Βλέποντας τα παιδιά μας να μην μπορούν να αντισταθούν στις καραμέλες, τις σοκολάτες, καθώς και άλλες λιχουδιές, ανησυχούμε για τα υψηλά επίπεδα ζαχάρου στο αίμα τους. Κάποτε μάλιστα, υπήρχε ο μύθος ότι τα πολλά γλυκά επιδρούν στη συμπεριφορά των παιδιών, με αποτέλεσμα να προκαλούν αναταραχές.
Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία επιστημονική απόδειξη ότι η κατανάλωση ζάχαρης, ακόμη και σε μεγάλες ποσότητες, επηρεάζει πραγματικά τη συμπεριφορά των παιδιών μας.
«Αυτός ο μύθος είναι εντελώς παράλογος», επισημαίνει η δρ Τζάνις Ζι Τσενγκ, παιδίατρος στην Ιντιάνα.
Έγκριτη μελέτη, που δημοσιεύθηκε το 1994, παρακολούθησε 25 παιδιά ηλικίας 3-5 ετών και 23 παιδιά ηλικίας 6-10 ετών, οι γονείς των οποίων δήλωσαν ότι τα παιδιά τους «έχουν αδυναμία στη ζάχαρη».
Σε μια ομάδα παιδιών δόθηκε μια δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη, σε μια άλλη ομάδα δόθηκε δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη που περιελάμβανε ασπαρτάμη, ένα υποκατάστατο της ζάχαρης που σχετίζεται επίσης με την υπερκινητικότητα, ενώ σε μια τρίτη ομάδα χορηγήθηκε δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη και υψηλής περιεκτικότηας σε σακχαρίνη, ένα άλλο υποκατάστατο ζάχαρης. Ούτε οι οικογένειες ούτε οι ερευνητές γνώριζαν ποια δίαιτα λάμβανε κάθε παιδί.
Η συμπεριφορά και η γνωστική απόδοση των παιδιών αξιολογούνταν εβδομαδιαία. Οι ερευνητές δεν εντόπισαν ουσιαστικές διαφορές στη συμπεριφορά ή τις γνωστικές επιδόσεις μεταξύ των παιδιών που είχαν αδυναμία στη ζάχαρη και των άλλων, στα οποία δόθηκαν διαφορετικές δίαιτες.
Σύμφωνα με τη Ζε Τσενγκ μάλιστα, περίπου δεκαπέντε μελέτες έχουν καταρρίψει το μύθο που θέλει το υψηλό σάκχαρο να επιδρά στην συμπεριφορά των παιδιών μας προκαλώντας υπερκινητικότητα. Ωστόσο, ακόμα και σήμερα ορισμένοι ανάμεσά μας, «τρέμουμε» βλέποντας το παιδί μας να τρώει μερικά παραπανίσια γλυκά, φοβούμενοι ότι δεν θα κοιμηθεί όλη νύχτα.
Πώς αντιδρά το σώμα μας όταν τρώμε ζάχαρη
«Το σάκχαρο στο αίμα μας θα ανέβει και στη συνέχεια το πάγκρεας θα απελευθερώσει ινσουλίνη», μας λέει η Ζε Τσένγκ.
«Η ινσουλίνη θα ξεκινήσει να επεξεργάζεται το σάκχαρο, ώστε το επίπεδο σακχάρου στο αίμα να μην παραμείνει υψηλό για πολλή ώρα», εξηγεί η Δρ Τζιλ Ράιτ, παιδίατρος στο UNC Health.
Η εν λόγω διαδικασία ανατρέπεται μόνο εφόσον έχουμε διαβήτη τύπου 1 και το πάγκρεας μας δεν παράγει ινσουλίνη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να μας χορηγηθεί ινσουλίνη μέσω ένεσης. Ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση αντί να μας κάνει να αισθανθούμε γεμάτοι ενέργεια, αυτό το κλινικά υψηλό σάκχαρο στο αίμα θα μας προκαλέσει αδιαθεσία.
Τί συμβαίνει όμως με τους μαραθωνοδρόμους και τους ποδηλάτες που καταναλώνουν μικρά πακέτα «ενεργειακού τζελ» υψηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη ενώ ασκούνται;
Σε αυτό το ερώτημα η Ράιτ απαντά «σίγουρα απελευθερώνεται ενέργεια στον οργανισμό, καθώς μιλάμε για μια πηγή υδατανθράκων, ωστόσο αυτή η ενέργεια δεν πρόκειται να κρατήσει πολύ».
Η Ζι Τσενγκ, διευκρινίζει πως η υπερβολική δραστηριότητα που προκύπτει όταν ένα παιδί τρώει μια σοκολάτα, πυροδοτείται κυρίως από τον ενθουσιασμό του για το γεγονός ότι κρατά στο χέρι του την αγαπημένη του λιχουδιά.
Μάλιστα, κυκλοφορεί και αντίληψη ότι η ζάχαρη μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα των παιδιών με ΔΕΠΥ (διάσπαση προσοχής), χωρίς αυτή η πεποίθηση να τεκμηριώνεται από κάποια έρευνα. Συνεπώς, τα παιδιά με ΔΕΠΥ δεν χρειάζεται να περιορίσουν την πρόσληψη ζάχαρης περισσότερο σε σύγκριση με τα υπόλοιπα παιδιά.
Η Ράιτ δεν παραλείπει να αναφέρει ότι «αν ως γονείς, διαπιστώσουμε ότι ο οργανισμός του παιδιού μας αντιδρά με έναν συγκεκριμένο τρόπο σε κάτι που τρώει ή πίνει, αξιοποιούμε αυτές τις πληροφορίες για να εξετάσουμε τί θα επιτρέψουμε στο παιδί μας και τί όχι».
Ωστόσο όλα αυτά, πρέπει να αναφέρονται ως μεμονωμένα περιστατικά, χωρίς να μπορούν να θεωρηθούν γενικοί κανόνες που αφορούν το σύνολο των παιδιών.
Και οι δύο παιδίατροι πάντως, υποστηρίζουν την κατανάλωση ζάχαρης με μέτρο, χωρίς αυστηρούς περιορισμούς που θα κάνουν τα παιδιά μας να περιμένουν για ένα γλυκό ολόκληρη τη χρονιά.