Είναι μια μεγάλη ομάδα συνανθρώπων μας που μπαίνουν μαζί με όλους στην μάχη κατά του κορονοϊού με όπλο τον μαζικό εμβολιασμό. Όμως, οι άνθρωποι με αυτοφλεγμονώδη και αυτοάνοσα νοσήματα – γιατί περί αυτών ο λόγος – έχουν κατεσταλμένο το ανοσολογικό τους σύστημα λόγω της λήψης φαρμάκων που παίρνουν. Πόσο αποτελεσματικό είναι σ’ αυτούς τους ασθενείς το εμβόλιο για την COVID -19 και τι μέτρα πρέπει να λάβουν για να γίνει αποτελεσματικότερο;
Σ’ αυτά τα καίρια ερωτήματα ήρθε να δώσει απαντήσεις με άρθρο του του στο έγκριτο διεθνές ιατρικό περιοδικό Journal of Autoimmunity ο Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος προτείνοντας βασικές συμβουλές σε ιατρούς και ασθενείς και τονίζοντας θέματα φαρμακοεπαγρύπνησης αναφορικά με τον εμβολιασμό ρευματολογικών ασθενών για την COVID-19.
Ο ίδιος, εξάλλου, έχει τονίσει σε συνέντευξή του στο EASAC (Science Advice for the Benefit of Europe): «Ολοι πρέπει να εμβολιαστούμε. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να πολεμήσουμε την πανδημία του κορονοϊού. Κι οι ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς πρέπει να εμβολιαστούν. Ωστόσο θα πρέπει να ληφθούν κάποιες προφυλάξεις»
Επιτακτική ανάγκη η λήψη κατάλληλων μέτρων για την διασφάλιση της μέγιστης αποτελεσματικότητας του εμβολίου
Ο καθηγητής Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος τονίζει ότι είναι επιτακτική ανάγκη η λήψη κατάλληλων μέτρων για την διασφάλιση της μέγιστης αποτελεσματικότητας του εμβολίου, αποφεύγοντας ταυτόχρονα αναζωπύρωση της νόσου στηριζόμενος σε μελέτες που ανέδειξαν τις αναγκαίες τροποποιήσεις της φαρμακευτικής αγωγής για τον εμβολιασμό ασθενών με αυτοάνοση/αυτοφλεγμονώδη ρευματική νόσο κατά της γρίπης και σε άλλες πολύ πρόσφατες μεταξύ μεταμοσχευμένων ασθενών υπό ανοσοκατασταλτική αγωγή και ατόμων με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου και του συνδετικού ιστού που έδειξαν ότι φαρμακευτικά ανοσοκατασταλμένα άτομα δεν αναπτύσσουν ικανοποιητική ανοσία.
Ασφαλή τα εμβόλια αλλά με πιο περιορισμένα δεδομένα σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς
Από την αρχή της COVID-19 πανδημίας έχουν ήδη μολυνθεί περισσότερα από 160 εκατομμύρια άνθρωποι και οι θάνατοι ξεπερνούν τα 3,3 εκατομμύρια. Επιδημιολογικές μελέτες εκτιμούν ότι τουλάχιστον ο μισός πληθυσμός παγκοσμίως θα έρθει σε επαφή με τον ιό SARS-COV-2. Πέραν των προβλημάτων υγείας σε ατομικό επίπεδο, οι κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις και η ασφυκτική πίεση στα συστήματα Υγείας από την COVID-19 μπορούν να μειωθούν μόνο με τον μαζικό εμβολιασμό και την αποτελεσματική ανοσοποίηση έναντι του ιού.
Χάρη στη βιοτεχνολογία και τις συντονισμένες προσπάθειες της διεθνούς ιατρικής κοινότητας, σε σύντομο χρονικό διάστημα, έχουν παραχθεί εμβόλια που χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά ασφάλειας και αποτελεσματικότητας και των οποίων το όφελος προς το γενικό πληθυσμό υπερκεράζει οποιαδήποτε (κίνδυνο για) ανεπιθύμητη ενέργεια. Ωστόσο, τα δεδομένα για ασθενείς με αυτοάνοσες και αυτοφλεγμονώδεις ρευματικές νόσους που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτική/ανοσοτροποποιητική αγωγή είναι πιο περιορισμένα, όπως αναφέρει ο καθηγητής.
Τι ακριβώς συμβαίνει με το ανοσολογικό σύστημα των ασθενών με αυτοάνοσα/αυτοφλεγμονώδη νοσήματα
Το ανοσολογικό σύστημα, ο φρουρός του ανθρώπινου οργανισμού, είναι υπεύθυνο να αναγνωρίζει ξένους εισβολείς, να στρατεύεται απευθείας εναντίον τους ή/και να τους εξουδετερώνει εκλύοντας αντισώματα φλεγμονώδεις ουσίες (κυτταροκίνες) ενεργοποιώντας πρωτείες οξείας φάσεως και κυτταροτοξικά λεμφοκύτταρα με αντιμικροβιακή δράση. Η έντονη ενεργοποίηση του και η αναγνώριση στοιχείων του ίδιου του οργανισμού ως ξένα οδηγεί στην γέννηση των ασθενειών που αποκαλούνται αυτοφλεγμονώδη και αυτοάνοσα νοσήματα, αντίστοιχα (βλ. πίνακα παρακάτω).
Πού βασίζεται η θεραπευτική προσέγγιση στα αυτοάνοσα
Η θεραπευτική προσέγγιση βασίζεται αδρά στη χρήση φαρμακευτικών ουσιών που είτε στοχεύουν στην αναστολή της ενεργοποίησης των ανοσοκυττάρων (π.χ. οι αντιμεταβολίτες, οι αναστολείς της καλσινευρίνης και οι αλκυλιούντες παράγοντες όπως η κυκλοφωσφαμίδη), ή αναστέλλουν τη παραγωγή και την αποτελεσματικότητα των κυτταροκινών (π.χ. βιολογικοί παράγοντες έναντι του παράγοντα νέκρωσης των όγκων (TNF), του παράγοντα ενεργοποίησης Β κυττάρων και των ιντερλευκινών (IL) 1,6,17) και τέλος χημικές ουσίες ή αντισώματα που καταστρέφουν ανοσοκύτταρα ( π.χ. αντί-CD20 μονοκλωνικά αντισώματα όπως η ριτουξιμάμπη). Επομένως το ανοσολογικό σύστημα των ασθενών με αυτοάνοσα/αυτοφλεγμονώδη νοσήματα φαρμακολογικά είναι κατεσταλμένο και έτσι αποτρέπεται η βλάβη ιστών ή οργάνων από την επίθεση εναντίον των ιδίων ιστών ή οργάνων από το ενεργοποιημένο κατά του εαυτού ανοσολογικού συστήματος.
Στην εποχή του επιτακτικού μαζικού εμβολιασμού για την «ανοσία της κοινότητας”, οι προαναφερόμενες ανοσοκατασταλτικές/ανοσοτροποποιητικές θεραπείες μπορεί να αποτελέσουν δίκοπο μαχαίρι διότι αφενός διατηρώντας την αυτοάνοση/αυτοφλεγμονώδη ρευματική νόσο σε ύφεση παρεμποδίζουν αφετέρου την πολύπλοκη διαδικασία ανοσοποίησης του οργανισμού μέσω του εμβολιασμού. Σ’ αυτή την «στενωπό» έρχεται να προτείνει λύσεις διεξόδου ο κ. Μουτσόπουλος ως εξής:
Πολύτιμες συμβουλές σε σχέση με την λήψη εμβολίου και φαρμακευτικά ανοσοκατασταλμένα άτομα
Πρώτον, ιδανικό θα ήταν ο ασθενής να βρίσκεται σε κλινική ύφεση αναφορικά με το υποκείμενο νόσημα του την περίοδο του εμβολιασμού (ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος επιδείνωσης της νόσου). Δεύτερον, η έναρξη ανοσοκατασταλτικής θεραπείας να γίνεται μετά την ολοκλήρωση του εμβολιασμού, εάν είναι δυνατόν. Τρίτον, οι αντιμεταβολίτες, οι αναστολείς JAK κινασών και τη καλσινευρίνης μαζί με άλλους ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες θα πρέπει να διακόπτονται για χρονικό διάστημα 10 ημερών πριν και μετά από κάθε δόση του εμβολίου. Τέταρτον, η δοσολογία της πρεδνιζόνης ή ισοδύναμη δόση συνθετικού κορτικοστεροειδούς, θα πρέπει να μειώνεται σε λιγότερο από 10 mg την ημέρα για χρονικό διάστημα 10 ημερών πριν και μετά από κάθε δόση του εμβολίου, όποτε είναι εφικτό. Πέμπτον, οι ασθενείς που λαμβάνουν ενδοφλέβια ριτουξιμάμπη ή ενδοφλέβια μηνιαία θεραπεία ώσεων με κυκλοφωσφαμίδη θα πρέπει να εμβολιάζονται 6-8 μήνες μετά την τελευταία δόση του φαρμάκου ή ένα μήνα πριν από την έναρξη του θεραπευτικού σχήματος με ώσεις, αντίστοιχα. Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση της κυκλοφωσφαμίδης, αναμένουμε έως ότου τα επίπεδα ανοσοσφαιρίνης επιστρέψουν στις φυσιολογικές τιμές περίπου ένα μήνα μετά τη χορήγηση της τελευταίας ενδοφλέβιας δόσης. Έκτο, ο εμβολιασμός των ασθενών που υποβάλλονται σε θεραπεία έναντι κυτταροκινών θα πρέπει να πραγματοποιείται, εάν είναι δυνατόν, 7 ημέρες μετά την επιστροφή των επιπέδων του φαρμάκου σε τιμές αναφοράς.
Ιδιαίτερη σημασία η σχολαστική παρακολούθηση
Παράλληλα, η έλλειψη ισχυρών δεδομένων σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού έναντι του SARS-CoV-2 σε ανοσοκατασταλμένα άτομα, επιβάλλει την σχολαστική παρακολούθηση τους με τον προσδιορισμό στο αίμα των επιπέδων των αντισωμάτων κατά του SARS-CoV-2 3-4 εβδομάδες μετά την τελική δόση εμβολιασμού και στους 3 και 6 μήνες μετέπειτα και αφορά όλους τους ασθενείς ανεξάρτητα από την τήρηση αυτών των συστάσεων.
Το συμπέρασμα
Καταληκτικά, ο εμβολιασμός για την προφύλαξη του ανθρώπου από τον νέο κορωνοϊό, που προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί, την πανδημία από τη νόσο COVID-19 είναι ο κυρίαρχος τρόπος για την αναχαίτιση της και οι ανώτερες συστάσεις γίνονται για να αυξήσουμε την αποτελεσματικότητα από τον εμβολιασμό χωρίς να προκληθεί έξαρση της υποκείμενης νόσου με τελικό σκοπό την υγεία του κάθε ασθενή τεκμηριωμένα και εξατομικευμένα.
Ποια είναι τα ρευματικά νοσήματα
Αυτοάνοσα
Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος, Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, Σύνδρομο Sjögren, Σκληρόδερμα, Μικτή Νόσος Συνδετικού Ιστού, Αγγειίτιδες, Υποτροπιάζουσα Πολυχονδρίτιδα, IgG4 σχετιζόμενη νόσος.
Αυτοφλεγμονώδη
Οροαρνητική Αρθρίτιδα, Αγκυλοποιητική Σπονδυλαρθρίτιδα, Εντεροπαθητική Αρθρίτιδα, Ψωριασική Αρθρίτιδα, Παιδική Ρευματοειδής του Ενήλικα, Σύνδρομα Περιοδικών Πυρετών.
Haralampos M. Moutsopoulos. A recommended paradigm for vaccination of rheumatic disease patients with the SARS-CoV-2 vaccine. J. Autoimmun 2021 Jul; 121: 102649. Published online 2021 May 1. doi: 10.1016/j.jaut.2021.102649
PMCID: PMC8088234
Ποιος είναι o Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1944. Είναι επίτιμος καθηγητής των Ιατρικών Σχολών Ιωαννίνων και του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και ομότιμος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από το 2017 είναι τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Έχει ιδρύσει στην Ελλάδα, μετά από μακρά εκπαίδευση και μετεκπαίδευση στις ΗΠΑ, δύο κέντρα αριστείας για τη νοσηλεία, διδασκαλία και μελέτη της παθογένειας των αυτοάνοσων νοσημάτων, με κυρίαρχο πρότυπο μελέτης το σύνδρομο Sjögren.
Μαθητές του από τα κέντρα αυτά στελεχώνουν πανεπιστημιακά εργαστήρια, κλινικές, ερευνητικά κέντρα και νοσηλευτικές μονάδες της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Οι ερευνητικές μελέτες του έδειξαν ότι το ανοσολογικό σύστημα δεν δυσλειτουργεί αλλά υπέρ-λειτουργεί, ότι κυρίαρχο ρόλο στην έναρξη και διαιώνιση της αυτοάνοσης επίθεσης παίζουν τα κύτταρα στόχος κατά των οποίων στρέφεται το ανοσολογικό σύστημα και υπέδειξαν ότι οι ιοί είναι πιθανόν να εμπλέκονται στην παθογένεια των νοσημάτων αυτών.
Μέσω των κλινικό-εργαστηριακών μελετών του παρουσίασε την κλινική και εργαστηριακή εικόνα προσβολής διαφόρων οργάνων από τα αυτοάνοσα νοσήματα και ανέδειξε κλινικούς, εργαστηριακούς και μοριακούς δείκτες που είναι δυνατόν να προβλέψουν με ακρίβεια ποιοι ασθενείς με αυτοάνοσα νοσήματα είναι επιρρεπείς στην ανάπτυξη κακοήθειας του λεμφικού ιστού.
Έχει προσκληθεί για να παρουσιάσει τα αποτελέσματα των ερευνών του σε Ιατρικές Σχολές, διεθνή επιστημονικά συνέδρια και ερευνητικά ιδρύματα των ΗΠΑ, της Ευρώπης, της Αυστραλίας και της Ιαπωνίας.
Το ερευνητικό του έργο έχει δημοσιευθεί σε εκατοντάδες σημαντικά περιοδικά Παθολογίας, Ανοσολογίας και Ρευματολογίας και μνημονεύεται από >56.600 συνάδελφους του με δείκτης > h=110.
Για το κλινικό, διδακτικό και ερευνητικό του έργο έχει βραβευτεί με: το Βραβείο εξαίρετης πανεπιστημιακής διδασκαλίας Ξανθόπουλος-Πνευματικός (2005) το Αριστείο Μποδοσάκη (2010) και τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το βραβείο Scholar Clinician Award από το Αμερικάνικο Κολλέγιο Ρευματολογίας (2006), το βραβείο Clemens Von Pirquet για την αριστεία του στην Ιατρική και την Ανοσολογία από την Ιατρικά σχολή του Πανεπιστήμιο Davis της Καλιφόρνιας (2007), τον τίτλο του Master του Αμερικανικού Κολεγίου Ρευματολογίας (2009) και το βραβείο Αξιέπαινης Υπηρεσίας από τον Ευρωπαϊκό Σύνδεσμο κατά των Ρευματικών Παθήσεων (EULAR) (2010) για την ιδιαίτερα σημαντική συμβολή του στον τομέα της Ρευματολογίας.
Εκτός από το επιστημονικό του έργο έχει δημοσιεύσει βιβλία και άρθρα στον ημερήσιο τύπο σε θέματα που αφορούν την οργάνωση του συστήματος υγείας, την ιατρική εκπαίδευση, τη λειτουργία των Πανεπιστημίων και την έρευνα.