Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) ως κορονοϊός (CoV) ορίζεται μία ευρύτερη οικογένεια ιών, η οποία μεταδίδεται από ζώα σε ανθρώπους και δύναται να προκαλέσει προβλήματα υγείας, που κυμαίνονται μεταξύ κοινού κρυολογήματος και σοβαρών ασθενειών, όπως το αναπνευστικό σύνδρομο της Μέσης Ανατολής (MERS-CoV, 2012) και το σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο (SARS-CoV, 2003). Στα τέλη Δεκεμβρίου 2019 αναφέρθηκε η έξαρση ενός νέου είδους κορονοϊού, του COVID-19, με αφετηρία και επίκεντρο την επαρχία Ουχάν της Κίνας. Μέχρι σήμερα, έχουν καταγραφεί, σε παγκόσμια κλίμακα, 79.737 κρούσματα, εκ των οποίων τα 2.628 υπήρξαν θανατηφόρα.
Στις 24/2/2020, στην, καθιερωμένη, πλέον, ημερήσια ενημέρωσή του για τον COVID – 19, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) αξιολόγησε τον κίνδυνο πιθανότητας περαιτέρω μετάδοσης του ιού στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο ως χαμηλή, καθιστώντας τον ηπιότερο, μέχρι στιγμής, σε σύγκριση με τους προαναφερόμενους. Ωστόσο, η συγκεκριμένη εκτίμηση δε συνιστά θέσφατο, ιδίως για ευπαθείς ομάδες, όπως οι νοσούντες από άλλες ασθένειες, οι εργαζόμενοι νοσοκομειακών μονάδων και οι ηλικιωμένοι. Καθώς πρόκειται για μία εν εξελίξει κατάσταση, που δεν έχει αποσαφηνιστεί πλήρως από την επιστημονική κοινότητα, εγκυμονεί υψηλά ποσοστά αβεβαιότητας και απρόβλεπτων τροπών (π.χ. μεταλλάξεων). Η ανησυχία για το ρυθμό εξάπλωσης του ιού εκτός Κίνας είναι αυξημένη, ιδίως για ορισμένες περιοχές (Ιταλία, Ιράν και Ν. Κορέα), όπως εξέφρασε στις 22/2 εκπρόσωπος του ΠΟΕ.
Η αναπληρώτρια διευθύντρια του Ινστιτούτου Bruegel, Μαρία Δεμερτζή, εκτιμά ότι το εύρος του αποτυπώματος του COVID – 19 στην παγκόσμια οικονομία θα είναι μεγαλύτερο από εκείνο του SARS (2003). Είναι αλήθεια ότι στο πλαίσιο της στρατηγικής πρωτοβουλίας ‘’One Belt, One Road’’ το κινεζικό κράτος έχει αναπτύξει υψηλό βαθμό αλληλεξάρτησης με ένα μεγάλο αριθμό κρατικών δρώντων, ιδίως στον τομέα των εξαγωγών. Το ξέσπασμα, ωστόσο, του COVID – 19 αναμένεται ότι θα επιβραδύνει την κινεζική οικονομική ανάπτυξη στο 4,5% το πρώτο τρίμηνο του 2020, από 6% που ήταν το τελευταίο τρίμηνο του 2019, απόδοση, που δείχνει να είναι η χειρότερη για την δεύτερη πιο ισχυρή οικονομία του πλανήτη από τα ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και εξής. Οι Κινέζοι διπλωμάτες και τα κρατικά μέσα ενημέρωσης προσπάθησαν, αρχικά, να μετριάσουν το πλήγμα στη διεθνή φήμη της Κίνας, επιμένοντας ότι η ανταπόκρισή της ήταν αποτελεσματική και προτρέποντας άλλα κράτη να μην την απομονώσουν. Όμως, φαίνεται πως η έξαρση του κορονοϊού ανέδειξε κάποιες αδυναμίες του συστήματος διακυβέρνησης της Κίνας – έχει αναφερθεί ότι η τοπική κυβέρνηση επεδίωξε τη σιωπή των γιατρών που αναγνώρισαν τον ιό στα αρχικά του στάδια.
Η εκτίμηση αυτή έχει ήδη αρχίσει να αποκρυσταλλώνεται με απτό τρόπο. Μέχρι σήμερα περισσότερα από 60 κράτη έχουν επιβάλλει ταξιδιωτικούς περιορισμούς σε Κινέζους πολίτες ή πολίτες άλλων κρατών που πρόσφατα επισκέφθηκαν την Κίνα, παρόλο που ορισμένοι κρατικοί δρώντες, όπως το Πακιστάν και η Καμπότζη, επιμένουν να τηρούν στάση αλληλεγγύης προς την Κίνα. Συγχρόνως, σε καραντίνα υποβάλλονται διαρκώς χιλιάδες πολίτες ανά τον κόσμο που έχουν έρθει σε επαφή με πληθυσμό από την κινεζική ενδοχώρα, όπως οι επιβάτες του κρουαζιερόπλοιου Diamond Princess.
Ακόμη, παρόλο που η Κίνα διαθέτει 7 από τα 10 μεγαλύτερα λιμάνια μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, με την εξάπλωση του κορονοϊού έχει μειωθεί ιδιαίτερα η κίνηση σε αυτά, καθώς παρακάμπτονται όχι μόνο από κρουαζιερόπλοια, στοιχείο που ανακόπτει τους δείκτες τουριστικής ανάπτυξης, αλλά και από πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, tanker πετρελαίου και πλοία μεταφοράς χύδην φορτίου. Ανάλογες συνθήκες παρατηρούνται και στον τομέα των αερομεταφορών, με πλειάδα αεροπορικών εταιρειών, όπως η British Airways, η Air France, η Emirates και η Etihad, να ακυρώνουν, εξολοκλήρου ή μερικώς, τις προγραμματισμένες πτήσεις τους από και προς το Κινεζικό Κράτος. Ασφαλώς, το συγκεκριμένο τουριστικό και εξαγωγικό, πρωτίστως, πλήγμα επηρεάζει ήδη σε κομβικό βαθμό το ίδιο το κινεζικό χρηματοπιστωτικό σύστημα με το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων να αναμένεται να φτάσει το 1 τρισ. ευρώ.
Στην Ελλάδα, η μέχρι σήμερα ανυπαρξία νοσούντων , δεν συνεπάγεται και ανυπαρξία επικείμενων επιπτώσεων στην σφαίρα της ελληνικής οικονομίας. Πέραν του γεγονότος ότι έχουν παρουσιαστεί κρούσματα στον ευρύτερο γειτονικό χώρο του Ελληνικού Κράτους στην Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο1, με το ρυθμό διάδοσης στην Ιταλία να μοιάζει εξόχως ανησυχητικός και να συνιστά στοιχείο που δεν αποκλείει την εμφάνιση κρουσμάτων και στον ελλαδικό χώρο, όπου ο τελευταίος συνιστά θεμελιώδη στόχο της κινεζικής εξωτερικής πολιτικής στην Ευρώπη. Ήδη από το 2008 η κινεζική εταιρεία COSCO κατέχει το 67% της κυριότητας του κομβικότερου σημείου εισόδου εμπορευματοκιβωτίων στην Ευρώπη, του λιμανιού του Πειραιά. Επιπλέον, από το 2018 η Ελλάδα έχει υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας με την Κίνα και από τον Απρίλιο του 2019 συμμετέχει πλήρως στην κινεζική πολιτική συνεργασία ’’16+1 Initiative’’. Μέχρι σήμερα, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, οι ελληνο – κινεζικές σχέσεις διανύουν περίοδο επώασης, η οποία, ωστόσο, τείνει να επιβραδυνθεί προς το παρόν, έστω και παροδικά.
Είναι εύλογο πως η σχέση αμοιβαίας αλληλεξάρτησης μεταξύ Ελλάδας - Κίνας αναμένεται να επηρεάσει το μέχρι σήμερα θετικό πρόσημο ανάπτυξης του ελληνικού τουρισμού, μειώνοντας στην πρώτη την προσέλευση τουριστών όχι μόνο από το Κινεζικό Κράτος, αλλά και από άλλα κράτη, δεδομένου ότι, εάν η διάδοση του κορονοϊού στην Ευρώπη διευρυνθεί, θα πλήξει και τη διάθεση των Ευρωπαίων να ταξιδέψουν. Όπως ισχυρίστηκε ο υπουργός Τουρισμού, Χάρης Θεοχάρης, ήδη οι ακυρώσεις από την Κίνα ανέρχονται σε ποσοστό περίπου 60%-70%. Για ένα κράτος, όπως η Ελλάδα, που αφενός δεν έχει ανακάμψει ακόμα οικονομικά και αφετέρου στηρίζει μεγάλο μέρος του εγχώριου εισοδήματος στον τουρισμό, εύλογα αντιλαμβάνεται κανείς ότι μία τέτοια εκτίμηση γεννά αξιοσημείωτους προβληματισμούς.
Ανάλογες συνέπειες καταγράφονται στον τομέα της ναυτιλίας, της μεταποίησης, και συλλήβδην του εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου της Ελλάδας, δεδομένης της αναστολής διακίνησης υλικών και υπηρεσιών από και προς τη ‘’χώρα του δράκου’’ και των περιορισμών ναυσιπλοΐας στα κινεζικά λιμάνια. Είναι ήδη γνωστές οι τρέχουσες δυσκολίες των Ελλήνων εφοπλιστών περί ανανέωσης – θεώρησης των πιστοποιητικών για φορτηγά πλοία στην Κίνα, η αδυναμία προσέγγισης ελληνικών πλοίων στα λιμάνια της, οι σταδιακές ελλείψεις κινεζικών πρώτων υλών και οι καθυστερήσεις παραλαβής αυτών ή άλλων εμπορευμάτων, σημεία που συνιστούν κώλυμα και για την ομαλή διεξαγωγή της εγχώριας παραγωγής.
Δεδομένου ότι η σχέση των δύο μερών τείνει να επηρεαστεί όχι από αντικειμενικά κωλύματα οικονομικού, διπλωματικού ή στρατηγικού χαρακτήρα, αλλά από ανυπέρβλητους, εξωγενείς, φυσικούς παράγοντες, δεν φαίνεται οι δεύτεροι να δύνανται να επιδράσουν στο ευρύτερο πλέγμα σχέσεων Ελλάδας – Κίνας, παρά τις διαφαινόμενες επιδράσεις στους οικονομικούς δείκτες των δύο κρατών. εκτός αν τα ‘’συμπτώματα’’, που περιγράφονται παραπάνω, πολλαπλασιαστούν, επιφέρουν μεγαλύτερους κλυδωνισμούς στις εγχώριες οικονομίες, πρωτίστως σε αυτήν της Κίνας, και επαναπροσδιορίσουν τους θεμελιώδεις οικονομικούς τους άξονες και κατ’ επέκταση τις στρατηγικές τους επιδιώξεις. Αναμφισβήτητα, μέχρι να ολοκληρωθεί το κύμα έξαρσης το κορονοϊού δεν είναι εφικτή μία ασφαλής, ορθολογική αποτίμηση της επίδρασής του, βάσει της οποίας να δύνανται να εξαχθούν στέρεα συμπεράσματα τόσο για ελληνική, κινεζική και παγκόσμια οικονομία, όσο και στο εταιρικό δίκτυο του Κινεζικού Κράτους. Τυχόν διακυμάνσεις ή τουλάχιστον κωλυσιεργίες σε διμερές επίπεδο δε μπορούν να αποκλειστούν, μάλλον δε έχουν ανακύψει.
1 Στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου έχουν καταγραφεί 233 ασθενείς με τον αριθμό θανάτων να ανέρχεται σε 6. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία του ECDC μέχρι τις 24/2/2020 τα κρούσματα στην Ανατολική Μεσόγειο κατανέμονται ως εξής: Αίγυπτος (1 κρούσμα), Ισραήλ (2 κρούσματα), Ιταλία (229 κρούσματα – 6 θάνατοι) και Λίβανος (1 κρούσμα).