Δύο ταινίες με περισσότερα κοινά από όσα φαντάζεται κανείς
.
.
Αριστερά στιγμιότυπο από τα γυρίσματα της ταινίας Υπάρχω Photo Credit marilena anastasiadou - Αριστερά Η Αντζελίνα Τζολί στην ταινία «Maria»Pablo Larraín/Netflix

Δεν ακούω ούτε Καζαντζίδη, ούτε Μαρία Κάλλας. Παρόλα αυτά είδα στον κινηματογράφο τις ταινίες «Υπάρχω» και «Μαρία», γιατί μου αρέσει να μαθαίνω για τις ζωές των καλλιτεχνών. Οι δύο αυτές ταινίες έχουν πολλά περισσότερα κοινά από όσα μπορεί κανείς να φανταστεί.

Σίγουρα φαινομενικά η Μαρία Κάλλας με τις άριες και τις τουαλέτες της στη Σκάλα του Μιλάνου ή με τα κομψά γυαλιά ηλίου στη θαλαμηγό του Ωνάση δεν έχει καμία σχέση με τον Στέλιο Καζαντζίδη που τραγουδούσε σε ταβέρνες ή αργότερα σε νυχτερινά μαγαζιά όπου οι μεθυσμένοι έσπαζαν πιάτα ή με το φτωχικό σπίτι στο οποίο τελικά αποσύρθηκε. Οι δύο ταινίες όμως μιλούν ουσιαστικά για το ίδιο πράγμα. Για δυο ανθρώπους που γνώρισαν απίστευτη επιτυχία λόγω της χαρισματικής τους φωνής και για τη σκοτεινή πλευρά αυτής της επιτυχίας.

Οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών των δύο ταινιών είναι πολύ καλές και οι ταινίες είναι προσεγμένες με ωραία ροή και έχοντας κάποια ιστορία να πουν. Ίσως αξίζουν σήμερα, σε μια εποχή με αμέτρητες ταινίες ψεύτικες, πρόχειρες, επιφανειακές, με ήρωες χωρίς ψυχισμό, χωρίς αληθινά διδάγματα. Είναι ελπιδοφόρο για όσους κάποτε πήγαιναν πολύ στον κινηματογράφο να βλέπουν πάλι ξανά τόσο γεμάτες αίθουσες.

Για να καταλάβει κάποιος την επιτυχία του Καζαντζίδη ένας δίσκος του πούλησε κάποτε 100.000 αντίτυπα τη στιγμή που στην Ελλάδα υπήρχαν 40.000 πικάπ. Οι άνθρωποι αγόραζαν πρώτα τον δίσκο και μετά το πικάπ. Και όσον αφορά στη Μαρία Κάλλας, δεν υπάρχει σχεδόν κανείς που να μην γνωρίζει το όνομά της αν και η όπερα δεν είναι δημοφιλές είδος στο ευρύ κοινό. Η ασύλληπτη επιτυχία τους, τα χρήματα που έβγαλαν, η φήμη τους και η αγάπη που δέχτηκαν από το κοινό, σύμφωνα με τις ταινίες, όμως, δεν είχαν μόνο τη λαμπερή τους όψη.

Η ζωή εκτός τραγουδιού ήταν μοναχική, δεν είχαν χρόνο για φίλους και οι έρωτες τους ήταν δύσκολοι. Πολλές φορές ένιωθαν εγκλωβισμένοι στις απαιτήσεις του κόσμου, που τους ήθελε πάντα να αποδίδουν, πάντα να εκτελούν για να τον συγκινήσουν, με υπέρμετρη και υστερική λατρεία, μα χωρίς αληθινό σεβασμό, με παραβίαση της ιδιωτικότητας τους και αδιακρισία και χωρίς να γίνονται κατανοητές οι σωματικές ανάγκες τους για ξεκούραση ή και ανάρρωση.

Ένα άλλο κοινό που έχουν οι δύο ταινίες είναι οι αναφορές τους σε πολύ δύσκολα χρόνια για την Ελλάδα, στην περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου. Τα τραύματα από εκείνα τα χρόνια παρουσιάζονται ως κάτι που συνοδεύουν τους ήρωες, ίσως και τους καθορίζουν.

Η Μαρία Κάλλας στην ταινία «Μαρία» δεν μπορεί να αποδεχτεί το τέλος της καριέρας της. Ζει ανάμεσα στην πραγματικότητα, τις αναμνήσεις και το όνειρό της για επάνοδο και συνεχίζει τις πρόβες έχοντας ως στήριγμά το υπηρετικό της προσωπικό.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης στο «Υπάρχω» δεν αντέχει τον κόσμο της νύχτας, την υποκρισία και τη βία της και την επίδραση που έχει πάνω του και παίρνει την απόφαση να αποσυρθεί τη στιγμή που είναι στο απόγειο της επιτυχίας του. Διαλύει έτσι τον γάμο του και επιλέγει μια ήρεμη ζωή στη φύση και την ταπεινότητα με μια απλή γυναίκα, που δηλώνει πως αγαπά όχι τον Καζαντζίδη, αλλά τον Στέλιο. Αυτή είναι και η βασική διαφορά των δύο ηρώων. Ένα όμως ακόμη κοινό τους είναι ότι οι σχέσεις αυτές που περιγράφονται στις ταινίες, είναι ό,τι πιο πολύτιμο και ό,τι τους κρατά.

Προσωπικά, είμαι με τον Καζαντζίδη. Είναι αξιοθαύμαστο να πηγαίνει κανείς κόντρα στο ρεύμα, ακόμη και κόντρα στον δρόμο που χάραξε ο ίδιος όταν νιώθει πως απλά δεν είναι για εκείνον, ότι δεν εκφράζει την ηθική του. Είναι αυτό που θα λέγαμε σήμερα με όρους Ψυχολογίας, «έβαλε τα όριά του».

Σίγουρα δεν ξέρουμε αν οι ταινίες αυτές απεικονίζουν με ακρίβεια αυτό που υπήρξαν αυτοί οι δύο τραγουδιστές ως άνθρωποι. Παρ’ όλα αυτά αντιπαραθέτουν πολύ όμορφα την ποθητή και αξιοζήλευτη επιτυχία των κορυφαίων με τις ανάγκες τους και με τα ανθρώπινα όριά τους. Και τελικά ίσως μας λένε πως όλοι είμαστε άνθρωποι…

Δημοφιλή