Υπό τον ήχο του παρατεταμένου θριαμβευτικού χτυπήματος της καμπάνας και μέσα σε ενθουσιώδη ατμόσφαιρα ενθρονίστηκε σήμερα (29/3), ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Ιωάννης. Το παρόν έδωσε τόσο ο Έλληνας υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας, όσο και η υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Σοφία Ζαχαράκη. «Θα προσπαθήσω με όλη μου τη δύναμη να υπηρετήσω το ποίμνιο που μου εμπιστεύτηκε ο Θεός», τόνισε ο νέος Αρχιεπίσκοπος.
Η τελετή της ενθρόνισης του νέου Προκαθημένου της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας έλαβε χώρα στον κατάμεστο Καθεδρικό Ναό της Αναστάσεως του Χριστού στα Τίρανα, με τη συμμετοχή αντιπροσωπειών από Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, αντιπροσωπειών κατά τόπους Ορθόδοξων Εκκλησιών, αξιωματούχων των κυβερνήσεων Αλβανίας, Ελλάδας και άλλων χωρών.
Την Εκκλησία της Ελλάδος και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο, εκπροσώπησε ο μητροπολίτης Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς Ιουστίνος, ενώ για την ελληνική κυβέρνηση παρόντες ήταν ο υπουργός Εθνικής ’Αμυνας, Νίκος Δένδιας και η υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Σοφία Ζαχαράκη. Ο νέος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Ιωάννης είναι ο δεύτερος Αρχιεπίσκοπος της Ορθόδοξης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της χώρας, μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος και ο πρώτος Αλβανός Αρχιεπίσκοπος από το 1967 και μετά.

Στην ενθρονιστήρια ομιλία του, ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης εξέφρασε τη βαθιά του ευγνωμοσύνη προς τον Θεό και προς όλους εκείνους που συνέβαλαν στην πορεία της Εκκλησίας της Αλβανίας. «Ευχαριστούμε και τιμούμε τους μάρτυρες της Ιλλυρίας, οι οποίοι διέδωσαν το φως της πίστεως στις περιοχές όπου ζούμε με το αίμα και τη ζωή τους τους οσίους και αγίους που διατήρησαν το φως της πίστεως διαμέσου των αιώνων τους νεομάρτυρες, οι οποίοι, σε μια δυσμενέστατη εποχή για την Εκκλησία και τη χώρα μας, έδωσαν τη ζωή τους για να διαφυλάξουν την πίστη, την εθνική ταυτότητα και τη γλώσσα τους».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στους προκατόχους του και ειδικότερα στον Θεοφάνη Νόλι και στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, για τον οποίο ανέφερε ότι «όχι μόνο κατάφερε να πραγματοποιήσει την ανοικοδόμηση των τοίχων της και της φυσικής υποδομής της, αλλά η κύρια προσπάθειά του ήταν να έχει μια Εκκλησία όπου ο Θεός να λατρεύεται «εν πνεύματι και αληθεία».

Σύμφωνα με τον Αρχιεπίσκοπο, υψίστης σημασίας είναι η διαφύλαξη της Ιεράς Παράδοσης, η ενίσχυση της ενότητας εντός της Εκκλησίας, η ισορροπία μεταξύ του «Ευαγγελίου της Βασιλείας» και του «Κοινωνικού Ευαγγελίου», η προστασία των αξιών του γάμου και της οικογένειας, η διατήρηση και η ενίσχυση της θρησκευτικής συνύπαρξης στην Αλβανία, η ενθάρρυνση των νέων να αγαπούν την πατρίδα τους και να μην την εγκαταλείπουν, και η καλλιέργεια των σχέσεων με όλες τις άλλες Εκκλησίες και θρησκευτικές κοινότητες.
Ποιος είναι ο νέος Αρχιεπίσκοπος
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης, κατά κόσμον Φατμίρ Πελούσι, γεννήθηκε το 1956 στην Κορυτσά, την Ορθόδοξη Εκκλησία της οποίας υπηρέτησε ως μητροπολίτης μετά την ενθρόνισή του, το 1998. Ο ίδιος, σε συνεντεύξεις του, έχει αποκαλύψει πως τα χρόνια των διωγμών της όποιας θρησκείας στην αθεϊστική Αλβανία είχε ενδιαφέρον για θρησκευτικά ζητήματα και μάλιστα το 1975 γνώρισε τον Χριστιανισμό από αντίγραφο στα γαλλικά της Καινής Διαθήκης, που του έδωσε κάποιος φίλος του, με το πρόσχημα να μάθει γαλλικά. Ακολούθησαν αναζητήσεις στην κεντρική Βιβλιοθήκη Τιράνων, όπου δανειζόταν κρυφά βιβλία όλων των θρησκειών. Το επόμενο βήμα υψηλού κινδύνου για τον ίδιο και την οικογένειά του, στην Αλβανία των σκληρών διωγμών, ήταν η συμμετοχή του σε μια μυστική ομάδα χριστιανών που έκανε συναντήσεις σε διάφορα σπίτια στην Κορυτσά. Το ίδιο μυστικά έγινε και η βάπτισή του, από τον πατέρα Κοσμά και έλαβε το όνομα Ιωάννης.

Μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αλβανία, είχε την ευκαιρία να σπουδάσει στην Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στη Βοστώνη, με υποτροφία που καθιέρωσε η αλβανική κοινότητα στην Αμερική στη μνήμη του επισκόπου Φαν Νόλι και αποφοίτησε το 1993. Τότε, στην Αλβανία, ο μακαριστός Αναστάσιος είχε ήδη ξεκινήσει το έργο της αναστήλωσης της Εκκλησίας. Ύστερα από πρόσκληση του ιεράρχη, ο Ιωάννης επέστρεψε στην Αλβανία για να βοηθήσει στο σημαντικό του έργο και το 1994 αρχικά χειροτονήθηκε διάκονος και το τέλος του ιδίου έτους ιερέας, από τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο. Με μεταπτυχιακό στις Θεολογικές Σπουδές, υπηρέτησε ως λέκτορας και κοσμήτορας της Θεολογικής Ακαδημίας της αλβανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Το 1996 διορίστηκε διευθυντής της Θεολογικής Σχολής Δυρραχίου και παράλληλα έγινε αρχιμανδρίτης. Στις 18 Ιουλίου 1998 εξελέγη μητροπολίτης Κορυτσάς και ενθρονίστηκε λίγες ημέρες αργότερα.
«Προσωπικά θα προσπαθήσω με όλη μου τη δύναμη να υπηρετήσω το ποίμνιο που μου εμπιστεύτηκε ο Θεός, έχοντας πάντα υπόψη τα λόγια του Κυρίου ότι ”ο Υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι”», κατέληξε.