
Μετά από δύο τουρκικές προκλήσεις το περασμένο έτος στην Κάσο, η ελληνική κυβέρνηση σχεδίαζε να επιχειρήσει προσφάτως την πόντιση του καλωδίου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου, αφήνοντας να εννοηθεί ότι έχει στο πλευρό της, πέρα από την ευρωπαΐκή ένωση η οποία χρηματοδοτεί το έργο, τη Γαλλία και το Ισραήλ λόγω των τεράστιων οικονομικών συμφερόντων που προσδοκούν και οι δύο χώρες από την υλοποίηση του εγχειρήματος.
Και ενώ λοιπόν το υπουργείο εξωτερικών διαβεβαίωνε ότι σύντομα θα εκδίδονταν οι αναγκαίες Navtex για να αρχίσουν οι εργασίες πόντισης του καλωδίου, όλως ξαφνικά με δηλώσεις του υπουργού εξωτερικών η έναρξη των εργασιών αναβλήθηκε επ´αόριστον, με την δικαιολογία ότι πρόκειται για μία «πολυπαραγοντική εξίσωση» και χρειάζεται «χρονισμός»!
Η πραγματικότητα όμως είναι σκληρή και γνωστή τοις πάσι, καθόσον ο λόγος της αναβολής έναρξης των εργασιών πόντισης του καλωδίου άπτεται αποκλειστικά και μόνο των συνεχών τουρκικών προκλητικών δηλώσεων ότι δεν θα επιτρέψουν καμία απολύτως εργασία σε περιοχή χωρίς τη συγκατάθεση τους.
Η Τουρκία πιστή, λόγω και έργω, στη στρατηγική της που ακολουθεί στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο, θεωρεί ότι οι εργασίες πόντισής του καλωδίου τελούνται εντός των θαλάσσιων ζωνών της, όπως αυτές προβλέπονται από τον τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019.
Και αδιαφορεί παντελώς για το γεγονός ότι το εν λόγω μνημόνιο αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του άρθρου 121 του διεθνούς δικαίου της θάλασσας - το οποίο αναγνωρίζει με περισσή σαφήνεια ότι κάθε κατοικημένο νησί έχει τη δική τους υφαλοκρηπίδα, εν προκειμένω η Κάσος και η Κρήτη - καθώς επίσης και ότι το μνημόνιο δεν αναγνωρίστηκε ούτε από τον ίδιο τον ΟΗΕ για τον λόγο ότι η προσωρινή κυβέρνηση της Λιβύης δεν είχε κανένα απολύτως δικαίωμα να προβεί στην υπογραφή του.
Παρά ταύτα, η Τουρκία επιμένει ότι οποιαδήποτε εργασία στην περιοχή πρέπει να έχει τη συγκατάθεση της. Δεν πρόκειται όμως για ζήτημα συγκατάθεσης. Πρόκειται για ζήτημα στρατηγικής της Τουρκίας στο πλαίσιο της αποκαλούμενης «γαλάζιας πατρίδας» προκειμενου να επιτύχει μελλοντικά τον διαχωρισμό του Αιγαίου στο ήμισυ, όπως ακριβώς τέμνεται από τον 25ο μεσημβρινό.
Και για την επίτευξη της στρατηγικής της, η αρχή έγκειται στη de facto αναγνώριση του τουρκολιβυκού μνημονίου, το οποίο δεν αναγνωρίζει ότι τα ελληνικά νησιά έχουν τη δική τους υφαλοκρηπίδα.
Το ζήτημα της συγκατάθεσης από τουρκικής πλευράς, ως γνωστόν, ετέθη και τον Ιούλιο του 2024 όταν το ιταλικό πλοίο «Levoli Relume» εκτελούσε έρευνες για την πόντιση του καλωδίου λίγο έξω από τα έξι ναυτικά μίλια της Κάσου. Τότε οι τουρκικές αρχές δημοσιοποίησαν ότι η Ελλάδα ζήτησε τη συγκατάθεση της Τουρκίας, αναγνωρίζοντας ότι οι έρευνες γίνονταν στην τουρκική υφαλοκρηπίδα, κάτι το οποίο διαψεύθηκε από το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών.
Τούτων δοθέντων λοιπόν μένει να διαπιστωθεί εν τη πράξει αυτή τη φορά αν η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι σε θέση να επιβάλλει τις θέσεις της, όπως αυτές προβλέπονται από τους κανόνες του διεθνούς δικαίου της θάλασσας και να υλοποιήσει το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Κύπρου, η γεωπολιτική και γεωστρατηγική σημασία του οποίου είναι υψίστης σημασίας για το μέλλον και τα κυριαρχικά δικαίωματα και των δύο χώρων.
Ιδού λοιπόν η … Κάσος ιδού και το πήδημα!
*Ο κ. Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Υποστράτηγος ε.α. της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος των Σχολών Εθνικής Άμυνας και Εθνικής Ασφάλειας.
https://m.facebook.com/evangelos.stergioulis