Ο επίμονα υψηλός πληθωρισμός θα στοιχειώσει την παγκόσμια οικονομία φέτος, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Reuters σε οικονομολόγους, που εκφράζουν μειωμένες προσδοκίες για την παγκόσμια ανάπτυξη.
Οι μεγαλύτερες ανησυχίες τους αφορούν στην επιβράδυνση της ζήτησης και στην ταχύτερη του αναμενομένου αύξηση των επιτοκίων κινδύνου.
Αυτό αντιπροσωπεύει μια θεαματική αλλαγή σε σχέση με μόλις πριν από τρεις μήνες, όταν οι περισσότεροι οικονομολόγοι συμμερίζονταν την επικρατούσα τότε άποψη των κεντρικών τραπεζών ότι μια άνοδος του πληθωρισμού θα ήταν παροδική.
Στην τελευταία τριμηνιαία έρευνα του Reuters με τη συμμετοχή περισσότερων από 500 οικονομολόγων που πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο, οι οικονομικοί αναλυτές έκαναν ακόμη χειρότερες προβλέψεις για τον πληθωρισμό το 2022.
Ενώ οι πιέσεις στις τιμές αναμένεται να υποχωρήσουν το 2023, οι προοπτικές για τον πληθωρισμό είναι πολύ πιο δυσοίωνες από ό,τι πριν από τρεις μήνες.
Παράλληλα, οι ειδικοί υποβάθμισαν τις προβλέψεις τους για την παγκόσμια ανάπτυξη. Μετά την ανάπτυξη κατά 5,8% πέρυσι, η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 4,3% το 2022, από 4,5% που προβλεπόταν τον Οκτώβριο, εν μέρει λόγω των υψηλότερων επιτοκίων και του κόστους ζωής. Η ανάπτυξη φαίνεται να επιβραδύνεται περαιτέρω σε 3,6% και 3,2% το 2023 και το 2024, αντίστοιχα.
Σχεδόν το 40% ξεχώρισαν τον πληθωρισμό ως τον κορυφαίο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία φέτος, με σχεδόν το 35% να επιλέγει τις παραλλαγές του κορονοϊού και το 22% να ανησυχεί ότι οι κεντρικές τράπεζες κινούνται πολύ γρήγορα.
«Οι πιθανότητες ενός ατυχήματος έχουν αυξηθεί και η πιθανότητα μιας ομαλής προσγείωσης το 2022 απαιτεί κάποιες ευνοϊκές υποθέσεις και λίγη καλή τύχη», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου Deutsche Bank, Ντέιβιντ Φόλκερτς-Λαντάου, αναφερόμενος στον υψηλό πληθωρισμό, την επιμονή πίεση στην εφοδιαστική αλυσίδα, την πανδημία, καθώς και τις διεθνείς πολιτικές εντάσεις.
Οι δημοσκοπήσεις του Reuters αυτόν τον μήνα έδειξαν ότι 18 από τις 24 μεγάλες κεντρικές τράπεζες αναμένονται να αυξήσουν τα επιτόκια τουλάχιστον μία φορά φέτος, σε σύγκριση με 11 στη δημοσκόπηση του Οκτωβρίου.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) άφησε να εννοηθεί την Τετάρτη ότι θα αυξήσει το βασικό επιτόκιο ομοσπονδιακών κεφαλαίων από το ιστορικό χαμηλό του 0-0,25% τον Μάρτιο, μετά το κλείσιμο του προγράμματος αγοράς ομολόγων.
Η Τράπεζα της Αγγλίας ήταν η πρώτη μεγάλη κεντρική τράπεζα που αύξησε τα επιτόκια από τότε που ξεκίνησε η πανδημία και αναμένεται να το κάνει ξανά, ενώ η Τράπεζα του Καναδά φαίνεται επίσης να ακολουθεί σύντομα.
Αντίθετα, οι περισσότεροι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Τράπεζα της Ιαπωνίας θα παραμείνουν αμετακίνητες, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του επόμενου έτους.
Την ίδια ώρα, πολλές κεντρικές τράπεζες των λεγόμενων αναδυόμενων αγορών, με λίγες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις όπως η Βραζιλία και η Κίνα, περιμένουν το σύνθημα της Fed ενώ αντιμετωπίζουν την πανδημία και τις δικές τους οικονομικές προκλήσεις.
Οι προοπτικές ανάπτυξης για πάνω από το 60% των 46 οικονομιών που καλύπτονται από τις δημοσκοπήσεις του Reutera είτε υποβαθμίστηκαν είτε παρέμειναν αμετάβλητες για το 2022 και περίπου το 90% των ερωτηθέντων, 144 από τους 163, δήλωσαν ότι υπήρχε κίνδυνος υποβάθμισης στις προβλέψεις τους.