Κάνει σήμερα (Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019) πρεμιέρα στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ και θα παρουσιαστεί σε αρκετές παραστάσεις μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου το κλασικό musical «Ωραία Μου Κυρία» («My Fair Lady») σε κείμενο και στίχους του Άλαν Τζέυ Λέρνερ και μουσική του Φρέντερικ Λόου οι οποίοι προσάρμοσαν το θεατρικό έργο του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο «Πυγμαλίων» και την ομότιτλη ταινία του Γκάμπριελ Πασκάλ. Στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ θα παρουσιαστεί η εκδοχή του για δύο πιάνα σε σκηνοθεσία Γιάννου Περλέγκα, μουσική διεύθυνση Στάθη Σούλη και με τον σκηνοθέτη στον πρωταγωνιστικό ρόλο του καθηγητή Χιγκινς και τις υψιφώνους Βάσια Ζαχαροπούλου και Χριστίνα Ασημακοπούλου εναλλάξ στον έτερο πρωταγωνιστικό ρόλο της Ελάιζα Ντούλιτλ. Μιλώντας για το έργο ο Γιάννος Περλέγκας εστιάζει στο σαφέστατα και βαθιά πολιτικό θέμα/περιεχόμενο του «Ωραία Μου Κυρία» το οποίο μιλάει με ρεαλισμό, συχνά ακόμα και με σκληρότητα, για την – έστω και έμμεση ή και καλυμμένη – διαρκή πάλη των οικονομικών τάξεων και αυτήν ακριβώς την διάσταση του επιχειρεί να αναδείξει η παράσταση την οποία σκηνοθέτησε.
Πιστεύω ότι καταρχήν κάτι σημαντικό είναι αν η παράσταση αυτή αποτελεί δική σας πρόταση προς την Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ ή είχε αποφασιστεί το ανέβασμα της και σας ανατέθηκε η σκηνοθεσία της.
Πρόκειται για ανάθεση, είναι η δεύτερη φορά που ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ Αλέξανδρος Ευκλείδης προσκάλεσε τη δημιουργική ομάδα μας για να «στήσει»ι μια παράσταση. Η προηγούμενη ήταν το έργο «Βάκχαι» του Ιάννη Ξενάκη, παράσταση που δυστυχώς παίχτηκε μόνο δύο φορές γιατί αυτό ήταν το συμφωνηθέν πλαίσιο και αποτελεί μια πολύ σημαντική στιγμή της πορείας της καλλιτεχνικής ομάδας μας. Οι αναθέσεις δεν με τρομάζουν, πολύ συχνά μάλιστα με ανακουφίζουν. Η προετοιμασία μας επί επτά μήνες μας επέτρεψε να συνδεθούμε με το υλικό του «Ωραία Μου Κυρία» και τώρα πια νιώθουμε πως είναι μια δουλειά που, παρότι μας ανατέθηκε, είναι σαν να προήλθε ως πρόταση από εμάς.
Υποθέτω ότι συμφωνείτε μαζί μου ότι πίσω από το πρόσχημα της αρκετά ασυνήθιστης βέβαια ερωτικής ιστορίας του «Ωραία Μου Κυρία» υπάρχουν πολλά περισσότερα. Τι είναι λοιπόν κυρίως κατά τη γνώμη σας, μια ανατομία και σχόλιο των σχέσεων των δύο φύλων, μια μελέτη της έλλειψης παιδείας των λούμπεν λαϊκών τάξεων και σε τι οφείλεται αυτή ή προεκτείνεται και στο αμιγώς κοινωνικό ή και πολιτικό επίπεδο;
Το «Ωραία Μου Κυρία» ως γνωστόν, έχει αρχική πηγή τον «Πυγμαλίων» του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, ένα έργο γραμμένο κατά ομολογία του ίδιου του Σο ως η δική του εκδοχή του «Το Κουκλόσπιτο» του Ίψεν. Ο συγγραφέας, στον επίλογο του «Πυγμαλίων», αποτρέπει τους αναγνώστες και τους θεατές του έργου από το να το θεωρήσουν ερωτικό ρομάντζο. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν γράφτηκε ο Σο δεν μπόρεσε να το ανεβάσει στο Λονδίνο και η πρεμιέρα έγινε στην Βιέννη. Το έργο ήταν σκέτη πρόκληση για την ηθική της βρετανικής μεσαίας τάξης της δεκαετίας του ’10. Δεν θεωρώ επίσης τυχαίο ότι δυστυχώς ο «Πυγμαλίωνας» αναδείχτηκε μέσα από την στόχευση προς την ερωτική ιστορία, αυτό πρότεινε και αυτό κατάλαβε στην εποχή του Σο το κοινό από το «Ωραία Μου Κυρία». Δεν μειώνω το συνθετικό ταλέντο του Λόου ή τη στιχουργική ευφυΐα του Λέρνερ, κάθε άλλο. Όμως δεν παραγνωρίζω και την ταλαντούχα παραχάραξη ενός ακόμα και σήμερα ενοχλητικού πολιτικού έργου έτσι όπως την πρότεινε το Μπρόντγουεϊ του 1956 και το Χόλιγουντ του 1964.
Πόσο επίκαιρο θεωρείτε το συγκεκριμένο έργο, καταρχήν από μουσικής/ερμηνευτικής πλευράς και στη συνέχεια φυσικά ως προς το περιεχόμενο του;
Στο περιεχόμενο του έργου πιστεύω ότι ήδη αναφέρθηκα, άλλωστε, ο πόλεμος των φύλων και των τάξεων δεν έχει τελειώσει, ό,τι και να λένε διάφοροι. Από μουσικής και ερμηνευτικής πλευράς το έργο παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον τόσο για τους λυρικούς τραγουδιστές που συμμετέχουν στην παράσταση όσο και για τους ηθοποιούς οι οποίοι καλούμαστε να τραγουδήσουμε. Το έργο είναι ιδιαίτερα απαιτητικό τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά, για τους μεν ηθοποιούς αποτελεί πρόκληση το να μην καταφύγουν στην ασφάλεια της πρόζας αλλά να αντιμετωπίσουν την οργάνωση και την αυστηρότητα της παρτιτούρας και αντίστοιχα για τους τραγουδιστές αποτελεί πρόκληση το να απελευθερωθούν από τη δική τους μουσική ασφάλεια και να αφεθούν να εννοήσουν τους στίχους με την κυριολεξία την οποία γνωρίζουν περισσότερο οι ηθοποιοί. Είναι μεγάλη πρόκληση και ταυτοχρόνως μεγάλη χαρά για όλους/ες μας.
Αντίστοιχα πόσο απαιτητικό θα λέγατε ότι είναι, σκηνοθετικά, μουσικά και ερμηνευτικά και σε τι συνίστανται οι μεγαλύτερες προκλήσεις του ως προς καθεμία από αυτές τις παραμέτρους;
Θέλαμε η ιστορία να αφορά πρώτα εμάς που κληθήκαμε να την αφηγηθούμε εκ νέου και στη συνέχεια τους ανθρώπους στους οποίους απευθυνόμαστε. Η σκηνοθεσία και η μουσική/τραγουδιστική/ερμηνευτική απόδοση δεν έχουν καταρχήν άλλους σκοπούς πέραν από το να υπηρετήσουν αυτά που αντιλαμβανόμαστε ως τα περίπλοκα νοήματα του έργου καθώς και τα αμφίθυμα συναισθήματα των ηρώων. Η απαίτηση κάθε φορά είναι η αλήθεια, μια αληθινή κατάθεση. Προσπαθούμε με όλες μας τις δυνάμεις όλον αυτόν τον καιρό προς την κατεύθυνση της αλήθειας που έχουμε καταλάβει όλοι μαζί.
Το να αναλάβετε ο ίδιος τον πρωταγωνιστικό ρόλο του καθηγητή Χίγκινς ήταν εξαρχής στο μυαλό σας ή προέκυψε κατά την διάρκεια της προετοιμασίας σας για την παραγωγή του έργου; Όπως και αν έχει τι σας ώθησε σε αυτό και ποιο θεωρείτε το πιο σαγηνευτικό αλλά και το πιο προκλητικό ως προς το να αποδοθεί στοιχείο του χαρακτήρα σας;
Επίσης και αυτό ήταν πρόταση του Αλέξανδρου Ευκλείδη. Δεν θα έλεγα ναι - και είμαι βέβαιος πως δεν θα μου το πρότεινε και εκείνος - αν οι τραγουδιστικές απαιτήσεις του ρόλου του Χίγκινς ήταν τέτοιες όπως της Ελάιζα ή του Φρέντι. Ο ρόλος του Χίγκινς στο «Ωραία Μου Κυρία» γράφτηκε εξαρχής για να τον ερμηνεύσει ο Ρεξ Χάρισον ο οποίος δεν τραγουδούσε, επομένως τα τραγούδια του γράφτηκαν περισσότερο για να μιλιούνται παρά για να ερμηνεύονται. Με αυτήν την ασφάλεια είπα ναι στον ρόλο, ξέροντας για άλλη μια φορά ότι θα κοπιάσω διπλά αλλά είμαι πια συνηθισμένος σε αυτό και το χαίρομαι ιδιαίτερα. Απολαμβάνω πολύ τον σκληρό και ταυτοχρόνως συναισθηματικά ανάπηρο αυτόν ήρωα. Αυτό ίσως είναι και το πυρηνικό στοιχείο του χαρακτήρα που με γαργαλάει περισσότερο, η σκληρότητα και ο μισογυνισμός του που στην πραγματικότητα κρύβουν μιαν απόλυτη εξάρτηση από τις γυναίκες.
Τι θα είχατε να πείτε για τα κριτήρια και τους λόγους με τους οποίους επιλέξατε τους/τις ερμηνευτές/ιες που υποδύονται τους υπόλοιπους ρόλους και ιδιαίτερα βέβαια τις δύο για τον πρωταγωνιστικό της Ελάιζα Ντούλιτλ;
Η συντριπτική πλειοψηφία του θιάσου που διαλέξαμε είναι λυρικοί ερμηνευτές οι οποίοι όμως ανταποκρίθηκαν στην προφορικότητα που ζητήσαμε στις πρόζες κατά την ακρόαση η οποία έγινε με ανοιχτωσιά, ευαισθησία και προσόντα ηθοποιών του θεάτρου πρόζας. Ομως και οι υπόλοιποι ηθοποιοί που στελεχώνουν την παράσταση, είτε παίζοντας μόνον είτε παίζοντας και τραγουδώντας, είναι σπουδαίοι, συνοδοιπόροι και συνεργάτες μου επί πολλά χρόνια. Είμαι πολύ τυχερός που ζω με αυτόν το θίασο αυτόν τον καιρό, θα μπορούσα να μιλήσω πολύ για καθένα/μία ’αλλον/άλλη ξεχωριστά. Τα κριτήρια λοιπόν σαφώς και ήταν οι τραγουδιστικές και υποκριτικές ικανότητες καθενός/μίας αλλά φυσικά έπαιξε ρόλο και η ευαισθησία και η ανοιχτωσιά που διαισθάνθηκα σε αυτούς/ές.
Ποια είναι αλήθεια η γνώμη σας για την κλασική κινηματογραφική μεταφορά του έργου με τον Ρεξ Χάρισον και την Οντρεϊ Χέμπορν και κατά πόσον σας επηρέασε ίσως ή έστω την λάβατε υπόψη σας ως προς το πώς το προσεγγίσατε;
Θα μιλήσω εξ ονόματος της βασικής δημιουργικής μας ομάδας, εκ μέρους δηλαδή της Λουκίας Χουλιάρα που υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια και της Δήμητρας Ευθυμιοπούλου που συνεργαζόμαστε στην σκηνοθεσία και υπογράφει και την κίνηση. Η ταινία του Τζορτζ Κιούκορ έχει πολλές αρετές και ταυτοχρόνως πάρα πολλά προβλήματα. Θεωρώ ότι παρά το ταλέντο του σκηνοθέτη, των πρωταγωνιστών, των απίθανων κοστουμιών του Σεσίλ Μπίτον, της όμορφης μουσικής κ.λπ. είναι μια διεκπεραιωτική ταινία σε σχέση με άλλα κινηματογραφικά μιούζικαλ της εποχής. Τη λάβαμε λοιπόν εξαιρετικά υπόψη μας προκειμένου να απομακρυνθούμε πλήρως από αυτήν! Θέλαμε να επεξεργαστούμε το υλικό του έργου όσο πιο ανεπηρέαστοι από την προηγούμενη μεταχείρισή του. Είμαστε περίεργοι για το τι συζητήσεις θα προκαλέσει η επιλογή μας να μεταφέρουμε τη δράση σε ένα music hall.
Θεωρείτε ότι υπάρχει ένας αμοραλισμός, πολιτικός ή άλλος, στον τρόπο που σκέφτονται και πράττουν οι χαρακτήρες και ιδιαίτερα ο δικός σας;
Ισχύει αυτό, άλλο τόσο όμως υπάρχουν και αγαθά αισθήματα τα οποία, για διάφορους λόγους, δεν βρίσκουν τόπο να εκφραστούν. Το πολύ ενδιαφέρον πάντως είναι ότι προσπαθούμε να ανιχνεύσουμε τέτοιες πτυχές σε όλους τους ήρωες. Δεν ξέρω βεβαίως αν θα μιλούσα για αμοραλισμό της Ελάιζα, πάντως αν το καλοσκεφτούμε η ιστορία της είναι εκείνη μιας οποιασδήποτε φτωχής κοπέλας που αποφασίζει για χίλιους λόγους να ενσωματωθεί σε ένα σύστημα το οποίο κυριολεκτικά την χρησιμοποιεί. Η άποψή μας είναι πως το «Ωραία Μου Κυρία» είναι η πικρή ιστορία μιας κοινωνικής ενσωμάτωσης, μιας επώδυνης οικειοθελούς κοινωνικής ανέλιξης.
Βλέπετε αναλογίες ανάμεσα σε αυτά που περιγράφει το έργο και την σημερινή εποχή, ειδικά όσον αφορά στον τρόπο και την θεώρηση της ζωής των λεγόμενων «κοσμικών»;
Με την κοσμικότητα της βρετανικής αστικής τάξης του 1912 ίσως δεν μπορούμε πλέον να ταυτιστούμε ή να βρούμε αναλογίες στη σημερινή εποχή. Πάντως, όπως προανέφερα, θεωρώ ότι η διάθεση ή η προσπάθεια ανέλιξης σε μιαν άλλη κοινωνική τάξη ή η οικειοθελής ένταξη ενός ακέραιου ανθρώπου σε ένα τοξικό, καπιταλιστικό περιβάλλον είναι πάντα ένα επίκαιρο θέμα.
Tέλος θα αποκαλούσατε την παράσταση σας «χριστουγεννιάτικη» ή έστω εορταστική; Ανεξάρτητα από αυτό, ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους θα προτείνατε στο σημερινό κοινό να την παρακολουθήσει;
Μου θυμίσατε μια ατάκα από το «All That Jazz» του Μπομπ Φόσι, στη σεκάνς όπου οι παραγωγοί του νέου μιούζικαλ το οποίο σκηνοθετεί ο ήρωας της ταινίας βλέπουν τις τελικές πρόβες του έργου και σιγομουρμουρίζουν μεταξύ τους απογοητευμένοι, «πάει το οικογενειακό κοινό, το χάσαμε»! Σίγουρα δεν είναι μια χριστουγεννιάτικη παράσταση, όχι. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν είναι διασκεδαστική, αναλόγως βεβαίως και με τι εννοούμε διασκέδαση σήμερα. Το κοινό έχει τη δυνατότητα να διασκεδάσει και να προβληματιστεί εκ νέου με μια σκληρή, ταξική και ταυτοχρόνως ερωτική ιστορία. Η ταξικότητα και ο έρως εξακολουθούν να υπάρχουν και δεν θα πάψουν ποτέ.
Και για αυτό ακριβώς κλασικά θεατρικά κείμενα όπως το «Ωραία Μου Κυρία» δεν θα σταματήσουν ποτέ να δέχονται νέες επεξεργασίες και πραγματεύσεις όπως η πολύ ενδιαφέρουσα, τουλάχιστον ως προς την προσέγγιση της, συγκεκριμένη.