισχύ.
Η Λαγκάρντ εξέφρασε τον προβληματισμό της για έναν ενδεχόμενο εμπορικό πόλεμο ΕΕ - ΗΠΑ σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι υπό την προϋπόθεση ότι οι εμπορικές εντάσεις δεν θα κλιμακωθούν, οι εξαγωγές θα πρέπει να στηρίξουν την ανάκαμψη καθώς η παγκόσμια ζήτηση θα αυξάνεται.
«Ο κατακερματισμός του διεθνούς εμπορίου θα μπορούσε να επιβαρύνει την ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ με την εξασθένιση των εξαγωγών και την αποδυνάμωση της παγκόσμιας οικονομίας. Η μείωση της εμπιστοσύνης θα μπορούσε να εμποδίσει την κατανάλωση και τις επενδύσεις από το να ανακάμψουν τόσο γρήγορα όσο αναμενόταν. Αυτό θα μπορούσε να ενισχυθεί από τις γεωπολιτικές κινδύνους, όπως ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η τραγική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, οι οποίες θα μπορούσαν να διαταράξουν τον ενεργειακό εφοδιασμό και να επιβαρύνουν περαιτέρω την παγκόσμια εμπόριο» τόνισε και πρόσθεσε ότι:
«Οι δημοσιονομικές και διαρθρωτικές πολιτικές θα πρέπει να καταστήσουν την οικονομία πιο παραγωγική, ανταγωνιστική και ανθεκτική» είπε και χαιρέτισε την «Πυξίδα Ανταγωνιστικότητας» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σημειώνοντας ότι είναι ζωτικής σημασίας να δοθεί συνέχεια, με περαιτέρω συγκεκριμένες και φιλόδοξες διαρθρωτικές πολιτικές, στις προτάσεις του Μάριο Ντράγκι και του Ενρίκο Λέττα για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας και την ενδυνάμωση της ενιαίας αγοράς.
«Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να υλοποιήσουν πλήρως και χωρίς καθυστέρηση τις δεσμεύσεις τους βάσει του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ».
Βαρίδια οι μεγάλες οικονομίες
Η γερμανική οικονομία, η μεγαλύτερη στην Ευρώπη, συρρικνώθηκε κατά 0,2% για όλο το 2024, το δεύτερο συνεχόμενο έτος όπου καταγράφει μειωμένη βιομηχανική παραγωγή. Οι προοπτικές ωστόσο και για το 2025 δεν είναι θετικές με την κυβέρνηση να μειώνει την πρόβλεψή της για ανάπτυξη στο 0,3% από 1,1% το 2025.
Η πολιτική αστάθεια σε Γερμανία και Γαλλία έχει επηρεάσει σημαντικά την οικονομική τους ανάπτυξη. Η πολιτική σύγχυση στη Γερμανία θα μπορούσε να ξεκαθαρίσει μετά τις εθνικές εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου αν και παραμένει αβέβαιο πόσο γρήγορα θα σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση.
Η Γαλλία μπορεί να πάρει περισσότερο χρόνο για να βγει από την παράλυση, καθώς το κοινοβούλιο είναι βαθιά διχασμένο και δεν μπορούν να διεξαχθούν νέες εκλογές το νωρίτερο μέχρι τον Ιούλιο.
Τα κόμματα διαφωνούν για το πώς θα αντιμετωπίσουν το μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας και το συνεχώς αυξανόμενο χρέος.