Το δικαίωμα να ξυπνάμε αργά ήρθε σαν αποτέλεσμα του προνόμιου να κοιμόμαστε όποτε θέλουμε. Και για να ξυπνάμε αργά σημαίνει πως κοιμόμαστε και αργά… Έως πολύ μετά τα μεσάνυχτα. Έχοντας ξοδέψει τα πιο παραγωγικά χρόνια στα επαγγέλματα μας, ανακαλύψαμε ξαφνικά το ανέλπιστο δώρο να ορίζουμε το χρόνο σύμφωνα με το βιολογικό μας ρολόι και όχι τις ανάγκες της αγοράς. Πολύ περισσότερο, τις υποχρεώσεις μας σε τρίτους.
Πολύ πριν ανακαλυφθεί η τηλεργασία και τα οφέλη τής εξ αποστάσεως επικοινωνίας, το 8πμ-2μμ και το 5μμ-9μμ, τρεις φορές την εβδομάδα, ήταν ένας βραχνάς που δύσκολα περιγράφεται. Αν προσθέσετε και τα 300 χλμ εβδομαδιαίως λόγω της απόστασης από το σπίτι, το μίζερο Σαββατοκύριακο που περιμέναμε σαν το Μάννα εξ ουρανού δεν μας γλύτωνε από την κούραση και τον εκνευρισμό, ενώ η ελπίδα πως η επόμενη εβδομάδα θα είναι καλύτερη, ερχόταν και έφευγε κουνώντας το μαντήλι του αυτοσαρκασμού και της διάψευσης.
Κι όλα όσα θέλαμε να κάνουμε, ότι μας ευχαριστούσε να κάνουμε, ότι προγραμματίζαμε να γίνουν, έπεφταν στο καλάθι με τα βρώμικα και στριφογύριζαν στο πλυντήριο με το λευκαντικό της ελπίδας για να ξαναβγούν στο φως αμείλικτα, ίδια και απαράλλαχτα με το ωράριο, με τη δουλειά και την υποχρέωση να ξυρίζεσαι έστω κάθε δυο μέρες.
Και ξαφνικά, γίνεται ένα twist και η Μέρα της Μαρμότας σταματάει τον κύκλο της. Τέρμα η ουρά στην τράπεζα, τέρμα οι επιταγές, οι ελλείψεις, τα δικόγραφα, οι προκαταβολές, τα εμβόλια, οι ανακρίσεις, οι διανυκτερεύσεις, τέρμα το οικονομικό ρίσκο, τέρμα και οι εφέσεις, τέλος τα ποινικά, μακριά τα ακροατήρια, ο καφές - που – δεν - πίνεται των κιλικίων, τέλος τα πταίσματα, τα πλημμελήματα, τα κακουργήματα, τέλος και οι εικόνες ντροπής από όσα ακούς και βλέπεις, εκών άκων, κανένας βιασμός ανήλικου, κανένας παππάς μπροστά σου, έξω οι πρεζέμποροι, οι νταβατζήδες κάθε είδους, οι αρνητές της λογικής και της τσίπας, οι διαπλεκόμενοι, οι απ’ ανέκαθεν δημοκράτες, οι μίζεροι, οι κρετίνοι, οι τσιφούτηδες, στον αγύριστο και πιο μακριά ότι μας προσβάλει, μας τινάζει τα νεύρα, ότι μας ”ρίχνει”, μας στερεί τη χαρά και το δικαίωμα στην ελπίδα.
Τώρα, με το kosmos fm να παίζει jazz, είναι η εποχή των φίλων, του καλού βιβλίου, του νόστιμου και υγιεινού, του ταξιδιού που έρχεται, των μεγάλων και δυνατών εντυπώσεων που σου χαρίζει η φύση, της συγκίνησης που γεννάει το χάδι, η υγρή μουσούδα της γάτας σου, η Μπέλα που μισοκοιμάται στην κουβέρτα της, ο τυφλός ηλικιωμένος γάτος που τον φέραμε από το δρόμο , οι βολβοί που βλάστησαν, τα λαμπραντόρ του γείτονα που θυμίζουν τον δικό μας που ”έφυγε” κι ακόμα τον κλαίμε, τώρα είναι η ώρα του τηλεφώνου χωρίς όριο, των παλιών γειτόνων που μας ψάχνουν, των άγνωστων φίλων που μας διαβάζουν, η ώρα του αθέατου κοινού στις σκοτεινές πλατείες όταν αφουγκραζόμαστε τον ψίθυρο και τη συγκίνηση που γεννάνε τα έργα μας. Τώρα ζεις μέρα τη μέρα και χαίρεσαι την καλή υγεία , την αυτονομία, την πειθαρχία. Τώρα χαίρεσαι που κοιτάς κάτω. Τώρα πατάς στα πόδια σου και είναι ανυπέρβλητη αυτή η επαφή με τη γη.
Το ονειροπόλημα δεν έλλειψε, αλλά άλλαξε ρούχο. Καθώς ο ορίζοντας κονταίνει, ο πραγματισμός πήρε τη θέση της φιλοδοξίας. Ο κορεσμός, της απληστίας. Η γενναιοδωρία, της μιζέριας. Η πρόνοια, της αποκοτιάς. Η φιλία, του έρωτα.Τώρα ζεις μόνο για σένα και για κείνους που σε αγαπάνε. Τώρα κοιτάς τον άνθρωπο σου και βλέπεις την αντανάκλαση του εαυτού σου. Τώρα που απέκτησες συνήθειες, ξέρεις πως είναι παιδιά της εμπειρίας σου. Λαχταράς αλλά δεν ποθείς. Ζηλεύεις αλλά δεν φθονείς.
Τώρα κατανοείς πως ο τρόπος που λειτουργεί ο κόσμος, δεν μπορεί να είναι μόνιμη πηγή τύψεων και απογοητεύσεων αλλά και κίνητρο για λίγο χιούμορ. Πόσο ευεργετικό είναι το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός. Πόσο καλό κάνει στην καρδιά η απόσταση από το κέντρο σου.
Αν πρέπει να ξαναβρείς τον εαυτό σου, τότε φύγε. Χάσου. Υπάρχει κάτι πολύ όμορφο σε όλα αυτά. Και ο λόγος που το καταλαβαίνεις τώρα, είναι επειδή δεν πρόκειται να ξαναγίνεις νέος. Ποτέ ξανά.
***
*Η επικεφαλίδα είναι δανεισμένη από την ομότιτλη νουβέλα του Paul Auster.