Ιούλιος 2018, Σάββατο βράδυ. Ένα 15χρονο αγόρι στην Αργυρούπολη οδηγείται στην αυτοκτονία διά πνιγμού υπό το ψυχολογικό βάρος του bullying που έχει υποστεί ηλεκτρονικά από συμμαθητές του. Άλλη μια ιστορία εκφοβισμού νέων ανθρώπων από άλλους νέους ανθρώπους που διαπαιδαγωγήθηκαν με τη νοοτροπόα του «τσάμπα μάγκα», του εκμεταλλευτή, του τύπου που μπορεί να δέρνει «για πλάκα», να τραμπουκίζει, να εξευτελίζει από κοντά ή εξ αποστάσεως. Και η πρώτιστη ευθύνη βαρύνει τους ανθρώπους που από κάποια ατυχή σύμπτωση καλούνται «γονείς» του.
Το εν λόγω περιστατικό δεν ήταν το πρώτο και ούτε δυστυχώς κανείς μας τρέφει αυταπάτες ότι θα είναι το τελευταίο. Μάλιστα, είναι ένα ακόμη μέσα στο πλαίσιο της νέας εποχής που ζούμε. Της εποχής των διαδικτυακών επικοινωνιών, των μέσων «κοινωνικής δικτύωσης» αλλά και κοινωνικού εκφοβισμού.
Τα αίτια που οδήγησαν το παιδί στην αυτοχειρία γίνονται εύκολα αντιληπτά και μένει να στοιχειοθετηθούν πιο συγκεκριμένα από την αστυνομική έρευνα. Εκείνο που πρέπει σε βαθμό εξαντλητικό να αναζητηθεί και να στηλιτευθεί είναι η ευθύνη των γονέων των φερόμενων ως θυτών της ιστορίας. Διότι η οικογένεια που παραδοσιακά αποτελεί τον πρώτο φορέα κοινωνικοποίησης ενός παιδιού δεν μπορεί παρά να έχει και την αρχική ευθύνη για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Ευθύνη που δύναται να καταστήσει ακόμα και τον μετέπειτα ρόλο του σχολείου ως δευτερεύοντα.
Η δημιουργία οικογένειας συνιστά ίσως την πιο σημαντική απόφαση που ένας άνθρωπος λαμβάνει στην ενήλικη ζωή του. Απόφαση σημαντικότερη από το ποιες σπουδές θα ακολουθήσει, ποια δουλειά θα κάνει, αν και ποιον θα παντρευτεί κ.λπ.. Απόφαση σημαντικότερη όλων για έναν και μόνο λόγο. Διότι από τη στιγμή της τεκνοποίησης και έπειτα η ευθύνη του διπλασιάζεται και πολλαπλασιάζεται καθώς είναι ο πρώτος και κύριος υπεύθυνος για τη διαμόρφωση του πυρήνα της προσωπικότητας ενός άλλου ανθρώπου.
Όταν, λοιπόν, η αδιαφορία, η ακαταλληλότητα για την ιδιότητα του γονιού και η απερισκεψία δίνουν χώρο στην αυθαίρετη συμπεριφορά του παιδιού, τα αποτελέσματα είναι όσα βγαίνουν κατά καιρούς στη δημοσιότητα. Ο εφηβικός διαρκής εκφοβισμός όμως συχνότατα – θα σπεύσω να πω, ίσως στην πλειονότητα των περιπτώσεων – δεν αποτελεί απότοκο μιας απλής αδιαφορίας και απερισκεψίας των γονιών του θύτη. Αποτελεί συνήθως μίμηση προτύπων. Αντιγραφή – πιστή κόπια – του γονιού από το παιδί, ιδίως εάν πρόκειται για αγόρι.
Η συμπεριφορά του μάγκα πατέρα που καθυβρίζει, παρανομεί διαρκώς οδηγώντας το αυτοκίνητό του, μολύνει το περιβάλλον, δεν διστάζει να τραμπουκίσει στο γήπεδο, στην καφετέρια, ακόμα και στο σπίτι ίσως, μεταδίδει άμεσα στο παιδί το μήνυμα ότι αυτό είναι το σωστό πρότυπο συμπεριφοράς. Ότι έτσι θα κυριαρχήσει και το ίδιο αργότερα στις σχέσεις του, στις συναναστροφές του με στενούς φίλους, σε όποιον χώρο και αν κινηθεί και πιθανόν έτσι θα αποκτήσει και τον θαυμασμό του άλλου φύλου.
Μιλάμε ξεκάθαρα πλέον για ανθρώπους ακατάλληλους για την ιδιότητα του γονέα. Που δεν έχουν κοπιάσει να μάθουν στα παιδιά τους να σέβονται τον άλλο, τον διαφορετικό, τον «χλεμπονιάρη» ή τον «χοντρό», τον «γυαλάκια», τον αυτιστικό, τον «κουνιστό», τον «μη κανονικό», σύμφωνα με τα δικά τους μέτρα και σταθμά.
Δεύτερος τη τάξει έρχεται ο ρόλος του σχολείου, δηλαδή της βασικής εκπαιδευτικής δομής της συντεταγμένης πολιτείας. Στο 2018 ο εκπαιδευτικός καλείται να είναι παιδαγωγός, ψυχολόγος, δεύτερος γονέας, σύμβουλος, ίσως και ένας μεγαλύτερης ηλικίας «φίλος».
Είναι προφανές ότι ελάχιστοι έως κανείς είναι σε θέση να παίξουν αυτό τον πολυδιάστατο ρόλο. Απαιτείται λοιπόν πλέον, χωρίς δισταγμούς, η εισαγωγή και μονιμοποίηση των ειδικών σε κάθε σχολική μονάδα. Ειδικών ψυχολόγων που δεν θα βρίσκονται εκεί ως απλοί δημόσιοι υπάλληλοι αλλά ως ειδικοί επιστήμονες που καθημερινά θα παρακολουθούν τη σχολική ζωή και θα παρεμβαίνουν αυτοδίκαια συζητώντας με μαθητές και γονείς πριν ακόμη γίνει φανερό το οτιδήποτε.
Η συζήτηση για το ποια άλλα μέτρα μπορούν να ληφθούν για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι μεγάλη και ίσως ο κατάλογος να μπορεί να εμπλουτιστεί με ενδιαφέρουσες ιδέες. Το πρόβλημα που κοινωνικά αναπτύσσεται είναι όμως και μιας άλλης υφής. Είναι το ζήτημα του «είμαστε καλά και αυτά τα περιστατικά είναι εξαιρέσεις», όπως πολλάκις αναμασάται από τα μέσα ενημέρωσης. Όχι, δεν είναι έτσι τα πράγματα.
Όποιος κλείνει τα μάτια ή κάνει ότι δεν αντιλαμβάνεται τις διαστάσεις που το bullying έχει λάβει ήδη στην Ελλάδα – κυρίως και εξαιτίας της εξάπλωσης των social media – εθελοτυφλεί ή εξυπηρετεί άλλες σκοπιμότητες. Το πρόβλημα είναι μεγάλο, οι προεκτάσεις του πολλές και πολυεπίπεδες, οι θύτες γνωστοί και τα μέσα διαρκώς αυξανόμενα.
Είναι καιρός κάποιοι («υπεύθυνοι» ή «ανεύθυνοι») να αγανακτήσουν για κάτι που αξίζει πραγματικά. Για τις ζωές και την ψυχική υγεία των παιδιών αυτής της χώρας. Μιας χώρας που είναι πολύ μικρή για να έχει τόσο πολλά πρόσωπα. Μιας χώρας που τελικά, είναι τόσο περιορισμένη, μα τόσο γεμάτη από καθάρματα...
Διαβάστε επίσης: Bullying: Η μεγάλη εικόνα μιας κρίσης