Αν θέλαμε να συνοψίσουμε σε λίγες γραμμές τα κορυφαία θέματα που απασχόλησαν την κυβέρνηση αυτόν τον πρώτο χρόνο στην εξουσία, τότε η σειρά θα μπορούσε να είναι κάπως έτσι:
-Κορονοϊός: Έφερε τα πάνω κάτω.
-Οικονομία: Η πορεία της θα καθορίσει τις εξελίξεις
-Τουρκική προκλητικότητα: Μία προβληματική σχέση με άγνωστη κατάληξη
-Ελληνικό: Εμβληματική επένδυση
-Ανασχηματισμός: Στην αναμονή για «διορθωτικές αλλαγές»
Ας τα δούμε όμως ένα προς ένα, ξεκινώντας βέβαια από τον κορονοϊό:
Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης έμπαινε στο Μέγαρο Μαξίμου μετά τις εκλογές της 7 Ιουλίου, ήξερε ότι θα έπρεπε να δράσει γρήγορα -και κυρίως αποτελεσματικά- για να βελτιώσει το οικονομικό κλίμα. Μετά από μία δεκαετία κρίσης που άνοιξε πολλές πληγές στην ελληνική κοινωνία, οι αντοχές των πολιτών είχαν σχεδόν εξαντληθεί.
Ο νέος ένοικος του Μαξίμου ήξερε ότι το μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση του ήταν η στροφή της οικονομίας σε μία αναπτυξιακή πορεία. Μόνο που η εμφάνιση ενός θανατηφόρου ιού, θα άλλαζε τα δεδομένα όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για ολόκληρο τον πλανήτη.
Ο κορονοϊός μπήκε απότομα στις ζωές μας και τα ανέτρεψε όλα. Τα όποια κυβερνητικά σχέδια πήγαν περίπατο. Προτεραιότητα πλέον είχε η προστασία της δημόσιας υγείας. Απέναντι σε αυτή την πρόκληση η κυβέρνηση αντικειμενικά πήρε καλό βαθμό. Η διασπορά περιορίστηκε, τα θύματα ήταν αισθητά λιγότερα συγκριτικά με άλλες χώρες, το Εθνικό Σύστημα Υγείας δεν κατέρρευσε, κάτι που αποτελούσε και τον μεγάλο φόβο της κυβέρνησης. Για να επιτευχθεί βέβαια αυτό το αποτέλεσμα κρίθηκε αναγκαίο να μπει όλη η χώρα σε καραντίνα.
Σχεδόν κάθε οικονομική δραστηριότητα σταμάτησε. Και χωρίς να έχουμε ακόμα απαλλαγεί από τον εφιάλτη μίας νέας έξαρσης –για να μην την αποκλείουν οι επιστήμονες, κάτι παραπάνω θα ξέρουν- η χώρα παλεύει να αντιμετωπίσει τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας.
Οικονομία
Εκεί λοιπόν που η κυβέρνηση έκανε τα πλάνα της για να εφαρμόσει το οικονομικό πρόγραμμα που είχε εξαγγείλει, το αναγκαστικό lockdown έθεσε νέα δεδομένα, ενώ όλες οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μία πρωτοφανή ύφεση που έρχεται. Η μεγάλη διαφορά που υπάρχει σε σχέση με την προηγούμενη κρίση, είναι ότι αυτή τη φορά δεν είναι η Ελλάδα το «μαύρο πρόβατο», καθώς ο κορονοϊός έπληξε όλα τα κράτη –άλλα περισσότερο, άλλα λιγότερο- της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και αυτό προκαλεί ελπίδες για μία συνολική προσπάθεια αντιμετώπισης της ύφεσης, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Το σίγουρο είναι ότι θα διατεθούν πολλά δισ. ευρώ στη μάχη κατά του κορονοϊού. Τα καίρια ερωτήματα όμως είναι πως ακριβώς θα δοθεί αυτή η στήριξη, με ποιες προϋποθέσεις αλλά και πόσο γρήγορα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κάνει γνωστές στους εταίρους τις ελληνικές θέσεις, μένει όμως να δούμε αν τελικά θα εισακουστούν. Η Σύνοδος Κορυφής στις 17 και 18 Ιουλίου μπορεί να κρίνει πολλά.
Η ουσία είναι ότι η κυβέρνηση έχει μπροστά της μία νέα πρόκληση. Αν τα καταφέρει, την επιτυχία θα την πιστωθεί η ίδια. Αν όμως η ύφεση αποδειχθεί μεγαλύτερης διάρκειας από αυτή που προβλέπεται και πλήξει καίρια οικονομία και κοινωνία, τότε μπορεί να ξεχαστεί γρήγορα η επιτυχημένη αντιμετώπιση της πρώτης φάσης της πανδημίας. Και αυτό είναι κάτι που ο Κυριάκος Μητσοτάκης το γνωρίζει καλά…
Ελληνοτουρκικά
Πριν όμως από την εμφάνιση του κορονοϊού, η κυβέρνηση είχε κληθεί να αντιμετωπίσει μία άλλη απειλή. Την τουρκική προκλητικότητα. Με τον Ταγίπ Ερντογάν να ανεβάζει διαρκώς τους τόνους και να «εργαλειοποιεί» πρόσφυγες και μετανάστες, προκλήθηκαν εστίες μεγάλης έντασης σε Έβρο και νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Μετά από την κρίση των Ιμίων, πριν από 24 χρόνια, η φετινή χρονιά ήταν σίγουρα αυτή με τη μεγαλύτερη όξυνση στις σχέσεις των δύο χωρών.
Η ελληνική πλευρά επέλεξε όλο αυτό το διάστημα να καταγγέλλει την στάση της Άγκυρας σε εταίρους και διεθνή φόρα, τακτική που για την ώρα έχει αποτρέψει πιο ακραίες καταστάσεις. Κανείς όμως δεν ξέρει ποια μπορεί να είναι η εξέλιξη με τον απρόβλεπτο Ταγίπ Ερντογάν και όλα μοιάζουν να είναι σε «τεντωμένο σχοινί». Το ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και το προσφυγικό/μεταναστευτικό, θέμα επίσης εξαιρετικά ευαίσθητο και σύνθετο για την κυβέρνηση, ενώ θα κρίνει και το πως θα κινηθεί η Ελλάδα στη διεθνή γεωπολιτική «σκακιέρα».
Ελληνικό
Αντίθετα από τις προβλέψεις και τις δημόσιες δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών για άμεση έναρξη των εργασιών στο Ελληνικό αμέσως μετά την 7 Ιουλίου του 2019, χρειάστηκε τελικά να περάσουν 12 μήνες για να μπουν μπουλντόζες και να ξεκινήσουν επίσημα οι πρόδρομες εργασίες διαμόρφωσης του χώρου. Απόδειξη της πολυπλοκότητας της υπόθεσης και των χρονοβόρων διαδικασιών που απαιτούνταν.
Από την κυβέρνηση πάντως τονίζουν εμφατικά το πόσο σπουδαία είναι για τη χώρα η υλοποίηση της επένδυσης στο Ελληνικό. Όχι μόνο γιατί θα δημιουργηθούν αρχικά 10.000 νέες θέσεις εργασίας και συνολικά πάνω από 80.000 στην πλήρη ανάπτυξη ενός έργου που θα συνεισφέρει στο ΑΕΠ κατά 2,4%, όσο γιατί αυτή η επένδυση των 8 δισεκατομμυρίων ευρώ θα αποτελέσει πηγή αναπτυξιακής ώθησης για την ελληνική οικονομία και πόλο έλξης επισκεπτών και κεφαλαίων στη χώρα. Προσδοκούν δηλαδή στο Μέγαρο Μαξίμου ότι το ξεμπλοκάρισμα της εμβληματικής –όπως τη χαρακτηρίζουν- επένδυσης του Ελληνικού, θα στείλει ένα ξεκάθαρο σήμα για τη φιλοεπενδυτική πολιτική της κυβέρνησης. Το τι ακριβώς θα ισχύσει, μόνο ο χρόνος μπορεί να το δείξει.
Ανασχηματισμός
Σε αυτούς τους 12 μήνες διακυβέρνησης, είναι δεδομένο ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει παρατηρήσει κάποιες αστοχίες αλλά και καθυστερήσεις στην υλοποίηση του κυβερνητικού σχεδιασμού. Αν και πολλοί εκτιμούσαν ότι ο ανασχηματισμός θα είχε γίνει νωρίτερα, τελικά αποφασίσθηκε από τον Πρωθυπουργό η αλλαγή του κυβερνητικού σχήματος να γίνει σε πιο πολιτικά ουδέτερο χρόνο. Και σύμφωνα με τον Υπουργό Επικρατείας Γιώργο Γεραπετρίτη, βρισκόμαστε ήδη σε ένα τέτοιο σημείο.
Άρα από εδώ και πέρα πρέπει να αναμένονται οι «διορθωτικές αλλαγές» -φράση που χρησιμοποίησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντί για αυτή του ανασχηματισμού. Ίσως γιατί θα πρόκειται για στοχευμένες παρεμβάσεις μικρότερου βεληνεκούς. Για την ώρα πάντως στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν εστιάσει το ενδιαφέρον στην εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού έργου που είχε σχεδιαστεί εξαρχής.
Και ψηλά στην ατζέντα είναι η ψήφιση του νομοσχεδίου για τις δημόσιες συναθροίσεις, καθώς όπως λένε κυβερνητικές πηγές, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη η οποία δεν έχει κανένα πλαίσιο οργάνωσης του τρόπου με τον οποίο γίνονται διαδηλώσεις και συναθροίσεις στο δημόσιο χώρο. Αυτό που τονίζουν από την κυβέρνηση ως απάντηση στις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, είναι ότι σε μία δημοκρατία η ελευθερία κάθε πολίτη εκτείνεται έως το σημείο όπου επηρεάζεται η ελευθερία των υπολοίπων.
Την ίδια ώρα πάντως παραμένουν υψηλοί οι τόνοι της αντιπαράθεσης με τον ΣΥΡΙΖΑ, με τη ΝΔ να ζητά να πάρει θέση ο Αλέξης Τσίπρας για όσα έρχονται στη δημοσιότητα σχετικά με τις ημέρες της προηγούμενης κυβέρνησης.