Η πολύκροτη Υπόθεση Ντρέιφους, διεθνώς γνωστή ως Dreyfus Affair, θέμα της νέας ταινίας του Ρομάν Πολάνσκι, συντάραξε και δίχασε τη Γαλλία επί δώδεκα ολόκληρα χρόνια, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τις αρχές του 20ού, ενώ εκ των υστέρων συνδέθηκε με την άνοδο του επερχόμενου αντισημιτισμού στην Ευρώπη.
Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, που εκ πρώτης έμοιαζε με «πόλεμο» μεταξύ των μυστικών υπηρεσιών, ήταν ο Γάλλος Εβραίος αξιωματικός με καταγωγή από την Αλσατία, Άλφρεντ Ντρέιφους (1859 - 1935), ο οποίος στις 18 Οκτωβρίου 1894 κατηγορείται για προδοσία -ειδικότερα, ότι πουλούσε στρατιωτικά μυστικά στον Γερμανό στρατιωτικό ακόλουθο, σε μία περίοδο κατά την οποία οι σχέσεις Γαλλίας - Πρωσίας ήταν τεταμένες.
Ο Ντρέιφους καθαιρείται από το αξίωμα του και καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη υπό συνθήκες πλήρους απομόνωσης στο Νησί του Διαβόλου, νησί καταδίκων στη Γαλλική Γουιάνα.
Ο 36χρονος αξιωματικός αρνήθηκε τις κατηγορίες, όμως η δίκη ήταν παρωδία, καθώς τα στοιχεία ήταν ελλιπή και επιπλέον διεξήχθη με πλείστες όσες παρατυπίες.
Μέρος της γαλλικής κοινής γνώμης συμφώνησε με την ετυμηγορία -οι εθνικιστές, οι αντισημίτες, όπως και οι μετριοπαθείς (οι τελευταίοι θεωρώντας ότι αφορά ζήτημα εθνικής ασφάλειας)-, ωστόσο υπήρχαν και πολίτες που είδαν στην υπόθεση Ντρέιφους κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ενδεικτική του κλίματος ήταν η στάση της εφημερίδας «La Libre Parole» που χρησιμοποίησε τον Ντρέιφους ως πρόσωπο - σύμβολο της προδοσίας των Γάλλων Εβραίων.
Ο Ντρέιφους ήταν Εβραίος, γόνος πλούσιας επιχειρηματικής οικογένειας και επιπλέον από την Αλσατία, την περιοχή της Γαλλίας στα σύνορα με τη Γερμανία, η οποία προσαρτήθηκε στη Γερμανία με τη λήξη του Γαλλο-Πρωσικού Πολέμου 1870-1871 (γεγονός που οδήγησε την οικογένεια Ντρέιφους στην απόφαση να μετακομίσει στο Παρίσι).
Οι εφημερίδες της εποχής έθεταν ερωτήματα όπως, ήταν περισσότερο Γάλλος ή Γερμανός; Ή μήπως, μέρος της «διεθνούς εβραϊκής συνωμοσίας»;
Το «Κατηγορώ...!» του Εμίλ Ζολά
Στις 13 Ιανουαρίου 1898, ο διάσημος συγγραφέας Εμίλ Ζολά -διακινδυνεύοντας τη φήμη και την καριέρα του- δημοσιεύει στην πρώτη σελίδα της καθημερινής παρισινής εφημερίδας «L’ Aurore» -του Ζορζ Κλεμανσό, μετέπειτα πρωθυπουργού της Γαλλίας- το περίφημο «Κατηγορώ…!», μια ανοιχτή επιστολή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Λέγεται ότι, ήταν ο αδελφός του Ντρέιφους, που αναζήτησε τον συγγραφέα και την πολύτιμη στήριξη του.
Ο Ζολά κατηγορεί τον Στρατό ότι συγκάλυψε τη υπόθεση της καταδίκης του Ντρέιφους και αθώωσε τους πραγματικούς ενόχους με εντολή του Υπουργείου Στρατιωτικών. Παράλληλα, δηλώνει την απέχθειά του προς την υποκρισία και τον φανατισμό.
Η επιστολή προκαλεί αίσθηση διεθνώς και οδηγεί τον συγγραφέα σε καταδίκη με την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμισης. Μέρος του γαλλικού Τύπου κάνει μποϊκοτάζ στα βιβλία του και ο ίδιος αναγκάζεται να διαφύγει προκειμένου να γλιτώσει τη φυλάκιση για δέκα μήνες στη Βρετανία (αξίζει να σημειωθεί ότι το τιράζ της εφημερίδας εκτινάχθηκε εκείνη την ημέρα από τις 30.000 στις 200.000 φύλλα μόνο στο Παρίσι).
Η επιστολή - μανιφέστο θα οδηγήσει στη συνέχεια σε αναψηλάφηση της δίκης, αλλά και θα φέρει πολλούς εχθρούς στον Ζολά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο συγγραφέας πέθανε δηλητηριασμένος από καπνό, στις 29 Σεπτεμβρίου του 1902, στο διαμέρισμά του στο Παρίσι (όταν έφραξε η καπνοδόχος). Παρόλο που η αστυνομία αποφάνθηκε ότι ο θάνατός του ήταν ατύχημα, δεδομένου του αριθμού των εχθρών που είχε δημιουργήσει από την υπόθεση Ντρέιφους, οι φήμες περί δολοφονίας δεν έπαψαν να απασχολούν την κοινή γνώμη.
Νέα στοιχεία, αναψηλάφηση και αποκατάσταση
Μεταξύ των υποστηρικτών του Ντρέιφους -όχι από την αρχή, καθώς διαδραμάτισε ρόλο στη σύλληψη του- ήταν και ο προσφάτως διοριζόμενος επικεφαλής της υπηρεσίας αντικατασκοπείας, αξιωματικός Ζορζ Πικάρ, ο οποίος ανακαλύπτει νέα στοιχεία, συγκεκριμένα, ένα χειρόγραφο που βρέθηκε στο καλάθι των αχρήστων του Γερμανού στρατιωτικού ακολούθου, με τον γραφικό χαρακτήρα του Ντρέιφους, ο οποίος ωστόσο ήταν εκτοπισμένος στο Νησί του Διαβόλου.
Το νέο χειρόγραφο φέρει επιπλέον όνομα και διεύθυνση αποστολέα, κάποιου Γάλλου ταγματάρχη του 74ου συντάγματος πεζικού, του ουγγρικής καταγωγής ταγματάρχη Φέρντιναντ Εστερχάζι, ο οποίος διαθέτει σημαντικές διασυνδέσεις και ως εκ τούτου, ζητά να κριθεί από το Πολεμικό Συμβούλιο καθώς είχε διαβεβαιώσεις για την αθώωσή του (όπως και συνέβη).
Τον Αύγουστο του 1898 ένα νέο στοιχείο έρχεται στο φως. Ο συνταγματάρχης Ζοζέφ Ανρί που ανακάλυψε την επιστολή των μυστικών εγγράφων βάσει των οποίων καταδικάστηκε ο Ντρέιφους, ήταν στην πραγματικότητα ο συντάκτης της επιστολής, η οποία φυσικά και αποδείχθηκε, μετά από αυτή την αποκάλυψη, πλαστή. Ο Ανρί παραδέχτηκε την πλαστογράφηση και λίγο καιρό αργότερα αυτοκτόνησε, ενώ ο έτερος ένοχος, Εστερχάζι, διέφυγε στο Λονδίνο.
Η κυβέρνηση μετά από αυτή την εξέλιξη αναγκάστηκε να στείλει την υπόθεση στο εφετείο προκειμένου να εξετάσει την αίτηση αναθεώρησης της δίκης, παρά την αντίθετη γνώμη του Υπουργείου Στρατιωτικών. Το 1899 το εφετείο παρέπεμψε τον Ντρέιφους στο Πολεμικό Συμβούλιο, ενώ οι ταραχές που ξέσπασαν ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους πολέμιους του Ντρέιφους οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης.
Τον Ιούνιο του 1899 ο Ντρέιφους επέστρεψε από το Νησί του Διαβόλου για τη δίκη και εμφανίστηκε μπροστά σε νέο στρατιωτικό δικαστήριο στην πόλη Ρεν (7 Αυγούστου - 9 Σεπτεμβρίου 1899). Καταδικάστηκε και πάλι, όμως με ελαφρυντικά. Δέκα ημέρες μετά τη δίκη, ο Γάλλος πρόεδρος Εμίλ Λουμπέ, επιθυμώντας να δώσει τέλος στην υπόθεση, του απένειμε χάρη. Ο Ντρέιφους δέχθηκε την πράξη επιείκειας, αλλά διατήρησε το δικαίωμα να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να αποδείξει την αθωότητά του.
Τον Ιούλιο του 1906 το εφετείο απαλλάσσει τον Ντρέιφους και αναιρεί όλες τις προηγούμενες καταδίκες. Η Βουλή ψηφίζει νόμο με τον οποίο αποκαθιστά πλήρως τον Ντρέιφους και σβήνει κάθε αμφιβολία για την αθωότητά του. Στις 22 Ιουλίου του απονεμήθηκε το μετάλλιο της Λεγεώνας της Τιμής.
Κατόπιν μικρής θητείας στον στρατό, όπου πήρε το αξίωμα του ταγματάρχη, αποστρατεύθηκε. Κλήθηκε ξανά κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ως αντισυνταγματάρχης διοίκησε μια φάλαγγα πυρομαχικών. Πέθανε στο Παρίσι στις 12 Ιουλίου 1935 σε ηλικία 76 ετών.
«J’ Accuse»: Η νέα ταινία του Ρομάν Πολάνσκι
Η ταινία του Ρομάν Πολάνσκι «J’ Accuse» / «An Officer and a Spy» (παγκόσμια πρεμιέρα στο 76ο Φεστιβάλ Βενετίας) βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του Βρετανού δημοσιογράφου και συγγραφέα Ρόμπερτ Χάρις, που κυκλοφόρησε το 2013 και αφηγείται την πραγματική ιστορία του Γάλλου αξιωματικού Ζορζ Πικάρ, την περίοδο 1896 - 1906, ενώ προσπαθούσε να αποκαλύψει την αλήθεια και να αποδείξει την αθωότητα του Ντρέιφους.
Δεν είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Χάρις που ο Πολάνσκι μεταφέρει στον κινηματογράφο. Είχαν προηγηθεί τα «Παρασκήνια εξουσίας» και ήταν ακριβώς η φιλική σχέση τους που πυροδότησε τη συγγραφή του «An Officer and a Spy» (στα ελληνικά, «Ο Γερμανός κατάσκοπος», εκδόσεις Ψυχογιός), όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο Χάρις σε συνέντευξη του.
Όσο για τον ήρωα του, μέσα από τα μάτια του οποίου αφηγείται την Υπόθεση Ντρέιφους, ο Χάρις τον έχει σκιαγραφήσει ως εξής: «.... Ο Πικάρ ήταν πολύ ιδιαίτερη προσωπικότητα. Μιλούσε έξι γλώσσες. Όταν ήταν νέος, θαύμαζε τον Ντοστογέφσκι, είχε, μάλιστα, μια επιστολή από εκείνον. Είχε γνωρίσει τον Προυστ και είμαι σχεδόν βέβαιος ότι είχε γνωρίσει και τον Ζολά πριν από το «Κατηγορώ». Υπήρξε στενός φίλος του Γκούσταβ Μάλερ. Ήταν ωραίος άνδρας και είχε πολλές ερωμένες. Ανήκε στον κόσμο του Προυστ και της Μπελ Επόκ...».
Το σενάριο της (γαλλόφωνης) ταινίας συνυπογράφουν Χάρις και Πολάνσκι και τη μουσική ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συνθέτης, Αλεξάντρ Ντεσπλά.
Πρωταγωνιστούν οι Ζαν Ντιζαρντέν (στον ρόλο του Ζορζ Πικάρ), Λουί Γκαρέλ, Ματιέ Αμαλρίκ, Μελβίλ Πουπό, Εμανουέλ Σενιέ.