Καθημερινά στη σημερινή κοινωνία αγωνιζόμαστε για να κερδίσουμε χρήματα και αναγνώριση ή για να μεγαλώσουμε παιδιά που με τη σειρά τους θα κερδίσουν κι αυτά χρήματα και αναγνώριση, ωστόσο αφήνουμε επιδεικτικά τους ηλικιωμένους πίσω. Και αυτό είναι ένα μεγάλο παράδοξο. Ακόμη κι αν δεν μας περισσεύει αγάπη για τους άλλους, δεν θα έπρεπε με κάποιο τρόπο να προνοούμε ώστε η δική μας η ζωή στο μακρινό μέλλον να είναι ανθρώπινη;
Είναι στη φύση του ανθρώπου να μη σκέφτεται τα γηρατειά. Συνήθως νιώθουμε μέχρι μια ηλικία άτρωτοι, πως κάπως μαγικά εμείς δεν θα βρεθούμε σε αυτή τη θέση και θα είμαστε για πάντα νέοι και δυνατοί. Κι αν κάτι σε σχέση με τα γηρατειά απασχολεί τον σύγχρονο άνθρωπο είναι περισσότερο η εμφάνισή. Υπάρχει μια τεράστια βιομηχανία βασισμένη στον φόβο μας για τις ρυτίδες. Με αισθητικές επεμβάσεις, κρέμες, βαφές μαλλιών και θεραπείες προσώπου νομίζουμε πως ξεγελάμε την αναπόφευκτη φύση μας. Σπάνια αναρωτιόμαστε τι θα μπορέσει να απαλύνει τη μοναξιά, τον πόνο της απώλειας, την αδυναμία του σώματος. Στην τηλεόραση παρελαύνουν κακέκτυπες μορφές, τραβηγμένες, που απορεί κανείς αν όντως πιστεύουν πως ξεγελούν, αν όντως πιστεύουν πως αρέσουν. Οι ρυτίδες στον κόσμο του θεάματος έχουν γίνει είδος προς εξαφάνιση. Τα πρόσωπα έχασαν το άγγιγμα του χρόνου και την όποια σοφία αυτό έφερνε. Κι αυτά τα πρότυπα ακολουθούνται από τους υπολοίπους κι έτσι προχωράμε, ξοδεύουμε, αγωνιούμε για αμφίβολα πράγματα, μα κανένας άνθρωπος ποτέ δεν κατάφερε να νικήσει την πραγματικότητα, κανένας δεν αντιστάθηκε ποτέ στη ροή της ζωής. Το ποτάμι του χρόνου μας παρασέρνει όλους έστω κι από λίγο μέρα με τη μέρα.
Φυσικά δεν πρέπει να θυματοποιούμε την τρίτη ηλικία. Ένας άνθρωπος που είναι καλά στην υγεία του καλείται να ανακαλύψει νέο νόημα στη ζωή του μετά τη συνταξιοδότηση, να μπει σε νέες ομάδες, να εκμεταλλευτεί τον χρόνο που έχει τώρα άπλετο, να συνεχίσει να είναι χρήσιμος στην κοινωνία. Αυτό είναι ευθύνη του καθενός κι εξαρτάται από το πόσο αισιόδοξος και κοινωνικός είναι, από το πόσο έχει επενδύσει σε άλλα πράγματα εκτός της δουλειάς του. Όπως και ευθύνη του είναι να φροντίζει το σώμα του για να το διατηρεί σε όσο το δυνατόν καλύτερη κατάσταση. Με τη σύγχρονη Ιατρική μπορούμε να ζούμε πολύ καλύτερα μέχρι μια αρκετά μεγάλη ηλικία. Όμως, δυστυχώς, η τρίτη ηλικία έρχεται συχνά μαζί με προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας. Γι’ αυτό και χρειάζεται υποστήριξη. Για να μη βυθιστεί σε τέλμα, για να μπορέσει να βρει τις όποιες δυνάμεις έχει ώστε να συνεχίσει να ζει, να τολμά, να μαθαίνει. Όσο μαθαίνουμε άλλωστε, δεν γερνάμε.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι όταν οι ηλικιωμένοι χρειάζονται συνεχή φροντίδα. Αυτό είναι ένα μεγάλο βάρος για μια οικογένεια και εξαντλεί τα μέλη της όση αγάπη και καλή θέληση κι αν υπάρχει. Οι φροντιστές των ηλικιωμένων χρειάζονται ψυχολογική υποστήριξη μα σπάνια την έχουν. Συνήθως τον ρόλο αυτό θα αναλάβουν οι γυναίκες. Μια σύγχρονη εργαζόμενη μητέρα είναι αδύνατον να μπορέσει να φροντίσει σωστά τους γονείς της, οι απαιτήσεις της ζωής της είναι ήδη ασφυκτικές. Χρειάζονται πολλά χρήματα για να υπάρχει κάποιος μόνιμος φροντιστή και αυτό είναι συνήθως μια κατάσταση που μπορεί να φέρει πίκρα και μοναξιά. Ακόμη μεγαλύτερη πίκρα θα φέρει για τους περισσότερους η προοπτική ενός οίκου ευγηρίας. Μακριά από το σπίτι του, τα αγαπημένα του πρόσωπα, τα αγαπημένα του αντικείμενα και κλεισμένος σε ένα δωμάτιο είναι σχεδόν βέβαιο πως κάποιος θα χάσει σύντομα κάθε χαρά, κάθε επιθυμία για ζωή.
Έτσι λοιπόν οι κύκλοι δεν κλείνουν καλά. Η νέα γενιά είναι υπερφορτωμένη με δραστηριότητες και ψυχαγωγίες και η παλιά φεύγει πικραμένη. Η ενδιάμεση γενιά είναι γεμάτη άγχος και ενοχή. Αυτό που δεν καταλαβαίνουμε είναι πως αφήνουμε έτσι πλούτο να φεύγει από τα χέρια μας σαν νερό. Οι ηλικιωμένοι έχουν ζήσει σε παλιότερες εποχές, έχουν γνώση, είναι το μόνο που μας συνδέει με το παρελθόν μας. Χωρίς το παρελθόν μας δεν έχουμε ταυτότητα, τα παιδιά μας μένουν χωρίς ρίζες, η χώρα μας χάνει όλα εκείνα που την κάνουν να ξεχωρίζει. Μήπως τα παιδιά του νηπιαγωγείου και του δημοτικού θα έπρεπε να επισκέπτονται τα γηροκομεία και να ακούνε ιστορίες από τις παλιές εποχές; Στο εξωτερικό έχουν υπάρξει τέτοια προγράμματα και επωφελήθηκαν ακόμη και άτομα με άνοια αλλά και τα ίδια τα παιδιά. Μήπως οι έφηβοι αντί να μαθαίνουν τόσες ξένες γλώσσες, θα έπρεπε να κάνουν εθελοντισμό κάποιες ώρες; Και όσοι σπουδάζουν ανθρωπιστικές επιστήμες θα μπορούσαν άραγε να γίνουν χρήσιμοι σε προγράμματα υποστήριξης ηλικιωμένων αποκτώντας έτσι και πολύτιμη εμπειρία; Κάποια καθηγήτρια μου περιέγραψε τους σύγχρονους μαθητές αδιάφορους για όλα, να πηγαίνουν με τον καφέ τους κάθε πρωί στο σχολείο, τις μαθήτριες με βαμμένα νύχια και προκλητικό ντύσιμο. Μα οι έφηβοι προσπαθούν απεγνωσμένα να αντιγράψουν εμάς τους ενηλίκους. Κάνουν όσα βλέπουν γιατί θέλουν να γίνουν σαν εμάς. Αν μας ενοχλούν τόσο είναι επειδή είναι ο πιο αληθινός καθρέφτης μας.
Η αλυσίδα της σημερινής κοινωνίας έχει σπασμένους κρίκους, έχει γενιές απομακρυσμένες, έχει εγωπάθεια και ατομικισμό. Χρειάζεται να δώσουμε χώρο στις ευπαθείς ομάδες, να τους δώσουμε δύναμη έτσι ώστε να μπορέσουν κι εκείνες να υποστηρίζουν την κοινωνία όπως και για όσο μπορούν. Ο άνθρωπος της νέας εποχής έχει πληροφορίες και επιστήμη μα χρειάζεται και ανθρωπισμό και λογικό νου. Χρειάζεται να φέρεται στους άλλους με τον τρόπο που θέλει να του φερθούν. Ας κοιτάξουμε λοιπόν το πρόσωπό μας στον καθρέφτη κι ας αναρωτηθούμε έστω και μια φορά. Εμείς δεν θα γεράσουμε άραγε;