Όσο η ένταση στη Μέση Ανατολή κορυφώνεται, τόσο πλουτίζει ο εν Ελλάδι δημόσιος διάλογος περί «υπαρξιακών ερωτημάτων» (!) όπως: Είμαστε σύμμαχοι με το Ισραήλ; Ποιος έχει το δίκαιο με το μέρος του σε μια διαμάχη δεκαετιών; Ποια θα πρέπει να είναι η στάση της Ελλάδας; Τι να τους κάνουμε τους εξοπλισμούς, όταν η Χαμάς αποδεικνύει ότι επιτυγχάνει «φοβερές (sic) στρατηγικού χαρακτήρα νίκες» χρησιμοποιώντας… σφεντόνες; Ο πρώτος, που νίκησε με σφεντόνα, ήταν ο Δαυίδ και μάλλον ήταν ο τελευταίος.
Παρατήρηση 1η: Όποιος αντιλαμβάνεται ότι ο σύμμαχος «δεσμεύεται» νομικά ή ηθικολογικά, προφανώς δεν γνωρίζει τι σημαίνει «άναρχο διεθνές σύστημα» και τις παθογένειές του. Η συμμαχία προφανώς εμπερικλείει κοινούς σκοπούς και ορίζει τα προς επίκληση μέσα, ενώ ενδεχομένως να προσφέρει και μια συγκεκριμένη θεσμική δομή, αλλά οι δεσμεύσεις αφορούν συγκεκριμένα πεδία των οποίων η υπεράσπιση κρίνεται από τα εκάστοτε δεδομένα. Η στρατηγική είναι άθλημα διαρκείας και όχι αντιπαράθεση επιπέδου «τί ομάδα είσαι»!
Η ελληνοϊσραηλινή συνεργασία έχει αυξήσει την αλληλεξάρτηση μεταξύ των δύο κρατών. Η αύξηση της αλληλεξάρτησης, με δεδομένη τη στρατηγική προσήλωση της Τουρκίας σε μια πολιτική προσεταιρισμού των ισλαμιστικών φονταμενταλιστικών οργανώσεων, ταυτίζεται με την αύξηση της στρατηγικής δέσμευσης της Ελλάδας και του Ισραήλ, όπερ σημαίνει: Αμοιβαία υποστήριξη σε επίπεδο lobbying, στρατιωτικοί εξοπλισμοί (βλ. Διεθνές Κέντρο Αεροπορικής Εκπαίδευσης στο αεροδρόμιο της Καλαμάτας, αγορά των πυραυλικών συστημάτων Spike NLOS, αναβάθμιση των ελικοπτέρων Apache, ενοικίαση μη επανδρωμένων αεροσκαφών Heron, καθώς και τα ισραηλινά συστήματα αντιμετώπισης μη επανδρωμένων αεροσκαφών), άνοδος των εμπορικών σχέσεων, τουρισμός, ενέργεια (βλ. East Med) κλπ.
Η «ελληνοϊσραηλινή συμμαχία» ουδέποτε σήμαινε ότι Ισραηλινός στρατιώτης θα πολεμήσει στον Έβρο ή Έλληνας στρατιώτης στη Γάζα. Αφορά συνεργασία σε στρατηγικούς τομείς, η οποία καθιστά το έργο και των δύο πλευρών ευκολότερο στο πλαίσιο μιας κοινής αντίληψης για την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο. Το γεγονός ότι προμηθευτήκαμε άμεσα τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Heron σε μια περίοδο κλιμάκωσης με την Τουρκία, η οποία κατέχει Bayraktar, αποτελεί επιχειρησιακό πλεονέκτημα προσφερόμενο από την εν λόγω στρατηγική συνεργασία. Ενδεχομένως ο μέσος Έλληνας, λόγω μεσογειακού συναισθηματισμού, να ανέμενε πιο βαρύγδουπες κινήσεις, αλλά στη διεθνή πολιτική… αυτά αρκούν! Τα υπόλοιπα είναι διασταλτικές ερμηνείες, οι οποίες επιχειρούν να δικαιολογήσουν απόψεις ενάντιες στην ελληνοϊσραηλινή συνεργασία, τιθέμενες μακριά από κάθε στρατηγικό ορθολογισμό.
Παρατήρηση 2η: Ποιος έχει το δίκαιο με το μέρος του στο μεσανατολικό προφανώς δεν μπορεί να απαντηθεί στο παρόν κείμενο. Πρόκειται για μια διαμάχη δεκαετιών με πολλά εκατέρωθεν σφάλματα και πολλές εκατέρωθεν ακρότητες. Μπορεί, όμως, να τονισθεί ότι η εύρεση του δικαίου δεν συγκαταλέγεται στις στρατηγικές υποχρεώσεις της Ελλάδας, η οποία αντιμετωπίζει τις δικές της απειλές και υπ’ αυτό το πρίσμα, ορίζει τα δικά της εθνικά συμφέροντα.
Όπως έγραψε ο αείμνηστος Παναγιώτης Κονδύλης: «Δε θα στενοχωριόμουν καθόλου αν με τη συναίνεση όλων καταλύονταν τα εθνικά σύνορα και οι εθνικοί στρατοί. Όμως είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα η κατάργηση ενός εθνικού κράτους μαζί με όλα τα άλλα και η διάλυση ή ο ακρωτηριασμός του γιατί ένα γειτονικό κράτος είναι ισχυρότερο και επιθετικότερο».
Η αντίληψη ότι «οφείλουμε να στηρίζουμε τον τάδε ή τον δείνα», με βάση την ισχύ του ή ένα θολά οριζόμενο σε επίπεδο διεθνούς πολιτικής «Δίκαιο», αποτελεί μάλλον μεσσιανισμό, ο οποίος καταλήγει να έχει λίγη σχέση με όσα η Ελλάδα οφείλει να αποζητά και να διεκδικεί στο διακρατικό σύστημα στη βάση των εθνικών συμφερόντων της. Υπενθυμίζεται ότι τα επιχειρήματα των βενιζελικών και των αντιβενιζελικών υπέρ ή κατά της συμμετοχής της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ή της τήρησης ουδετερότητας ουδέποτε στηρίχθηκαν στο «ποιος έχει δίκαιο – οι Αγγλογάλλοι ή οι Γερμανοί»! Η σύγκρουση αντιλήψεων εστίασε σε ερωτήματα όπως: Ποιος θα κερδίσει; Η νίκη τίνος θα μας επιφέρει μεγαλύτερα κέρδη; Ποια επιλογή θα μας εκθέσει σε μεγαλύτερους κινδύνους; Μας συμφέρει η ένταξη σε κοινό στρατόπεδο με τον κατ’ εξοχήν αντίπαλό μας; Μάλλον πριν έναν αιώνα αντιλαμβανόμασταν καλύτερα πώς διαμορφώνεται και κατοχυρώνεται το εθνικό συμφέρον…
Παρατήρηση 3η: «Άχρηστοι οι φαραωνικοί εξοπλισμοί… Είδατε πώς τα κατάφερε η Χαμάς με πρωτόγονα όπλα;» Αρχικά, τα όπλα της Χαμάς ενδεχομένως να είναι «έξυπνα» αλλά όχι «πρωτόγονα» και σε αυτό βοηθά η χρηματοδοτική και εξοπλιστική στήριξή της από συντεταγμένα κράτη. Όσον αφορά τη χώρα μας, όντως πολλά εξοπλιστικά προγράμματα χρησιμεύουν στο πλαίσιο αμιγώς της περιλάλητης «εξοπλιστικής διπλωματίας», ενώ ορισμένες επιχειρησιακές ανάγκες θα μπορούσαν να καλυφθούν με «εξυπνότερα» μέσα, κάτι το οποίο αναδείχθηκε τόσο στην περίπτωση της ουκρανικής άμυνας έναντι των Ρώσων όσο και σε εκείνη της επιχειρησιακής δράσης της Χαμάς.
Όμως, η συζήτηση καθίσταται διαφορετική, όταν δεν αφορά οργανώσεις αλλά κράτη – όπως η Ελλάδα – με συγκεκριμένο, μάλιστα, γεωγραφικό ανάγλυφο. Στην ελληνική περίπτωση, απαιτείται εναρμόνιση «έξυπνων» και περισσότερο διευρυμένων εξοπλιστικών προγραμμάτων, με κατανοητή και εύλογη την περίσκεψη της διπλωματικής διάστασης, όπως με ιδιαίτερη εμβρίθεια έχει περιγράψει και αναλύσει σε πλήθος επιστημονικών μελετών του ο Καθηγητής Κωνσταντίνος Γρίβας.
Εν συνεχεία, η Χαμάς κατάφερε ένα πράγμα: Να τορπιλίσει για πολλά χρόνια το ενδεχόμενο της «λύσης δύο ισότιμων κρατών». Η οποιαδήποτε συνεννόηση, η οποία είχε τις ρίζες της στο Καμπ Ντέιβιντ το 1978 και στο Όσλο το 1993, σήμερα δίνει τη θέση της στη λογική «πως θα σβήσει ο ένας τον άλλον από το χάρτη». Φοβούμενη «τι θα απογίνει χωρίς Βαρβάρους», αν δηλαδή βρεθεί μια οριστική λύση, η Χαμάς έσπευσε να αποσοβήσει κάθε ενδεχόμενο ειρήνευσης και το πέτυχε. Όμως, σε επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο, ο στρατηγικός αιφνιδιασμός με κορεσμό του ισραηλινού αντιαεροπορικού συστήματος Iron Dome δύσκολα θα επιφέρει μια οριστική μεγάλη νίκη στο πεδίο. Αντιθέτως, προκαλεί και προσκαλεί τη σφοδρή αντίδραση του Ισραήλ, σε σημείο που οι θεωρίες συνωμοσίας να υποστηρίζουν ότι τα χτυπήματα «αφέθηκαν» από το ίδιο το ισραηλινό κράτος να συμβούν!
Η Χαμάς πέτυχε να αιφνιδιάσει και να εκφοβίσει. Πέτυχε να εκμεταλλευτεί κενά ασφαλείας και να αναδείξει σημαντικές αδυναμίες του ισραηλινού μηχανισμού. Ωστόσο, η επίτευξη μιας στρατηγικής νίκης απαιτεί σχεδιασμό και ως εκ τούτου την πρόβλεψη μιας αξιόπιστης και αποτελεσματικής ανταπάντησης στη βέβαιη αντίδραση του Ισραήλ. Ο στρατηγικός αιφνιδιασμός επιφέρει συχνά υψηλό κόστος στον αμυνόμενο, αλλά δεν επιφέρει πάντοτε την τελική ήττα του. Άλλωστε, η αποτυχία σε επίπεδο αστυνόμευσης προκαλεί φυσικά ρήγματα σε επίπεδο εσωτερικής νομιμοποίησης και επιφέρει φθορά για την εκάστοτε πολιτική ελίτ, όπως συνέβη στην περίπτωση της παρουσίας των Αμερικανών στο Ιράκ, αλλά σημαίνει λίγα πράγματα σε επίπεδο στρατηγικής.
Δυστυχώς – και αποτελεί καθήκον του πολιτισμένου κόσμου να το υπογραμμίζει – θύματα των ως άνω ψυχρών στρατηγικών εκτιμήσεων είναι ιστορικά οι άμαχοι και οι αθώοι συνάνθρωποί μας στην Ουκρανία, στο Σουδάν, στη Λιβύη, στη Συρία, στο Σαχέλ, στη Γάζα.