Πώς θα σας φαινόταν αν μέλη και όργανα το σώματος σας όχι μόνον αποκοτούσαν δική τους συνείδηση, σκέψεις και συναισθήματα αλλά και...φωνή για να τα εκφράζουν;
Και, αν αυτό δεν ήταν αρκετό, να άρχιζαν στη συνέχεια να συζητούν ή και να διαπληκτίζονται με τα μέλη και όργανα ενός άλλου ανθρώπου;
Ακούγεται τουλάχιστον σουρεαλιστικό και προφανώς είναι...Και όμως, αυτό ακριβώς είναι το θέμα της ιδιοσυγκρασιακής στο έπακρο παράστασης μουσικού θεάτρου «Ήπαρ», μιας ακόμα παραγωγής της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ που το streaming της προστέθηκε πριν λίγες ημέρες στο περιεχόμενο της GNO TV της ΕΛΣ.
Ας πω εξαρχής ότι κύριος υπεύθυνος για αυτή την τόσο ιδιαίτερη παράσταση – αν και σαφώς πρόκειται για συλλογικό έργο – είναι ο Ευθύμης Φιλίππου, ο όχι απλά ιδιοσυγκρασιακός αλλά άκρως ανατρεπτικός, ακόμα και προκλητικός μα και βραβευμένος και πολύ επιτυχημένος σαραντατετράχρονος σεναριογράφος, συγγραφέας θεατρικών έργων και πεζογράφος στην πρώτη του συνεργασία με την ΕΛΣ.
Δική του ήταν η πολύ απλή κατά βάση κεντρική ιδέα/εύρημα του έργου η οποία ξεκινά από ένα γεγονός που θα μπορούσε να είναι και πραγματικό, ένα ατύχημα.
Ενα βράδυ (που τοποθετείται χρονικά στις 7 Ιουλίου 1994) το δίκυκλο μιας σαραντατετράχρονης γυναίκας χάνει την πορεία του και, καθώς εκείνη πέφτει στο οδόστρωμα, τραυματίζεται θανάσιμα όταν ένα αιχμηρό αντικείμενο διαπερνά το συκώτι της.
Μεταφέρεται σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο όπου δεν θα λείψει στιγμή από δίπλα της ο σύντροφος της, ένας εξηνταδυάχρονος άντρας ο οποίος μάλιστα τα βράδια ξαπλώνει δίπλα της στο κρεβάτι του νοσοκομείου και κοιμάται εκεί μαζί της
Οι δυο τους προφανώς δεν μπορούν να συνομιλήσουν όπως αποδεικνύεται όμως μπορούν και με το παραπάνω μέρη και όργανα των σωμάτων τους!
Πριν από όλα το συκώτι εκείνης που, ως υπαίτιο λόγω του τραυματισμού του για αυτή την τραγική κατάσταση, αναπόφευκτα βρίσκεται στο επίκεντρο αλλά και η καρδιά και ένα νερό της (το οποίο μάλιστα προέρχεται από μεταμόσχευση από μια νεαρή κοπέλα που πέθανε δολοφονημένη!) και η καρδιά, το κεφάλι αλλά και το...πόδι εκείνου.
Συνομιλούν άλλοτε ήρεμα και φιλικά, με κατανόηση ή ακόμα και αλληλεγγύη και άλλοτε με ένταση ή και θυμό καθώς σιγά – σιγά αποκαλύπτεται πως ανάμεσα τους (ακόμα και σε αυτά που ανήκουν στο ίδιο σώμα!) υπάρχουν αντιπαλότητες, αντιδικίες, ζηλοτυπίες ή ακόμα και απροκάλυπτες εχθρότητες.
Η συζήτηση τους που παρακολουθούμε – όπως υποτίθεται ότι καταγράφηκε από τα μηχανήματα υποστήριξης της γυναίκας – μέλλει να είναι και η τελευταία αφού η τραυματίας κατέληξε από ανακοπή μερικές ημέρες μετά το ατύχημα, στις 19 Ιουλίου και δίχως να συνέλθει ποτέ από το κώμα.
Συνοπτικά λοιπόν η υπόθεση του έργου θα μπορούσε να περιγραφεί ως «αν δεν γνωρίσεις τα όργανα του σώματος σου πώς θα γνωρίσεις τον εαυτό σου»;
Σε ένα πρώτο επίπεδο ίσως ναι αλλά στην πραγματικότητα είναι μια ευφυέστατη, κάποιες στιγμές ακόμα και συναρπαστική αλληγορία του εσωτερικού του ανθρωπίνου σώματος ως εκείνου του μυαλού που εύκολα καταδεικνύει αυτό που θέλει να πει, δηλαδή ότι ο χειρότερος εχθρός, όπως βέβαια και ο καλύτερος φίλος και ο πολυτιμότερος σύμμαχος, κάθε ανθρώπου είναι πάντα ο ίδιος ο εαυτός του/της.
Αυτό είναι το κεντρικό νόημα/«μήνυμα» του έργου μαζί όμως με μιαν αντιπαράθεση που δεν δηλώνεται μεν ρητά αλλά υπάρχει συνεχώς στο υπόβαθρο, αυτήν του τόσο ευάλωτου και εφήμερου της ζωής σε σχέση με την αιωνιότητα του θανάτου.
Της τόσο σύντομης ζωής μας που επιμένουμε να την αναλώνουμε σε ασημαντότητες όπως περιττές και ανούσιες λογομαχίες...
Το σκηνοθετικό και υποκριτικό δίδυμο του Χρήστου Πασσαλή και της Αγγελικής Παπούλια, συνεργατών από το 2004 όταν συνίδρυσαν την θεατρική ομάδα blitz, πήρε αυτό το τόσο πρωτότυπο αρχικό υλικό που τους έδωσε ο Ευθύμης Φιλίππου και το μετέτρεψε σε μια ανεπιφύλακτα πρωτοποριακή παράσταση.
Το «Ηπαρ» ακροβατεί διαρκώς ανάμεσα σε ένα ιδιότυπο ψυχολογικό θρίλερ, ένα απολύτως σύγχρονο έργο μουσικού θεάτρου, το σωματικό θέατρο και την γκροτέσκα κωμωδία χωρίς ποτέ να ζάνει την ισορροπία του, με στιγμές υψηλής δραματικής έντασης ή και τραγικότητας που τις διαδέχονται ακαριαία άλλες σαρωτικού μα και λυτρωτικού χιούμορ και απολαυστικού αυτοσαρκασμού.
Καθοριστική η συμβολή στο τελικό αποτέλεσμα του μουσικού σκέλους που ανέλαβε το βελγικό σύνολο σύγχρονης μουσικής Ictus.
Χρησιμοποιώντας ακουστικά όργανα όπως πνευστά, ηλεκτρική κιθάρα, αυτοσχέδια όπως διάφορα ελάσματα αλλά και ποτήρια διαφορετικού μεγέθους γεμάτα με νερό, ακόμα και αναλογικά και ψηφιακά δημοσιογραφικά μαγνητόφωνα για να αλλοιώνουν την χροιά και την τονικότητα των φωνών οι Βέλγοι μουσικοί (σε σύμπραξη με τον Χρήστο Πασσαλή και την Αγγελική Παπούλια που συνυπογράφουν και την δραματουργία) δημιούργησαν μιαν επένδυση εντελώς ατονική, κάποιες φορές ακόμα και στα όρια του καθαρού θορύβου η οποία όχι μόνον αναδεικνύει αλλά και προσθέτει κατά πολύ στον ιλιγγιώδη, κάποτε ακόμα και αγχωτικό, εσωτερικό ρυθμό του έργου.
Οι Ανχέλικα Καστεγιό, Τομ Πάουελς, Αγγελική Παπούλια, Χρήστος Πασσαλής και δύο από τα μέλη των Ictus, οι Ντίντερικ Πέετερς και Μίχαελ Σμιντ, ενσαρκώνουν κυριολεκτικά παρά υποδύονται τα όργανα του ζεύγους, όχι μόνο με τις φωνές τους αλλά με ολόκληρα τα σώματα τους, ακόμα και την στάση τους.
Κυρίως τα κουστούμια της Βασιλείας Ροζάνα αλλά και τα σκηνικά της Κλειούς Μπομπότη και οι φωτισμοί της Ελίζας Αλεξανδροπούλου προσδίδουν πολλά στην σχεδόν πένθιμη και ταυτόχρονα παράδοξα ξεκαρδιστική σε ορισμένα σημεία ατμόσφαιρα της παράστασης.
Κανονικά δεν θα είχα να πω τίποτα περισσότερο αλλά η σκηνοθεσία του streaming ανατέθηκε στον The Boy (Αλέξανδρος Βούλγαρης) ο οποίος, εκτός από κινηματογραφιστής, είναι και δημιουργός μουσικής και μάλιστα αρκούντως ιδιότυπος, όπως ακριβώς είναι και οι ταινίες του.
Ηταν μια πολύ καλή ιδέα καθώς, λόγω της δεύτερης ιδιότητας του, ο The Boy αντιλήφθηκε πλήρως όχι μόνο το περιεχόμενο αλλά και το πνεύμα της παράστασης.
Αντί λοιπόν να περιοριστεί στην τυπική σκηνοθεσία ενός streaming από τις θέσεις του κοινού ανέβασε τις κάμερες του στη σκηνή καταγράφοντας και αποτυπώνοντας από πολύ κοντά τις εκφράσεις και τις γκριμάτσες των προσώπων, ακόμα και τις μικρότερες κινήσεις των χεριών των ηθοποιών και των μουσικών και δημιουργώντας έτσι επί της ουσίας μια ταινία – ή ένα «ντοκιμαντέρ», αν το προτιμάτε έτσι – με αντικείμενο την παράσταση.
Το «Ήπαρ» λοιπόν καταλήγει να είναι μια πολύ ανανεωτική κινηματογράφηση μια εξαιρετικά καινοτόμας παράστασης, με μια κουβέντα μια πολύ ενδιαφέρουσα και γόνιμη οπτικοακουστική εμπειρία που πραγματικά δεν πρέπει να χάσουν οι φίλοι και οι φίλες της σύγχρονης ουσιώδους πρωτοπορίας των παραστατικών τεχνών.