Η Αφροδίτη μπορεί από πολλές απόψεις να μοιάζει με τη Γη- έχει μάλιστα χαρακτηριστεί «αδελφή» της Γης, εξαιτίας του παρόμοιου μεγέθους, μάζας, εγγύτητας στον Ήλιο κ.α.- αλλά από άλλες τόσες διαφέρει, καθώς η επιφάνειά της είναι, χωρίς υπερβολή, μια αφιλόξενη «κόλαση», με τρομακτική πίεση και θερμοκρασία στην επιφάνεια και πυκνά νέφη διοξειδίου του άνθρακα και διοξειδίου του θείου.
Ωστόσο, κάποτε μπορεί να ήταν πολύ πιο παρόμοια με τη Γη- σε βαθμό που μπορεί να ήταν κατοικήσιμη: Όπως αναφέρεται σε σχετική ανάρτηση στην ιστοσελίδα της Europlanet Society, νέα μελέτη, που παρουσιάστηκε στο EPSC-DPS Joint Meeting 2019 από τον Μάικλ Γουέι του Ινστιτούτου Διαστημικών Επιστημών Γκόνταρντ, πριν από 2 με 3 δισεκατομμύρια χρόνια η Αφροδίτη ίσως να ήταν ένας πλανήτης με πιο «λογικές» για τα δεδομένα μας θερμοκρασίες, με παρουσία νερού σε υγρή μορφή- μέχρι που, 700 εκατομμύρια χρόνια πριν, άρχισε μια διαδικασία μεταμόρφωσης που άλλαξε το 80% του πλανήτη.
Πριν από 40 χρόνια, η αποστολή Pioneer Venus της NASA βρήκε ενδείξεις πως κάποτε η «αδελφή» της Γης ίσως να είχε έναν ρηχό ωκεανό. Για να εξετάσουν εάν η Αφροδίτη είχε ποτέ σταθερό κλίμα ικανό να υποστηρίξει την παρουσία νερού ο Γουέι και ο συνάδελφός του, Άντονι Ντελ Τζένιο, δημιούργησαν μια σειρά πέντε προσομοιώσεων που υπέθεταν διαφορετικά επίπεδα κάλυψης νερού.
Και στα πέντε σενάρια διαπιστώθηκε ότι η Αφροδίτη ήταν ικανή να διατηρεί σταθερές θερμοκρασίες μεταξύ ενός μεγίστου περίπου 50 βαθμών Κελσίου και ενός ελαχίστου περίπου 20 βαθμών για περίπου τρία δισεκατομμύρια χρόνια. Ένα τέτοιο κλίμα θα μπορούσε να είχε διατηρηθεί μέχρι και σήμερα εάν δεν είχε λάβει χώρα μια σειρά γεγονότων που προκάλεσαν απελευθέρωση διοξειδίου του άνθρακα που ήταν κλεισμένο στους βράχους του πλανήτη περίπου 700-750 εκατομμύρια χρόνια πριν.
«Η θεωρία μας είναι ότι η Αφροδίτη μπορεί να είχε σταθερό κλίμα για δισεκατομμύρια χρόνια. Είναι πιθανόν το, πλανητικής έκτασης, συμβάν ανάδυσης του διοξειδίου να ευθύνεται για τη μετατροπή από ένα κλίμα σαν της Γης στην κόλαση που βλέπουμε σήμερα» είπε ο Γουέι.
Τρία από τα πέντε σενάρια που εξέτασαν οι Γουέι και Ντελ Τζένιο προϋπέθεταν μια τοπογραφία της Αφροδίτης όπως την ξέρουμε σήμερα και έναν ωκεανό βάθους κατά μέσο όρο 310 μέτρων, ένα ρηχό στρώμα νερού κατά μέσο όρο περίπου 10 μέτρων και μια μικρή ποσότητα νερού στο έδαφος. Συγκριτικά, περιέλαβαν ένα σενάριο με την τοπογραφία της Γης και έναν ωκεανό 310 μέτρων, και εν τέλει έναν κόσμο πλήρως καλυμμένο από έναν ωκεανό βάθους 158 μέτρων.
Για να προσομοιώσουν τις περιβαλλοντικές συνθήκες πριν 4,2 δισ. χρόνια, πριν 715 εκατ. χρόνια και σήμερα, υιοθέτησαν ένα τρισδιάστατο μοντέλο που λάμβανε υπόψιν την αύξηση της ηλιακής ακτινοβολίας, καθώς ο Ήλιος γινόταν πιο θερμός, καθώς και τις αλλαγές στη σύνθεση της ατμόσφαιρας.
Αν και πολλοί επιστήμονες πιστεύουν ότι η Αφροδίτη είναι πέρα από τη θεωρούμενη κατοικήσιμη ζώνη του Ηλιακού Συστήματος και ότι είναι πολύ κοντά στον Ήλιο για να υποστηρίξει την παρουσία νερού σε υγρή μορφή, η νέα έρευνα υποδεικνύει πως ίσως αυτό να μην ισχύει. «Η Αφροδίτη αυτή τη στιγμή έχει σχεδόν τη διπλάσια ηλιακή ακτινοβολία που έχουμε στη Γη. Ωστόσο, σε όλα τα σενάρια που εξετάσαμε, βρήκαμε ότι η Αφροδίτη μπορούσε ακόμα να υποστηρίξει θερμοκρασίες κατάλληλες για νερό σε υγρή μορφή» είπε ο Γουέι.
Περίπου 4,2 δισ. χρόνια πριν, μετά τον σχηματισμό της, η Αφροδίτη θα είχε ολοκληρώσει μια περίοδο ταχείας ψύξης, με διοξείδιο του άνθρακα να κυριαρχεί στην ατμόσφαιρά της. Αν ο πλανήτης εξελίχθηκε με τρόπο παρόμοιο της Γης μέσα στα επόμενα τρία δισ. χρόνια, το διοξείδιο του άνθρακα θα αποτραβήχτηκε σε βράχους και θα «κλειδώθηκε» στην επιφάνεια. Κατά τη δεύτερη εποχή, 715 εκατ. χρόνια πριν, στην ατμόσφαιρα πιθανότατα θα κυριαρχούσε άζωτο με ίχνη διοξειδίου του άνθρακα και μεθανίου- σαν τη σημερινή Γη- και οι συνθήκες αυτές θα είχαν παραμείνει μέχρι σήμερα. Ωστόσο, ο λόγος της απελευθέρωσης του διοξειδίου του άνθρακα που οδήγησε στη μεταμόρφωση της Αφροδίτης αποτελεί μυστήριο- αν και εκτιμάται πως θα συνδέεται με την ηφαιστειακή της δραστηριότητα. Ένα ενδεχόμενο είναι η συσσώρευση μεγάλων ποσοτήτων μάγματος, απελευθερώνοντας διοξείδιο του άνθρακα από λιωμένους βράχους στην ατμόσφαιρα. Το μάγμα θα στερεοποιήθηκε πριν φτάσει στην επιφάνεια, δημιουργώντας ένα φράγμα που εμπόδιζε την απορρόφηση του αερίου ξανά, με αποτέλεσμα την πρόκληση ενός έντονου φαινομένου του θερμοκηπίου, που οδήγησε στις ακραίες θερμοκρασίες (μέσος όρος 462 βαθμοί Κελσίου) που παρατηρούνται σήμερα στην Αφροδίτη.