Προγραμματισμένη εδώ και καιρό αναχώρηση για να διδάξω στο πανεπιστήμιο του Stanford δεν θα μού επιτρέψει να παραστώ αύριο, Παρασκευή, στην εξόδιο ακολουθία του φίλου μου Αριστείδη Γιαγιάννου και να πω δύο λόγια από τα χίλια που θα ήθελα και που αξίζουν στο έργο του. Για την προσφορά του στην σύγχρονη τέχνη μας αλλά και για την άδολη ευγένεια με την οποία περιέβαλε τον καθένα που συναναστρεφόταν. Για τις ανεξάντλητες ιδέες του πολλές από τις οποίες υλοποίησε αλλά και για τις άλλες που έμειναν απλώς όνειρα. Επειδή αυτό ήταν κυρίως ο Αριστείδης. Ένας αιώνιος ονειροπόλος και ένας άνθρωπος που λάτρευε την ομορφιά.
Τί να πρωτοθυμηθώ; Τον γνώρισα πριν 35 χρόνια στην ιστορική γκαλερί Ζυγός του Φραντζή Φραντζεσκάκη ενώ παράλληλα γράφαμε στο ομώνυμο, πρωτοποριακό περιοδικό του. Μυθικά πράγματα.
Ήδη είχε κυκλοφορήσει μαζί με τον αδελφό του Αποστόλη την ιστορική έκτοτε μελέτη για το θέατρο Σκιών και την αισθητική του, για την σχέση του με τον Θεόφιλο αλλά και την γενιά του ’30 ενώ στίχοι και ποιήματα του εμφανίζονταν από εδώ και από εκεί με μεγάλη απήχηση. Υπήρξε αλήθεια ένας μεταξωτός άνθρωπος.
Όταν αποφάσισε να ανοίξει το Titanium, την δεκαετία του ’80, προκάλεσε αληθινό σεισμό στα εικαστικά πράγματα της Αθήνας με τους απίστευτους χώρους που διέθετε ανανεώνοντας τους κανόνες του παιχνιδιού. Παρουσίασε τότε μουσειακές εκθέσεις όπως την μεγάλη αναδρομική του Γιώργου Δέρπαπα ενώ συνεργαστήκαμε αρμονικά στις παρουσιάσεις του Νίκου Καρούζου (Περί Ζωγράφων) και του Βλάση Κανιάρη (Αναφορά - Επαναφορά 1958-1988), του ελληνικού σουρεαλισμού ενώ συμμετείχαμε σε foires στην Νίκαια και την Νιμ.
Τέταρτος της παρέας, μετά τον Απόστολο και εμένα, ήταν σταθερά ο Θόδωρος Πανταλέων και αθέατος αλλά παρών ο κοινός δάσκαλος τους στη σχολή Δοξιάδη, Ηλίας Δεκουλάκος.
Έκτοτε ο Άρης, ο φανατικός Αρκάς, παρουσίασε μια πλειάδα νέων καλλιτεχνών τους οποίους πίστευε και υποστήριξε όπως ο Γιώργος Γκολφίνος, ο Γιάννης Φωκάς, ο Γιώργος Λαναράς, ο Γιάννης Μεσσήνης, ο Μιχάλης Μανουσάκης, ο Βαγγέλης Τζερμιάς, ο Χρήστος Αντωναρόπουλος, o Γιάννης Ζιώγας, ο Κωστής Γεωργίου, η Σίσσυ Εισαγγελέα, ο Ανδρέας Δεβετζής, ο Άγγελος Σπάρταλης, η Νεφέλη Κονταρίνη κι άλλοι πολλοί που τώρα ξεχνώ, ενώ ανέδειξε τους πιονιέρους Μάριο Πράσινο, Mayo, Σαπφώ Κυριάκη, τον Θόδωρο Πάντο, ή τους άγνωστους ως τότε Ηρακλή Παρχαρίδη, Γιάννη Μετζικώφ, Χρυσόστομο Μουσμουλίδη, Γιάννη Μπαχ - Σπυρόπουλο κλπ. Εκεί επίσης σύχναζαν εμπνευσμένοι σαλοί όπως ο ζωγράφος Νώντας ή ο ποιητής Μιχάλης Μπουρμπούλης.
Ο Γιαγιάννος παθαινόταν με την τέχνη και σε παρέσυρε με τον ενθουσιασμό του. Η γκαλερί του ήταν σχολείο και συγχρόνως μπαρ με βότκα, ουίσκι, τσίπουρο, μεζέδες (!) αλλά καλλιτεχνικό καφενείο, ”φιλοσοφείον” το έλεγε, που λειτουργούσε κάθε ημέρα της εβδομάδας από το πρωί ως τα μεσάνυχτα! Δεν συνέβη ποτέ αλλού κάτι τέτοιο ούτε θα ξανασυμβεί. Με τον Αριστείδη τελειώνει μια ολόκληρη εποχή που πέρασε ανεπιστρεπτί.
Επειδή ο Γιαγιάννος προκαλούσε μέσα από ατέρμονες, θεωρητικές συζητήσεις ή δράσεις αληθινά, καλλιτεχνικά γεγονότα. Έξω από μόδες, ψευτομοντερνισμούς ή δηθενιές. Ακόμη και τα λάθη του είχαν αυθεντικότητα επειδή ο ίδιος γεννήθηκε και παρέμεινε αριστοκράτης. Αριστοκράτης της τέχνης και δημιουργός ο ίδιος. Ακόμη καλύτερα, έκανε το επάγγελμα του γκαλερίστα δημιουργία. Αληθινός συνεχιστής του Ασαντούρ Μπαχαριάν και της Μαριλένας Λιακοπούλου ανθρώπους τους οποίους σεβόταν. Γιατί ο Γιαγιάννος, σοφός και απλός σαν παιδί, ήξερε πρωτίστως ένα πράγμα: Ν’ αγαπάει.
ΥΓ Στην σύντροφο του Νάνσυ, πάντα γλυκιά και διακριτική συνεργάτιδα του σε κάθε εκδοτική προσπάθεια, αλλά και στα άξια παιδιά του, την Δάφνη και τον Σταύρο, τα θερμά μου συλλυπητήρια. Και βέβαια στον Απόστολο. Τον δίδυμο φύλακα άγγελο του.