Πολλά είναι τα ζητούμενα στον ελληνικό τουρισμό. Η πρόοδος που σημειώνει τα τελευταία χρόνια, συνοδεύεται από αναβάθμιση των υπηρεσιών, ωστόσο χρειάζεται ακόμα μεγαλύτερη υποστήριξη από τις υποδομές, πολλές εκ των οποίων (δρόμοι, λιμάνια, αεροδρόμια) βρίσκονται σε μέτρια κατάσταση.
Παράλληλα με τη βελτίωση του τουριστικού προϊόντος, το οποίο χρειάζεται οπωσδήποτε παρεμβατικές κινήσεις (φορολογικό, εισφορές κ.ά.) προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστικό, οι προσφερόμενες θέσεις εργασίας εξασφαλίζουν μεγαλύτερο ποσοστό απασχόλησης, με αμοιβές που εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιο της αγοράς, διεθνώς. Πάντως, θα μπορούσαν να είναι λίγο καλύτερες στην Ελλάδα.
Τώρα, επειδή τα στοιχεία που προκύπτουν από τις αναλύσεις, δεν μπορούν να είναι τωρινά, αλλά πρόσφατα, αποδεικνύεται περίτρανα η μεγάλη συμβολή του ελληνικού τουρισμού στην εθνική οικονομία, κάτι που διαφαίνεται ότι θα συνεχιστεί, εφόσον γίνουν -όπως είπαμε- οι απαραίτητες κινήσεις.
Η νέα μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), με θέμα: « Η απασχόληση στα Καταλύματα και την Εστίαση & τους λοιπούς κλάδους της ελληνικής Οικονομίας, 2009-2018», είναι αποκαλυπτική.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, σε αντίθεση με τους λοιπούς κλάδους, η απασχόληση σε καταλύματα και εστίαση κατέγραψε, στο διάστημα Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2018, τον μεγαλύτερο αριθμό απασχολούμενων (411.100) από το 2009, υπερβαίνοντας και το προηγούμενο υψηλότερο σημείο του 2017 (398.700). Αυτό συνέβη γιατί η ανάκαμψη του τουρισμού από το 2014 και μετά, ήταν ραγδαία και συνεχής υπερκαλύπτοντας τις απώλειες της περιόδου 2009 - 2013. Η απασχόληση στους συγκεκριμένους κλάδους σημείωσε αύξηση την περίοδο 2009 – 2018, με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,3%. Η τάση αυτή εντάθηκε από το 2014 και μετά (+5%), οπότε και ολοκληρώθηκε ο μετασχηματισμός του τουρισμού σε έναν κατ’ εξοχήν εξωστρεφή διεθνώς ανταγωνιστικό τομέα.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω εξελίξεων και της παράλληλης μείωσης της απασχόλησης στους άλλους κλάδους, η συμμετοχή καταλυμάτων και εστίασης στην απασχόληση ανέβηκε από 7,7% στο διάστημα Ιουλίου-Σεπτεμβρίου το 2009, σε 10,6% το 2018, ποσοστό ρεκόρ την τελευταία δεκαετία. Επιμέρους, οι τομείς έφθασαν να αντιπροσωπεύουν το 9,9% της πλήρους και το 17,8% της μερικής απασχόλησης.
Η παρατηρούμενη αύξηση της μερικής απασχόλησης σε καταλύματα και εστίαση μετά την ανάκαμψη το 2013, ως αποτέλεσμα των διαρθρωτικών αλλαγών στην αγορά εργασίας, δεν λειτούργησε εις βάρος της πλήρους απασχόλησης, αλλά προστέθηκε στην αύξηση αυτής δίνοντας μια διέξοδο μερικής, έστω, απασχόλησης σε δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους ενώ, ταυτόχρονα, οι επιχειρήσεις ακολούθησαν μια συντηρητική πολιτική εν μέσω κρίσης. Η μερική απασχόληση στην Ελλάδα, τόσο στον τουρισμό (16,3%) όσο και στους άλλους κλάδους (8,5%), είναι περίπου η μισή σε σχέση με τα επίπεδα των 28 χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (32,5% και 19,5% αντίστοιχα).
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, οι κυριότερες ηλικιακές ομάδες απασχολούμενων στον τουρισμό κινούνται στο εύρος από 30 έως 44 ετών (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2018: 37,4%). O τουρισμός προσφέρει ευκαιρίες απασχόλησης σε ομάδες του πληθυσμού που δεν έχουν εύκολη πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Ειδικότερα, από το 2009 έως το 2018 το ποσοστό των απασχολούμενων στις ηλικίες από 25 έως 29 ετών (Ιούλιος-Σεπτέμβριος: από 15,5% σε 17,2%) και από 45 έως 64 ετών (Ιούλιος-Σεπτέμβριος: από 27,9% σε 32%) παρουσίασε αυξητική τάση. Επίσης, αν και η πλειονότητα των απασχολούμενων τόσο στον τουρισμό όσο και στους άλλους κλάδους είναι άνδρες, το ποσοστό των γυναικών στον τουρισμό (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2018: 48%) είναι συγκριτικά υψηλότερο των άλλων κλάδων (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2018: 40,8%).
Εξάλλου, οι Περιφέρειες Αττικής (27,1%) και Κεντρικής Μακεδονίας (12,9%) καταγράφουν τα υψηλότερα μερίδια απασχολούμενων στον τομέα του τουρισμού για το 2018 και ακολουθούν οι τουριστικές Περιφέρειες Κρήτης (10,7%), Νοτίου Αιγαίου (9,7%) και Ιονίων Νήσων (6,2%). Σε σχέση με τους απασχολούμενους για το 2018 στα καταλύματα, οι Περιφέρειες Κρήτης (21,4%) και Νοτίου Αιγαίου (20,8%) κατέγραψαν τα υψηλότερα ποσοστά ενώ αντίστοιχα στην εστίαση τα υψηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στις Περιφέρειες Αττικής (31,7%) και Κεντρικής Μακεδονίας (14,3%).
Ανασφάλιστη και Αδήλωτη Εργασία
Σύμφωνα με στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού, η ανασφάλιστη εργασία στο σύνολο της απασχόλησης, εμφανίζει συνεχή τάση αποκλιμάκωσης μεταξύ 2009 και 2018, τόσο σε απόλυτα νούμερα (από 184,100 το 2009 σε 93,500 το 2018), όσο και ως ποσοστό (από 4% σε 2,4%). Αντίστοιχη ήταν η εικόνα στα καταλύματα, την εστίαση και τους άλλους κλάδους. Αναλυτικά, στα καταλύματα καταγράφηκε μείωση της ανασφάλιστης εργασίας από 3.000 χιλ. το 2009 σε 1.700 χιλ. το 2018, και από 4,4% επί του συνόλου το 2009 σε 1,7% το 2018. Στην εστίαση η ανασφάλιστη εργασία περιορίστηκε από 20.200 το 2009 σε 10.300 το 2018 και από 8% επί του συνόλου το 2009 σε 3,9% το 2018. Στους άλλους κλάδους, η μείωση της ανασφάλιστης εργασίας ήταν από 160.800 χιλ. το 2019 σε 81.500 χιλ. το 2018, και από 3,8% επί του συνόλου το 2009 σε 2,4% το 2018. Επίσης, το 2018 οι ανασφάλιστοι στα καταλύματα αντιπροσώπευαν το 1,8% επί του συνόλου των ανασφάλιστων, στην εστίαση το 11% και στους άλλους κλάδους το 87,2%.
Παρόμοια εικόνα προκύπτει και από το Επιχειρησιακό Σχέδιο Δράσης για την Καταπολέμηση της Ανασφάλιστης και Αδήλωτης Εργασίας «Άρτεμις». Το 2018 σε ελέγχους 37.270 επιχειρήσεων, βρέθηκαν 5.689 ανασφάλιστοι εργαζόμενοι, που αντιστοιχούν στο 5,2% των εργαζόμενων οι οποίοι ελέγχθηκαν (108.688). Επιμέρους, το ποσοστό της αδήλωτης εργασίας το 2018 ήταν 2,4% στα καταλύματα, 7,2% στις δραστηριότητες των υπηρεσιών εστίασης και 4,4% σε άλλους κλάδους. Ακόμα, σύμφωνα με τα στοιχεία του «Άρτεμις», από τον Σεπτέμβριο του 2013 έως τον Δεκέμβριο του 2018, ελέγχθηκαν 176.402 επιχειρήσεις και βρέθηκαν 40.352 ανασφάλιστοι εργαζόμενοι, που αντιστοιχούν στο 5,8% των εργαζόμενων οι οποίοι ελέγχθηκαν. Επιμέρους, το ποσοστό της αδήλωτης εργασίας ήταν 2,3% στα καταλύματα, 8,6% στις δραστηριότητες των υπηρεσιών εστίασης και 4,7% σε άλλους κλάδους.