Είναι γεγονός πως στον Ελληνικό γραπτό και προφορικό λόγο έχει επικρατήσει με απόλυτο τρόπο το αρσενικό γραμματικό γένος. Σε αναφορές που γίνονται σε επίθετα, ουσιαστικά και αντωνυμίες κυριαρχεί, αν δεν μονοπωλεί, τη γλώσσα μας το αρσενικό γένος (π.χ. ο καθένας, ο αναγνώστης, κάποιος, όποιος, κτλ.). Αυτό αποτελεί κάτι σαν δεύτερη φύση μας, και συμπεριλαμβάνω βεβαίως και τον εαυτό μου.
Η επικράτηση αυτή είναι σαφέστατα αδικαιολόγητη. Μπορεί ωστόσο να εξηγηθεί. Ολόκληρη η σύγχρονη κοινωνία μας βασίστηκε και βασίζεται μέχρι και σήμερα σε κατ’ εξοχήν αρσενικά χαρακτηριστικά και πρακτικές μιας και ιδρύθηκε και δημιουργήθηκε αποκλειστικά από άνδρες οι οποίοι ήταν συνήθως και μεγαλύτερης ηλικίας. Το αυτό συνέβη και στο Σύνταγμα του ’75, τον θεμελιώδη καταστατικό χάρτη της χώρας μας, ο οποίος και συντάχθηκε ομοίως.
Σε εμάς τους πολίτες, η περιθωριοποίηση ή και ο αποκλεισμός του θηλυκού γένους από τον προφορικό και γραπτό μας λόγο δεν γίνεται συνειδητά ούτε κακοπροαίρετα. Ωστόσο, η υπέρβαση αυτής της «συνήθειας» που συνιστά στην ουσία μια ιστορική αδικία, απαιτεί από εμάς συνειδητή προσπάθεια και θετική προαίρεση.
Μια προσπάθεια με μεγάλη αξία για τη σύγχρονη Ελληνική κοινωνία. Στα πλαίσια αυτά αναζήτησα τον βέλτιστο τρόπο για να επέλθει δικαιοσύνη σε ένα τόσο σημαντικό κατ’ εμέ ζήτημα. Αγνοώντας πολιτικές δυνάμεις που προσπαθούν να μονοπωλήσουν ή και να καπηλευτούν τα ανθρώπινα και κοινωνικά δικαιώματα, αλλά και τους οδηγούς ειδικών για την αποφυγή σεξιστικής γλώσσας (οι οποίοι ήταν εντελώς σεξιστικοί), κατέληξα στην αποκλειστική χρήση του θηλυκού γένους (π.χ. η καθεμία, η αναγνώστρια, κάποια, όποια, κτλ.) στον προφορικό και γραπτό λόγο ως μόνη έντιμη και ολοκληρωμένη προσπάθεια αποκατάστασης της ιστορικής αυτής αδικίας.
Η προτεινόμενη από πολλούς ειδικούς διπλή σήμανση του γραμματικού γένους (αναφορά δηλαδή και στα δύο φύλα) είναι υποκριτική και ελλιπής δεδομένου του μεγέθους της εν λόγω αδικίας. Υποκριτική διότι συνήθως χρησιμοποιείται με το θηλυκό γένος να έπεται του αρσενικού (οπότε έτσι ανακυκλώνεται και η αδικία) ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να μας πείσει για μια κοινωνική ισότητα η οποία ποτέ πραγματικά δεν υπήρξε. Τέλος, είναι και ελλιπής διότι ο παραγκωνισμός του θηλυκού γένους έχει υπάρξει τόσο απόλυτος και διαχρονικός, που απαιτείται η πλήρης αναστροφή της κατάστασης για την εξισορρόπηση της γλωσσικής αδικίας. Και η πλήρης αναστροφή δεν μπορεί να είναι άλλη από την αποκλειστική χρήση του θηλυκού γένους.
Για όσες πιθανώς ενδιαφέρονται, σε επίπεδο θεωρίας διεθνών σχέσεων, η τεράστια αυτή κοινωνική αδικία συμβάλλει αναμφισβήτητα στη δημιουργία ενός κόσμου στον οποίον επικρατούν αρσενικά χαρακτηριστικά και αξίες όπως ο ανταγωνισμός, η εξουσιομανία και η επιβολή. Μιας και δεν πιστεύω σε έναν τέτοιο κόσμο, ευελπιστώ πως με την εκτεταμένη υιοθεσία αυτής της πρακτικής, ο πλανήτης μας μπορεί να στραφεί προς μία νέα κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα, όπου οι θηλυκές αξίες (ανοχή, αλληλεγγύη, ενσυναίσθηση, κτλ.) θα αναγνωρίζονται εξίσου και ίσως βρεθούν εν καιρώ στο επίκεντρο. Και τότε πιστεύω ακράδαντα, θα αρχίσει να διαφαίνεται και ο δρόμος προς την παγκόσμια ειρήνη.
Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε να επανορθώσουμε και να διορθώσουμε αυτή την αδικία πρωτίστως σε γλωσσικό επίπεδο.