Αν ήταν γάμος θα ήταν αποτυχημένος. Οι δύο σύζυγοι, παρά τις προσπάθειες, δεν τα βρήκαν ποτέ και παρά τις προσδοκίες κανείς από τους δύο δεν ένιωσε αγάπη για τον άλλο. Αν ήταν φιλία θα ήταν ο ορισμός της λυκοφιλίας με κανένα από τους δυο να μην προσπαθεί για τίποτα άλλο εκτός από το προσωπικό του συμφέρον. Αν ήταν εργασιακή συνεργασία με στόχο να επιτευχθεί ένας κοινός σκοπός, το αποτέλεσμα δείχνει ότι η προσπάθεια ήταν εξαρχής καταδικασμένη να αποτύχει.
Στη πραγματικότητα βέβαια η σχέση της Ελλάδας με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν ήταν τίποτα από τα παραπάνω και ίσως δεν είχε και καμία μορφή από τις σχέσεις που ο καθένας γνωρίζει στη ζωή του. Ίσως το μόνο θετικό από αυτή τη σχέση είναι ότι τελειώνει.
Τα αρνητικά πολλά. Κυριότερο όλων ότι το Ταμείο μαζί με τους Ευρωπαίους πειραματίστηκαν πάνω στην Ελλάδα. Τόσο πολύ που πολλές φορές έμοιαζε ότι αντί να της δώσουν φάρμακο για να αντιμετωπίσει την «ασθένεια», της έδιναν όλο και περισσότερο δηλητήριο.
Δέκα χρόνια «φαγούρα»
Η ιστορία άρχισε πριν από 10 χρόνια, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου μετά από παρότρυνση των Ευρωπαίων απευθύνθηκε στο ΔΝΤ προκειμένου να παρέχει στη χώρα τεχνική βοήθεια για την αντιμετώπιση της επερχόμενης δημοσιονομικής καταστροφής. Το τέλος, ευτυχώς, θα μπει σε λίγο καιρό όταν στο γραφείο του Ταμείου στην Ελλάδα θα μπει λουκέτο.
Τα επεισόδια σε αυτή τη σχέση άπειρα. Είναι σίγουρο ότι στο μέλλον θα γραφτούν πολλά βιβλία για τη σχέση του ΔΝΤ με την Ελλάδα. Τα λάθη και οι εμμονές και από τις δύο πλευρές αμέτρητα. Ο ρόλος του Ταμείου δεν άλλαξε ούτε μια στιγμή, από την πρώτη μέρα που ο πρώτος εκπρόσωπος του ΔΝΤ στην Ελλάδα Μπόμπ Τράα έβαλε το κλειδί στην πόρτα του γραφείου του.
Το ΔΝΤ είχε πάντα το ρόλο του σκληρού στις διαπραγματεύσεις ώστε να μην υπάρχουν υπαναχωρήσεις από την Ελλάδα. Άλλωστε για αυτό και η Γερμανία επέμενε να εμπλακεί το ΔΝΤ στο Ελληνικό πρόγραμμα. Ήξερε ότι οι Ευρωπαίοι μόνοι τους θα επηρεάζονται από τις πολιτικές ισορροπίες με αποτέλεσμα να υπαναχωρούν σε πολιτικές πιέσεις. Το Ταμείο όμως δεν λογάριαζε το πολιτικό κόστος.
Ζημία και καταστροφή
Το Ταμείο πίστευε ότι δείχνοντας πυγμή στην Ελληνική υπόθεση και εφαρμόζοντας το ίδιο μοντέλο που εφαρμόζει όπου το καλούν, θα μπορούσε να επικρατήσει των Ευρωπαϊκών οργάνων και να βάλει για καλά το πόδι του στην Ευρωζώνη. Το αποτέλεσμα βέβαια έδειξε ότι οι εκτιμήσεις των τεχνοκρατών του Ταμείου ήταν εντελώς λαθεμένες. Παρόλα αυτά κανείς δεν έχει «λογοδοτήσει» για το γεγονός ότι η συνταγή που ακολούθησε το Ταμείο και οι Ευρωπαίοι εταίροι αποδείχθηκε λανθασμένη.
Η Ελληνική περιπέτεια στοίχισε πάρα πολύ στο ΔΝΤ, το οποίο μέσα σε μια δεκαετία είδε να χάνει την αίγλη του. Την ίδια δεκαετία βέβαια εκατομμύρια Έλληνες έχασαν τον ύπνο τους, αλλά αυτό ήταν το τελευταίο που ένοιαζε το Ταμείο. Τώρα και μετά την καταστροφική δεκαετία, η νέα επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα επιθυμεί να αλλάξει το προφίλ του Οργανισμού. Κυρίως θέλει να ξεχαστεί το γεγονός ότι το Ταμείο δεν κατάφερε να πετύχει σε καμία του πρόβλεψη αναφορικά με το Ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης.
Το τέλος των δανείων
Σε αυτό την βοηθά η πρόθεση της Ελληνικής πλευράς να κόψει «τον ομφάλιο λώρο» με τον οποίο συνδέεται με το Ταμείο στο πλαίσιο των τριών Μνημονίων. Στο εξής η σχέση της Ελλάδας με το ΔΝΤ θα είναι όπως και των υπόλοιπων κρατών που μετέχουν στον Ταμείο. Τελευταίο στοιχείο που θα θυμίζει την πολύπαθη σχέση των προηγούμενων 10 ετών, θα είναι τα υπόλοιπα του δανείου που η Ελλάδα έχει λάβει από το ΔΝΤ.
Πρόθεση είναι και αυτά να καθαρίσουν σύντομα, καθώς το υπουργείο Οικονομικών έχει ξεκινήσει την διαδικασία αποπληρωμής. Η πρώτη πληρωμή ύψους 2,9 δισ ευρώ ήδη περιόρισε το ποσό από τα 8,8δισ ευρώ στα 5,9δισ ευρώ. Το σχέδιο περιλαμβάνει ακόμα μια αποπληρωμή ύψους 2δισ ευρώ με επιτόκιο 1,9%, όπως έχει προαναγγείλει ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας. Στόχος σύντομα η Ελλάδα να έχει καθαρίσει με τα δάνεια του ΔΝΤ.
Με αυτό τον στόχο βέβαια δεν συμφωνούν όλοι οι Ευρωπαίοι, καθώς αρκετοί θεωρούν ότι το Ταμείο θα πρέπει να παραμείνει με ενεργό ρόλο ως τεχνικός σύμβουλος και να παρακολουθεί την ενισχυμένη εποπτεία της Ελληνικής Οικονομίας έως τον Ιούνιο του 2022.