Τον Σεπτέμβριο μια ομάδα της οποίας ηγήθηκαν αστρονόμοι στο Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσε τον εντοπισμό φωσφίνης στα νέφη της Αφροδίτης- κάτι που προκάλεσε έκπληξη, καθώς φωσφίνη συναντάται και στη Γη, όπου παράγεται από μορφές ζωής. Η ανακάλυψη αυτή, που έγινε με βάση παρατηρήσεις από τηλεσκόπια, προκάλεσε έντονο ενδιαφέρον για την Αφροδίτη, έναν πλανήτη που θεωρείται δικαίως εξαιρετικά αφιλόξενος για ζωή.
Έκτοτε άλλες επιστημονικές ομάδες έχουν αμφισβητήσει την αξιοπιστία του εντοπισμού αυτού- και ομάδα της οποίας ηγήθηκαν επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον χρησιμοποίησε ένα μοντέλο των συνθηκών στην ατμόσφαιρα της Αφροδίτης για να επανεξετάσει τις παρατηρήσεις των ραδιοτηλεσκοπίων. Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν, και το οποίο παρουσιάζεται σε επιστημονικό άρθρο στο Astrophysical Journal, είναι πως μάλλον στο πλαίσιο της προηγούμενης έρευνες δεν εντοπίστηκε καν φωσφίνη.
«Αντί για φωσφίνη στα νέφη της Αφροδίτης, τα δεδομένα συνάδουν με μια εναλλακτική υπόθεση: Εντόπιζαν διοξείδιο του θείου» είπε μία εκ των ερευνητών, η Βικτόρια Μέντοους, καθηγήτρια Αστρονομίας. «Το διοξείδιο του θείου είναι το τρίτο πιο κοινό χημικό στοιχείο στην ατμόσφαιρα της Αφροδίτης- και δεν θεωρείται ένδειξη ζωής».
Στην εν λόγω ομάδα συμμετείχαν επίσης επιστήμονες από το JPL (Jet Propulsion Laboratory) της NASA στο Caltech, το NASA Goddard Space Flight Center, το Georgia Institute of Technology, το NASA Ames Research Center και το University of California, Riverside. Η έρευνα δείχνει πως το διοξείδιο του θείου, σε επίπεδα που θεωρούνται εύλογα για την Αφροδίτη, μπορεί όχι μόνο να εξηγεί τις παρατηρήσεις, μα συνάδει επίσης περισσότερο με όσα οι αστρονόμοι γνωρίζουν για την ατμόσφαιρα του πλανήτη και το αφιλόξενο χημικό του περιβάλλον, που περιλαμβάνει νέφη θειϊκού οξέος. Επιπρόσθετα, οι αστρονόμοι δείχνουν πως το αρχικό σήμα δεν προήλθε από το στρώμα των νεφών του πλανήτη, μα πάνω από αυτό, σε ένα ανώτερο στρώμα της ατμόσφαιρας της Αφροδίτης, όπου τα μόρια φωσφίνης θα καταστρέφονταν εντός δευτερολέπτων. Αυτό ενισχύει ακόμα πιο πολύ την υπόθεση πως το διοξείδιο του θείου έδωσε το συγκεκικριμένο σήμα.
Οι ερευνητές άρχισαν δημιουργώντας μοντέλα των συνθηκών στην ατμόσφαιρα της Αφροδίτης και χρησιμοποιώντας τα ως βάση για την ερμηνεία αυτών που παρατηρήθηκαν στα datasets της προηγούμενης έρευνας (JCMT και ALMA). Σε αυτό το πλαίσιο προσομοιώθηκαν σήματα από φωσφίνη και διοξείδιο του θείου για διαφορετικά επίπεδα της ατμόσφαιρας της Αφροδίτης, και το πώς αυτά τα σήματα θα «πιάνονταν» από τα JCMT και ALMA. Εν τέλει, τα συμπεράσματα ήταν πως κατά πάσα πιθανότητα τα σήματα «δικαιολογούνταν» από την παρουσία τυπικών συγκεντρώσεων διοξειδίου του θείου στη μεσόσφαιρα της Αφροδίτης, χωρίς να απαιτείται η παρουσία φωσφίνης.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν η έρευνα αυτή παρέχει δίνει μια πιο αληθοφανή εξήγηση απέναντι στην υπόθεση πως κάτι γεωλογικά, χημικά ή βιολογικά ενεργό μπορεί να παράγει φωσφίνη στα νέφη, η Αφροδίτη εξακολουθεί να παραμένει ένας κόσμος γεμάτος μυστήρια, ο οποίος κρύβει ακόμα πολλά μυστικά για να ανακαλύψουν οι επιστήμονες.