Eνα μεγαλύτερο χρονικό κενό μεταξύ των δύο δόσεων του εμβολίου της Pfizer για τον κορονοϊό οδηγεί σε υψηλότερα συνολικά επίπεδα αντισωμάτων σε σύγκριση με μικρότερο διάστημα, σύμφωνα με νέα βρετανική μελέτη που δημοσιεύτηκε την Παρασκευή.
Αλλά υπάρχει απότομη πτώση των αντισωμάτων μετά την πρώτη δόση.
Η μελέτη μπορεί να βοηθήσει στις στρατηγικές εμβολιασμού κατά της μετάλλαξης Δέλτα, η οποία μειώνει την αποτελεσματικότητα της πρώτης δόσης εμβολίου COVID-19, αν και οι δύο δόσεις εξακολουθούν να είναι προστατευτικές.
«Στο μεγαλύτερο διάστημα μεταξύ των δόσεων... τα επίπεδα αντισωμάτων έναντι της παραλλαγής Δέλτα ήταν ελάχιστα μετά από την πρώτη δόση και δεν διατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια του διαστήματος πριν από τη δεύτερη δόση», διαπιστώνουν οι συγγραφείς της μελέτης, της οποία ηγήθηκε το Πανεπιστήμιο του Οξφόρδη.
«Μετά από δύο δόσεις εμβολίου, τα επίπεδα εξουδετερωτικών αντισωμάτων ήταν δύο φορές υψηλότερα στο μεγαλύτερο διάστημα μεταξύ τους σε σύγκριση με το μικρότερο».
Τα εξουδετερωτικά αντισώματα πιστεύεται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανοσία έναντι του κορονοϊού, αλλά και τα Τ κύτταρα φαίνονται να παίζουν επίσης ρόλο.
Η ίδια μελέτη διαπίστωσε ότι τα συνολικά επίπεδα των Τ κυττάρων ήταν 1,6 φορές χαμηλότερα στο μεγάλο κενό μεταξύ των δόσεων σε σύγκριση με το πρόγραμμα βραχείας δοσολογίας 3-4 εβδομάδων. Αλλά στη μεγαλύτερη χρονική απόσταση ένα υψηλότερο ποσοστό ήταν «βοηθητικά» Τ κύτταρα, τα οποία υποστηρίζουν τη μακροχρόνια ανοσολογική μνήμη.
Τα ευρήματα υποστηρίζουν την άποψη ότι ενώ απαιτείται μια δεύτερη δόση για πλήρη προστασία έναντι της παραλλαγής Δέλτα, η καθυστέρηση αυτής της δόσης μπορεί να προσφέρει πιο ανθεκτική ανοσία, ακόμη και αν αυτό στοιχίζει στην προστασία βραχυπρόθεσμα.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, η Βρετανία επέκτεινε το διάστημα μεταξύ των δόσεων του εμβολίου σε 12 εβδομάδες, αν και η Pfizer προειδοποίησε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτή την πρακτική.
Η Βρετανία προτείνει τώρα ένα κενό 8 εβδομάδων μεταξύ των δόσεων για να δοθεί σε περισσότερους ανθρώπους υψηλή προστασία έναντι της Δέλτα πιο γρήγορα, ενώ ταυτόχρονα μεγιστοποιείται η ανοσοαπόκριση μακροπρόθεσμα.
«Νομίζω ότι η 8η εβδομάδα είναι το καλύτερο χρονικό σημείο», δήλωσε η Σουζάνα Ντουνάκι, επικεφαλής ερευνήτρια της μελέτης.