Αλλη μια έρευνα, αυτή τη φορά σουηδική, έρχεται να επιβεβαιώσει ότι ο συνδυασμός διαφορετικών εμβολίων - δηλαδή η διενέργεια επόμενης δόσης με διαφορετικό εμβόλιο από εκείνο της αρχικής δόσης - έχει υψηλή αποτελεσματικότητα από άποψη ανοσιακής προστασίας.
Οι άνθρωποι που έκαναν πρώτη δόση με το εμβόλιο Οξφόρδης-AstraZeneca και στη συνέχεια έκαναν δεύτερη δόση με mRNA εμβόλιο Pfizer/BioNTech ή Moderna, είχαν μικρότερο κίνδυνο μόλυνσης από κορονοϊό, σε σχέση με όσους έκαναν και τις δύο δόσεις με AstraZeneca.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή γηριατρικής Πέτερ Νόρντστρομ του Πανεπιστημίου της Ουμέα, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet Regional Health - Europe», ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 700.000 άτομα, σε μια εποχή που η παραλλαγή Δέλτα του ιού ήδη κυριαρχούσε.
Όπως ανέφερε ο δρ Νόρντστρομ, «οποιοδήποτε από τα εγκεκριμένα εμβόλια είναι καλύτερο σε σύγκριση με κανένα εμβόλιο και οι δύο δόσεις είναι καλύτερες από τη μία. Όμως η μελέτη μας δείχνει ότι υπάρχει μεγαλύτερη μείωση κινδύνου μόλυνσης για τους ανθρώπους που έκαναν mRNA εμβόλιο μετά από την πρώτη δόση με πιο παραδοσιακό εμβόλιο όπως της AstraZeneca, σε σύγκριση με όσους έκαναν και τις δύο δόσεις με το τελευταίο».
Σε ένα βάθος χρόνου 2,5 μηνών μετά τη δεύτερη δόση, η νέα μελέτη δείχνει μια μείωση του κινδύνου μόλυνσης από κορονοϊό κατά 79% και 67% για όσους έκαναν τη δεύτερη δόση με Moderna ή Pfizer αντίστοιχα, ενώ είχαν κάνει την πρώτη δόση με AstraZeneca. Όσοι είχαν κάνει και τις δύο δόσεις με AstraZeneca, είχαν μείωση κινδύνου μόλυνσης κατά 50% (η μείωση του κινδύνου για νόσηση, βαριά νόσο και θάνατο ήταν πολύ μεγαλύτερη).
Όλες οι έως τώρα μελέτες έχουν δείξει ότι η ανάμιξη διαφορετικών εμβολίων γεννά ισχυρή ανοσολογική απόκριση, κάτι που έχει σημασία εν όψει της χορήγησης τρίτης ενισχυτικής δόσης, ιδίως για όσους δεν είχαν κάνει mRNA εμβόλιο στις πρώτες δύο δόσεις.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας είχε αναφέρει ότι, παρόλα όλα τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της ανάμιξης διαφορετικών εμβολίων, χρειάζονται μεγαλύτερες μελέτες και η σουηδική είναι μια τέτοια καθησυχαστική μελέτη.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ