Εντυπωσιακή αύξηση κατά 3,2 δισ. ευρώ αναμένεται να εμφανίσουν οι πωλήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ελλάδα το 2020, φθάνοντας συνολικά τα 10,7 δισ.ευρώ.
Η αύξηση λογίζεται ακόμη πιο σημαντική και υποδεικνύει την «επιτάχυνση» της ψηφιακής αγοράς, αν λάβει κανείς υπόψη ότι στον τζίρο των 7,5 δις.ευρώ του 2019, οι μισές συναλλαγές αφορούσαν σε αγορά ταξιδιωτικών εισιτηρίων, αγορά πακέτων διαμονής ή εισιτήρια για θεάματα, που εν πολλοίς περιορίζονται στο καλάθι του Έλληνα online αγοραστή το 2020. Ο δε ρυθμός ανάπτυξης είναι υπερδιπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Την παραπάνω εικόνα αποτυπώνει η ευρωπαϊκή περιφερειακή έκθεση για το ηλεκτρονικό εμπόριο το 2020, την οποία παρουσίασαν από κοινού στις Βρυξέλλες η Ecommerce Europe και η EuroCommerce.
Σύμφωνα με τα πανευρωπαϊκά ευρήματα, σε ολόκληρη την ήπειρο οι πωλήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου θα αγγίξουν τα 717 δις.ευρώ το 2020, αυξημένες κατά 12,7% έναντι του 2019 – μέγεθος που απέχει βεβαίως από τη μικρή περιφερειακή ελληνική αγορά. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έκθεσης, το 87% των Ευρωπαίων έχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο και κατά μέσο όρο, το 68% έχει ήδη αγοράσει διαδικτυακά. Οι Έλληνες e-shoppers ωστόσο πέρυσι αυξήθηκαν κατά 8% ενώ το 2020 αναμένεται το ποσοστό χρηστών να αυξηθεί περαιτέρω με τον 60%-65% των καταναλωτών να έχουν και ψηφιακή εμπειρία αγορών. Ήδη, σύμφωνα me μελέτη της PwC, μία από τις πιο ραγδαίες αλλαγές στις αγοραστικές συνήθειες αφορά τις αγορές από το σουπερμάρκετ. Έτσι, ενώ τα ψώνια στο κατάστημα αποτελούν την κύρια επιλογή, περισσότερο από το ένα τρίτο (35%) των καταναλωτών ψωνίζει, πλέον, τρόφιμα διαδικτυακά. Μάλιστα, το 86% αυτών συνεχίζει και μετά την άρση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης τις online αγορές.
Το 2020, η Δυτική Ευρώπη θα εξακολουθήσει να είναι η πιο ανεπτυγμένη αγορά ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ευρώπη, με μερίδιο αγοράς 70% του συνολικού κύκλου εργασιών και τον υψηλότερο αριθμό ηλεκτρονικών αγορών (83%). Στη δεύτερη θέση, αλλά σε μεγάλη απόσταση, θα βρεθεί η Νότια Ευρώπη (όπου περιλαμβάνεται και η Ελλάδα), με μερίδιο αγοράς 15% του συνολικού διαδικτυακού κύκλου εργασιών. Η Βόρεια Ευρώπη (7%), η Κεντρική (6%) και η Ανατολική (1%) θα συνεχίσουν να έχουν τα χαμηλότερα μερίδια αγοράς. Στο μεταξύ, το 2019 οι τρεις χώρες, που παρουσίασαν τη σημαντικότερη αύξηση του κύκλου εργασιών ηλεκτρονικού εμπορίου, ήταν η Ρουμανία (30%), η Βουλγαρία (30%) και η Ισπανία (29%). Στον αντίποδα, το Βέλγιο (7%), η Ιρλανδία (7%), η Αυστρία (4%) και η Ισλανδία (3%) παρουσίασαν τη λιγότερη αύξηση στον κύκλο εργασιών ηλεκτρονικού εμπορίου.
Για το 2019, η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό ηλεκτρονικών αγοραστών (94%) ήταν η Μεγάλη Βρετανία, ακολουθούμενη από τη Δανία (86%) και τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες και τη Σουηδία (84%). Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά για διαδικτυακές αγορές καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (31%) και στη Ρουμανία (29%). Όσον αφορά στις εθνικές και διασυνοριακές αγορές, οι αγοραστές στην Ολλανδία (95%) και την Πολωνία (94%) αγόρασαν, ως επί το πλείστον, από εθνικούς πωλητές, ενώ οι αγοραστές από τη Μάλτα (96%) και την Κύπρο (95%) παραγγέλνουν διασυνοριακά, τόσο εντός, όσο και εκτός Ε.Ε.
Πάντως, η έρευνα δείχνει ότι υπάρχουν ακόμη ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια, οι οποίες περιορίζουν τη χρήση του Διαδικτύου για αγορές, με το 15%-20% των καταναλωτών να δηλώνει ότι δεν εμπιστεύεται το ηλεκτρονικό εμπόριο.