Υπνοβασία: το εθνικό μας σπορ

Τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα λύνονται μόνο με ορίζοντα πέραν της τετραετίας και με διακομματική συνεργασία.
NurPhoto via Getty Images

Προσυπογράφω κάθε λέξη της κ. Λένας Διβάνη (Καθημερινή, 7-4-2024). Όχι, μια μεγάλη μερίδα αστυνομικών δεν νοιάζονται για την ασφάλεια των γυναικών.

Ο δικαιολογημένος θυμός του άρθρου της περιλαμβάνει στο υποκείμενο του ρήματος («δεν ενδιαφέρονται για μας») και την Ελληνική κοινωνία. Άραγε, έχει δίκιο; Θα καταθέσω την δική μου εμπειρία και γνώμη.

Έχοντας έλθει σε επαφή με χιλιάδες έφηβους, υποψήφιους των πανελλαδικών εξετάσεων, διέκρινα δύο είδη ενδιαφερομένων για τις αστυνομικές σχολές. Η μία ομάδα αποτελείται από σεμνά παιδιά, μάλλον συγκρατημένα, καλούς μαθητές, με αξίες, οι οποίοι πιστεύουν στο δίκαιο και στην εφαρμογή του. Η άλλη ομάδα απαρτίζεται από υποψήφιους με μαθησιακές δυσκολίες ή και διάσπαση προσοχής και υπερκινητικότητα (προδιαθεσικός παράγοντας παραβατικότητας, δυστυχώς), που δεν διαβάζουν εξωσχολικά, ζωηρούς και αντιδραστικούς. Πιστεύουν και αυτοί σε αξίες αλλά πιο επιφανειακά. Από την συνέντευξη αντιλαμβάνεσαι εύκολα ότι βλέπουν την αστυνομία (ενίοτε και τον στρατό) ως μηχανισμό που θα βάλει τάξη στην εσωτερική τους αταξία. Η ψυχική εσωτερίκευση του νόμου δεν έχει ολοκληρωθεί με επιτυχία, οπότε η ελπίδα τους βρίσκεται στην εξωτερική συμμόρφωση και αυτών των ιδίων.

Και η εμπειρία μου ως πολίτη με την αστυνομία επιβεβαιώνει την παραπάνω διαχωριστική γραμμή. Κρίνοντας από την ακροδεξιά τοποθέτηση των περισσοτέρων, ούτε αργότερα εκπληρώνεται η ενδοψυχική τακτοποίηση του νόμου! Στον βαθμό που είναι έγκυρη αυτή η παρατήρηση, επίσης, νομίζω ότι εξηγεί τα υψηλά ποσοστά παρανομίας και καταδίκης στο σώμα των αστυνομικών στην χώρα μας. Αλλά κυρίως εξηγεί την αδιαφορία τους για την ασφάλεια των γυναικών: πρόκειται για έναν πληθυσμό με ανδροκεντρική νοοτροπία, για τους οποίους οι γυναίκες υπερβάλλουν, είναι υστερικές, συμπεριφέρονται σαν κακομαθημένα, οπότε χρειάζονται έναν άντρα ικανό να τίς συνεφέρνει. Και οι όποιες γυναίκες αστυφύλακες και υπαξιωματικοί συμμερίζονται αυτή τη νοοτροπία, τό παθαίνουν επειδή πρέπει να αλλοτριωθούν αν θέλουν να επιβιώσουν και να εξελιχθούν στο σώμα.

Τι ακριβώς αξιολογούν τα ψυχομετρικά τεστ και οι συνεντεύξεις των υποψηφίων; Πολύ θα ήθελα να διαβάσω επιστημονικές μελέτες που να περιγράφουν τι μετρούν οι γραπτές δοκιμασίες, ποιες προσωπικότητες αποκλείονται (όντως στην πράξη, όχι στη θεωρία), και ποιες είναι οι ερωτήσεις κατά τις συνεντεύξεις. Ό,τι και αν γίνεται εκεί, πάντως, το σύστημα δεν φαίνεται να δουλεύει καλά. Το σουρωτήρι έχει μεγάλες τρύπες. Και μόνο τα απαράδεκτα (συντεχνιακά, έως και υβριστικά) διαδικτυακά σχόλια αστυνομικών μετά την ανακοίνωση ότι θα γίνει ΕΔΕ, τα οποία δημοσιεύθηκαν, αρκούν για να επιβεβαιώσουν ότι αυτοί ανήκουν στην ομάδα εκείνη που δεν έπρεπε ποτέ να έχει προσληφθεί. Πολύ απλά, δεν κάνει για αστυνομικός κάποιος ο οποίος δεν βλέπει όλους τους πολίτες ως ισότιμους.

Και κατά τη φοίτησή τους, άραγε, διδάσκονται καθόλου στοιχεία της σημερινής κοινωνίας ή διαπροσωπικές σχέσεις; Πώς θα γεφυρώσουν τα πολιτισμικά χάσματα; Πόσο διαφορετικός αποφοιτά κάποιος σε σύγκριση με τη στιγμή εισαγωγής του, όχι τόσο από τεχνική και επιχειρησιακή άποψη (κάτι απαραίτητο, φυσικά) αλλά ως ψυχική συγκρότηση; Πώς βοηθάμε ένα νεαρό αγόρι του συντηρητικού κοινωνικού φάσματος, με χαμηλή παιδεία, να αντιμετωπίσει μετά από λίγα χρόνια, είτε στο αστυνομικό τμήμα είτε σε μια διαδήλωση, γυναίκες δυναμικές και διεκδικητικές ή μεταμοντέρνους μορφωμένους συνομηλίκους του; Εκείνους ακριβώς, δηλαδή, τους οποίους ως μαθητής φοβόταν ή φθονούσε; (Είχα την ευκαιρία να διατυπώσω εδώ πάλι τις σκέψεις μου για την αστυνομία που χρειαζόμαστε).

*

Ενδέχεται όσα γράφω στην τελευταία παράγραφο να μην έχουν καν απασχολήσει τους πολιτικά υπεύθυνους. Τα υπουργεία μάς έχουν αποδείξει ότι τα καταφέρνουν πολύ καλά να χάνονται μέσα στην πρακτική διεκπεραίωση των εκκρεμοτήτων παρά να έχουν καλές επιδόσεις στον σχεδιασμό και την υλοποίηση στόχων. Το Προστασίας του Πολίτη, για παράδειγμα, έχει να συμμορφωθεί με δικαστικές αποφάσεις για επανεξέταση κάποιων που προσέφυγαν στην δικαιοσύνη, να ορίσει ημερομηνίες και πρόσωπα για τα αθλήματα, να κανονίσει τους ωρομίσθιους ή συμβασιούχους καθηγητές των αστυνομικών σχολών για τη νέα χρονιά, να καλύψει με ακροβασίες την δύναμη των αστυνομικών τμημάτων αφού όπως μάθαμε πρόσφατα πολλοί ζητούν αναρρωτικές άδειες εικονικά ή ως εκδήλωση διαμαρτυρίας κτλ.

Η διεκπεραίωση (ανεπαρκής και αυτή) τρώει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό – έτσι πορεύεται η Ελλάδα. Ό,τι αντίστοιχα συμβαίνει πχ και με το υπουργείο Παιδείας: να στελεχωθούν έγκαιρα οι διευθύνσεις πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας ώστε κατόπιν να καλύψουμε τα κενά των σχολείων, να δούμε αν οι πιστώσεις επαρκούν για να στείλουμε ενισχυτική διδασκαλία στα νησιά ή να διαπιστώσουμε πόσες φορές μπορεί να πάει ο σύμβουλος σε αυτά βάσει των κονδυλίων, να τυπώσουμε τα (κακογραμμένα) βιβλία, να αποφασίσουμε αν η προϋπηρεσία σε ιδιωτικό σχολείο προσθέτει μόρια για τη μετάθεση και να παραστούμε στο δικαστήριο όπου εκδικάζεται προσφυγή ενδιαφερομένου κ.π.ά. Τι νομίζετε, αγαπητοί αναγνώστες; Κάπως έτσι κυλά η καθημερινότητα των υπουργών και των διευθυντών στη χώρα μας!

Την ίδια στιγμή, λοιπόν, κανείς δεν νοιάζεται για το ποιος μπαίνει σε σχολική τάξη! Αφού είναι προφανές πλέον πως η γνωμάτευση ψυχιάτρου δεν επαρκεί, γιατί δεν ασχολούμαστε; Οι πληροφορίες που συρρέουν όλο και συχνότερα είναι καταιγιστικές: εκπαιδευτικοί εκτρέπονται, ή παρενοχλούν, ή καταρρέουν ψυχικά και βάζουν τα κλάματα, ή παζαρεύουν με τους μαθητές να τούς αφήσουν στην ησυχία τους κοιμώμενοι ή παίζοντας με το κινητό προκειμένου να κάνουν ένα σύντομο μάθημα στους λίγους που ενδιαφέρονται. Νοιάζεται κανείς από τους υψηλά ιστάμενους ότι στο ελληνικό σχολείο μόνο φόνος δεν έχει γίνει ακόμη; Όχι!

Αποδείχθηκε αυτό και από τα εξαγγελθέντα μέτρα για τη βία των νέων: ελλιπέστατα. Βία δεν ασκούν οι έφηβοι μόνο μέσα στα σχολεία, και οπωσδήποτε δεν επαρκεί η αυστηροποίηση των ποινών. Οι αποβαλλόμενοι μαθητές θα περάσουν ολόκληροι τη μέρα τους βυθισμένοι στο κινητό, όπου θα εκπαιδευθούν σε μεγαλύτερη βία! Γιατί να μην υποχρεώνονται σε προσφορά εργασίας μέσα στη σχολική μονάδα; Ποιος μαθητής υποχρεώθηκε ποτέ να σκουπίσει ή να καθαρίσει χώρους τους οποίους ερύπανε; Γιατί δεν παραδεχόμαστε πως η αντιμετώπιση της νεανικής βίας εμπλέκει περισσότερα υπουργεία; Γιατί δεν αρχίζουμε να προσλαμβάνουμε τους εκπαιδευτικούς του δημοσίου με τα ίδια κριτήρια και τις ίδιες συνεντεύξεις που θα χρησιμοποιούσαμε αν ήταν ιδιωτικό;

Διότι, απλώς, δεν ενδιαφερόμαστε. Το ορατό μας πλάνο φθάνει μέχρι τις επόμενες εκλογές. Τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, όμως, λύνονται μόνο με ορίζοντα πέραν της τετραετίας και με διακομματική συνεργασία. Και αυτή είναι απαγορευμένη λέξη στον τόπο μας, αφού προέχει το συμφέρον του κόμματος και όχι του τόπου. Προτεραιότητα είναι να διαφοροποιηθεί κάθε κυβερνών ή αντιπολιτευόμενος από τους άλλους, όχι πώς θα δοθούν ουσιαστικές λύσεις. Και έτσι κυλούμε στην άβυσσο καθημερινά.

*

Οι πολιτικοί μας υπνοβατούν. Και τούς νανουρίζουν σ’ αυτό όσοι γονείς ναρκισσεύονται («πώς τολμάτε να φέρεστε έτσι στο παιδί μου;») και όσοι πανεπιστημιακοί καίγονται για την επόμενη εκλογή τους περισσότερο απ’ όσο νοιάζονται για τη χώρα.

Δημοφιλή